Το θεατρικό έργο «Για το Εγώ», που ανέβηκε πριν μερικά χρόνια στο Soho Theatre του Λονδίνου με βάση μια ιδέα του νευροψυχολόγου Πωλ Μπροκ, προσπαθεί να εξηγήσει τη θεωρία του Φράνσις Κρικ, σύμφωνα με την οποία δεν είμαστε τίποτα άλλο από ένα πακέτο νευρώνων. Ή, όπως το θέτει ένας από τους χαρακτήρες του έργου, ότι η συνείδησή μας «αποτελείται αποκλειστικά από ύλη: σάρκα και αίμα, κόκαλα και εγκεφαλική ουσία. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκεί, ούτε περιεχόμενο ούτε εγώ». Ο Άλεξ δεν μιλάει θεωρητικά: περιγράφει την εμπειρία του από τη σχέση με τη γυναίκα του, που έχει κατεστραμμένο εγκέφαλο.
Το συγκεκριμένο έργο εντάσσεται σε μία όλο και πιο εμφανή τάση επικοινωνίας και σύγκλισης ανάμεσα στους κόσμους του εργαστηρίου και του θεάτρου. Ο Καρλ Τζεράσι, καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ και εφευρέτης του αντισυλληπτικού χαπιού, έχει περάσει τα εννιά τελευταία χρόνια γράφοντας θεατρικά έργα γύρω από την επιστήμη. Στόχος του είναι να περάσει λαθραία, μέσω του θεάτρου, «επιστημονικά στοιχεία στη συνείδηση ενός επιστημονικά αναλφάβητου κοινού». Το τελευταίο του έργο, με τίτλο «Ταμπού», ανέβηκε την περασμένη εβδομάδα στο New End Theatre του Λονδίνου και πραγματεύεται τις συνέπειες των σύγχρονων τρόπων τεχνητής γονιμοποίησης σε δύο ζευγάρια. Οι επιστημονικές πληροφορίες που περνούν «λαθραία» στη συνείδηση των θεατών είναι πολλές. H μεγαλύτερη όμως αρετή του έργου, γράφει ο Κρις Ουίλκινσον στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, είναι η ανάλυση των συναισθηματικών τραυμάτων που προκαλεί η επιστήμη στους ανθρώπους.
H επιστήμη δεν περιορίζεται στην αποκάλυψη των μυστικών του σύμπαντος. Οι πρόοδοί της απορρέουν από συγκρούσεις, αμφιβολίες, πάθη, υποψίες. «Πυρπολήσαμε παιδιά», εμφανίζεται να λέει ο γηραιός Αϊνστάιν στο θεατρικό έργο «Ασημαντότητα» του Τέρυ Τζόνσον, όταν τον ρωτούν γιατί κρύφτηκε σε ένα ανώνυμο δωμάτιο ξενοδοχείου και καταστρέφει τους υπολογισμούς του κάθε φορά που τους τελειώνει. Στα απομνημονεύματά του, ο Γερμανός φυσικός Βέρνερ Χάιζενμπεργκ γράφει ότι ήλπιζε να αποδείξει πως οι ρίζες της επιστήμης βρίσκονται στις συζητήσεις. Στο θεατρικό έργο «Κοπεγχάγη» του Μάικλ Φρέιν, όμως, τοποθετεί το ζήτημα κάπως διαφορετικά: «Τα μαθηματικά γίνονται πολύ περίεργα όταν τα εφαρμόζεις στους ανθρώπους», λέει στην τελευταία του συνάντηση με τον Νιλς Μπορ, συνάδελφο και καλό του φίλο μέχρι τη στιγμή που η προσπάθεια σχάσης του ατόμου για την κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας τούς έριξε σε αντίθετα στρατόπεδα. «Ένα κι ένα μπορεί να οδηγήσει σε πολλά και διάφορα αποτελέσματα».
H επιστήμη και το θέατρο έχουν θεωρητικά διαφορετικούς στόχους: η πρώτη εξερευνά τα μαθηματικά του φυσικού κόσμου, το δεύτερο τα μαθηματικά του ανθρώπινου κόσμου. Μα η επιστήμη αποτελεί κι αυτή μέρος του ανθρώπινου κόσμου, αργά ή γρήγορα το κατάλαβαν όλοι οι λειτουργοί της.
Το συγκεκριμένο έργο εντάσσεται σε μία όλο και πιο εμφανή τάση επικοινωνίας και σύγκλισης ανάμεσα στους κόσμους του εργαστηρίου και του θεάτρου. Ο Καρλ Τζεράσι, καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ και εφευρέτης του αντισυλληπτικού χαπιού, έχει περάσει τα εννιά τελευταία χρόνια γράφοντας θεατρικά έργα γύρω από την επιστήμη. Στόχος του είναι να περάσει λαθραία, μέσω του θεάτρου, «επιστημονικά στοιχεία στη συνείδηση ενός επιστημονικά αναλφάβητου κοινού». Το τελευταίο του έργο, με τίτλο «Ταμπού», ανέβηκε την περασμένη εβδομάδα στο New End Theatre του Λονδίνου και πραγματεύεται τις συνέπειες των σύγχρονων τρόπων τεχνητής γονιμοποίησης σε δύο ζευγάρια. Οι επιστημονικές πληροφορίες που περνούν «λαθραία» στη συνείδηση των θεατών είναι πολλές. H μεγαλύτερη όμως αρετή του έργου, γράφει ο Κρις Ουίλκινσον στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, είναι η ανάλυση των συναισθηματικών τραυμάτων που προκαλεί η επιστήμη στους ανθρώπους.
H επιστήμη δεν περιορίζεται στην αποκάλυψη των μυστικών του σύμπαντος. Οι πρόοδοί της απορρέουν από συγκρούσεις, αμφιβολίες, πάθη, υποψίες. «Πυρπολήσαμε παιδιά», εμφανίζεται να λέει ο γηραιός Αϊνστάιν στο θεατρικό έργο «Ασημαντότητα» του Τέρυ Τζόνσον, όταν τον ρωτούν γιατί κρύφτηκε σε ένα ανώνυμο δωμάτιο ξενοδοχείου και καταστρέφει τους υπολογισμούς του κάθε φορά που τους τελειώνει. Στα απομνημονεύματά του, ο Γερμανός φυσικός Βέρνερ Χάιζενμπεργκ γράφει ότι ήλπιζε να αποδείξει πως οι ρίζες της επιστήμης βρίσκονται στις συζητήσεις. Στο θεατρικό έργο «Κοπεγχάγη» του Μάικλ Φρέιν, όμως, τοποθετεί το ζήτημα κάπως διαφορετικά: «Τα μαθηματικά γίνονται πολύ περίεργα όταν τα εφαρμόζεις στους ανθρώπους», λέει στην τελευταία του συνάντηση με τον Νιλς Μπορ, συνάδελφο και καλό του φίλο μέχρι τη στιγμή που η προσπάθεια σχάσης του ατόμου για την κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας τούς έριξε σε αντίθετα στρατόπεδα. «Ένα κι ένα μπορεί να οδηγήσει σε πολλά και διάφορα αποτελέσματα».
H επιστήμη και το θέατρο έχουν θεωρητικά διαφορετικούς στόχους: η πρώτη εξερευνά τα μαθηματικά του φυσικού κόσμου, το δεύτερο τα μαθηματικά του ανθρώπινου κόσμου. Μα η επιστήμη αποτελεί κι αυτή μέρος του ανθρώπινου κόσμου, αργά ή γρήγορα το κατάλαβαν όλοι οι λειτουργοί της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.