Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Εικονολογία ή εικονική πραγματικότητα

Όλες οι ιδεολογίες νικήθηκαν: τα δόγματά τους κατέληξαν να ξεσκεπαστούν σαν αυταπάτες και οι άνθρωποι έπαψαν να τα παίρνουν στα σοβαρά. Για παράδειγμα, οι κομμουνιστές πίστεψαν ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού θα εξαθλίωνε όλο και περισσότερο το προλεταριάτο' ανακαλύπτοντας μια μέρα ότι όλοι οι εργάτες στην Ευρώπη πήγαιναν με το αυτοκίνητό τους στη δουλειά τους, είχαν την ανάγκη να φωνάξουν ότι η πραγματικότητα είχε κάνει ζαβολιά. Η πραγματικότητα ήταν πιο δυνατή από την ιδεολογία. Και είναι ακριβώς με την έννοια αυτή που η εικονολογία την ξεπέρασε: η εικονολογία είναι πιο δυνατή από την πραγματικότητα, η οποία άλλωστε από πολύ καιρό έχει πάψει να αντιπροσωπεύει για τον άνθρωπο αυτό που αντιπροσώπευσε για τη γιαγιά μου που ζούσε σε ένα χωριό της Μοραβίας και όλα τα ήξερε εμπειρικά: πώς ψήνουν το ψωμί, πώς χτίζουν ένα σπίτι, πώς σκοτώνουν το γουρούνι και πώς κάνουν καπνιστό κρέας από αυτό, με τι ράβουν τα παπλώματα, αυτό που ο εφημέριος σκεπτόταν για τον κόσμο κι αυτό που για το ίδιο πράγμα σκεπτόταν ο δάσκαλος' συναντώντας καθημερινά όλους τους κατοίκους του χωριού, ήξερε πόσα εγκλήματα είχαν γίνει τα τελευταία δέκα χρόνια στην περιοχή' για να το πούμε έτσι, κρατούσε την πραγματικότητα υπό τον προσωπικό της έλεγχο, κατά τρόπο που κανένας δεν θα μπορούσε να την κάνει να πιστέψει ότι η γεωργία της Μοραβίας ανθούσε, αν δεν υπήρχε κάτι να φάνε στο σπίτι. Στο Παρίσι, ο γείτονάς μου στο διπλανό διαμέρισμα περνάει την ημέρα του καθισμένος στο γραφείο του, απέναντι σ' έναν άλλο υπάλληλο, έπειτα γυρίζει στο σπίτι, ανοίγει την τηλεόραση για να μάθει τι γίνεται στον κόσμο και, όταν ο παρουσιαστής,  σχολιάζοντας την τελευταία σφυγμομέτρηση, τον πληροφορεί ότι, για την πλειοψηφία των Γάλλων, η Γαλλία έχει το ρεκόρ στην Ευρώπη σε ότι αφορά την ασφάλεια (τη διάβασα πρόσφατα αυτή τη σφυγμομέτρηση), περιχαρής, ανοίγει ένα μπουκάλι σαμπάνια και ποτέ δεν θα μάθει πως την ίδια μέρα, στον ίδιο δρόμο, έγιναν τρεις ληστείες και δύο φόνοι.

απόσπασμα, Μίλαν Κούντερα

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019

Μια φωτεινή ανάμνηση

Ήταν 14 ετών όταν ο πατέρας της σκοτώθηκε σε τροχαίο. Τότε κατάλαβε πόσο διάσημος ήταν. Ακριβώς γι' αυτό όμως, δεν επιτράπηκε ούτε στην ίδια ούτε στην οικογένειά της να τον θρηνήσουν.

Ο Αλμπέρ Καμύ ήταν πάντα πολύ μόνος. H Δεξιά τον θεωρούσε υπερβολικά αριστερό και η Αριστερά τον θεωρούσε αντικειμενικό σύμμαχο της Δεξιάς. Αλλά εκείνος επέμενε στις απόψεις του, σίγουρος ότι μια μέρα η Ιστορία θα τον δικαίωνε. Μιλούσε για τα γκουλάγκ, κατηγορούσε τη Σοβιετική Ένωση και τον σταλινισμό, αλλά δεν δίστασε να εγκαταλείψει την Unesco όταν εντάχθηκε σ' αυτήν η Ισπανία του Φράνκο. Το κλίμα άρχισε να αλλάζει τη δεκαετία του '80, πάνω από είκοσι χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του, και η δικαίωση φάνηκε να έρχεται όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου. Σήμερα, τον «διεκδικεί» ακόμη και η πατρίδα του, η Αλγερία, που τον κατηγορούσε μέχρι πρόσφατα ότι δεν υποστήριξε αρκετά το κίνημα της ανεξαρτησίας και δεν περιέλαβε αρκετούς Άραβες ήρωες στα έργα του. Το πανεπιστήμιο του Αλγερίου οργάνωσε πριν μερικά χρόνια τριήμερο συνέδριο με τίτλο «Ο Αλμπέρ Καμύ και τα αλγερινά γράμματα», που κορυφώθηκε με το ανέβασμα του θεατρικού έργου «Οι Δίκαιοι».

Για τη Γαλλία, το μεγάλο γεγονός  ήταν η νέα έκδοση των Απάντων του Καμύ από την Bibliotheque de la Pleiade. Την εποπτεία την έχει η κόρη του συγγραφέα, η Κατρίν Καμύ, που ήταν υπεύθυνη το 1994 και για την έκδοση του βιβλίου «Ο Πρώτος Άνθρωπος», που άφησε ατελείωτο ο πατέρας της όταν σκοτώθηκε εκείνη την 4η Ιανουαρίου του 1960. «Ο πατέρας μου είναι μια φωτεινή ανάμνηση», λέει σε συνέντευξή της στην Ελ Παΐς, «η ανάμνηση ενός ανθρώπου πολύ ζωντανού, διασκεδαστικού, αυστηρού και τρυφερού. Όταν διάβασα αυτό το βιβλίο κατάλαβα ότι ήταν μια κραυγή ελευθερίας, γιατί δεν έμοιαζε με κανένα από αυτά που είχε γράψει, ήταν πιο λυρικό και έλεγε στον αναγνώστη: ιδού ποιος είμαι. Όλα αυτά αφορούν βέβαια την αρχή, γιατί το βιβλίο που ήθελε να γράψει θα καταλάμβανε πάνω από 600 σελίδες κι αυτό που άφησε πίσω του δεν ήταν παρά το ένα τρίτο. Ήθελε να γράψει για τον πόλεμο, την αντίσταση, την αποικιοκρατία και τον πόλεμο της Αλγερίας. Αλλά αυτό που άφησε είναι ένα είδος αυτοβιογραφίας».

H Κατρίν δεν είχε ποτέ μια προσωπική σχέση με τον Σαρτρ. Ήξερε όμως ότι ρωτούσε να μάθει νέα γι' αυτήν και τη μητέρα της, είχε πει μάλιστα στον προστάτη τους, τον Ρομπέρ Γκαλιμάρ, να τον ενημερώσει αν η οικογένεια είχε προβλήματα. Ήταν γενναιόδωρος άνθρωπος ο Σαρτρ, κάποτε ήταν φίλος με τον Καμύ αλλά τους χώρισε εκείνη η στρίγγλα η ντε Μπωβουάρ, μόνο που η Κατρίν δεν θέλει να μιλήσει γι' αυτά, εκτός κι αν κλείσει το μαγνητόφωνο...