Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Φλίπερ

«Το φλίπερ δεν παίζεται μόνο με τα χέρια αλλά και με το εφηβαίο. Με το φλίπερ το πρόβλημα δεν είναι να σταματήσεις το μπαλάκι προτού κατρακυλήσει μέσα, ούτε να το ξαναρίξεις στη μέση του γηπέδου με την ορμή ενός μπακ, αλλά να το υποχρεώσεις να μείνει ψηλά, εκεί που οι φωτεινοί στόχοι είναι περισσότεροι, να χοροπηδάει από τον ένα στον άλλο τριγυρνώντας αποπροσανατολισμένο και παλαβό, μα χάρη στην δική σου θέληση. Και αυτό το κατορθώνεις όχι δίνοντας χτυπήματα στην μπάλα αλλά μεταδίδοντας δονήσεις στην κάσα που την περιέχει, και μάλιστα γλυκά, ώστε να μην τις αντιληφθεί το φλίπερ και κάνει τιλτ. Και αυτό γίνεται μόνο με το εφηβαίο, ή μάλλον μ’ ένα παιχνίδι των γοφών, ώστε το εφηβαίο να μη χτυπάει κατευθείαν και να κρατιέται διαρκώς εκτός οργασμού.

Αν οι γοφοί κινούνται σύμφωνα με τη φύση, δεν είναι τόσο το εφηβαίο όσο οι γλουτοί που δίνουν το χτύπημα προς τα μπρός, αλλά με χάρη, έτσι ώστε όταν η κρούση φτάνει στο εφηβαίο να έχει ήδη αμβλυνθεί, όπως στην ομοιοπαθητική, που όσο περισσότερους χυμούς βάζεις στο διάλυμα και η ουσία σιγά σιγά σχεδόν χάνεται στο νερό που προσθέτεις, ώσπου να εξαφανιστεί σχεδόν ολοκληρωτικά, τόσο πιο ισχυρό είναι το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Και να που από το εφηβαίο ένα αδιόρατο ρεύμα μεταδίδεται στην κάσα και το φλίπερ υπακούει χωρίς να εκνευρίζεται, το μπαλάκι τρέχει αντίθετα στη φύση, αντίθετα στην αδράνεια, αντίθετα στη βαρύτητα, αντίθετα στους νόμους της δυναμικής, αντίθετα στην πονηριά του κατασκευαστή που την ήθελε να ξεφεύγει, και διαποτίζεται από μία κινητήρια δύναμη συνεχίζοντας να παίζει για χρόνους αξιομνημόνευτους και αμνημόνευτους.

Ωστόσο χρειάζεται ένα γυναικείο εφηβαίο, που δεν παρεμβάλλει σπηλαιώδη σώματα ανάμεσα στον ειλεό και τη μηχανή, και δε θέτει ενδιάμεση στυτική ύλη, παρά μόνο δέρμα, νεύρα και κόκαλα, τυλιγμένα σε τζιν σε μια μεταρσιωμένη ερωτική μανία, μια επίβουλη παγερότητα, μια αδιάφορη προσαρμογή στην ευαισθησία του εραστή, μια απόλαυση στη διέγερση του πόθου του χωρίς να υφίσταται το ξεχείλισμα του δικού σου πόθου: η αμαζόνα πρέπει να ξετρελαίνει το φλίπερ και ν’ απολαμβάνει εκ των προτέρων το γεγονός ότι αργότερα θα το εγκαταλείψει» .

Ουμπέρτο Έκο, Το εκκρεμές του Φουκώ

Σάββατο 8 Ιουνίου 2019

Κορτάσαρ, ξανά

Φαντάζομαι τον άνθρωπο σαν αμοιβάδα που βγάζει ψευδοπόδια για να φτάσει και να περικυκλώσει την τροφή της. Υπάρχουν ψευδοπόδια που είναι μακριά ή κοντά, κινήσεις, ελιγμοί. Μια μέρα όλα αυτά παγιώνονται (είναι αυτό που λένε ωριμότητα, δημιουργημένος άνθρωπος). Από την μια μεριά φτάνει μακριά, από την άλλη δε βλέπει μια λάμπα στα δύο μέτρα. ... ώσπου μια ακαριαία κατολίσθηση του δείχνει, για μια στιγμή, χωρίς όμως δυστυχώς να του δίνει και τον καιρό να καταλάβει τι,
του δείχνει την κατακερματισμένη του ύπαρξη, τα ακανόνιστα ψευδοπόδια του,
την υποψία ότι παραπέρα, εκεί που τώρα βλέπω μόνο τη διάφανη ατμόσφαιρα,
ή σ΄αυτήν την αναποφασιστικότητα, στη διασταύρωση των προαιρέσεων,
εγώ ό ίδιος, στο υπόλοιπο της πραγματικότητας που αγνοώ, περιμένω τον εαυτό μου ματαίως.

Χούλιο Κορτάσαρ - "Το κουτσό"

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος

Το κτήριο: γκρίζο, τετράγωνο, τριάντα τέσσερα ολόκληρα πατώματα. Και στην είσοδο η επιγραφή:

ΚΕΝΤΡΟ ΕΠΩΑΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ.

Στον θυρεό το έμβλημα τού Παγκόσμιου Κράτους:

ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ, ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ.

Η πελώρια αίθουσα, στο ισόγειο, έβλεπε κατά τον Βορρά. Έξω ήταν καλοκαίρι. Μέσα στην αίθουσα η θερμοκρασία ήταν τροπική. Κι όμως, τι χειμώνας γύρω! Τι παγωνιά! Μια ηλιαχτίδα που ταξίδευε, απ’ το μεγάλο παράθυρο, μάταια έψαχνε να βρει κάποια επιφάνεια που να τήν σκεπάζει κανένα βαρύ, σπλαχνικό υφαντό. Κάποιο ρίγος πνευματικότητας σ’ ένα αχνό σχήμα.

Όλα γύρω, χειμωνιά στη χειμωνιά. Τζάμι και νίκελ, και η ζοφερά γυαλισμένη πορσελάνη των επιστημονικών εργαστηρίων. Άσπρες οι φόρμες των εργαζομένων, και τα χέρια τους ντυμένα με γάντια από καουτσούκ στο χρώμα των πτωμάτων. Φάντασμα το φως, παγωμένο λείψανο. Μόνο από τους μπρούντζινους σωλήνες των μικροσκοπίων δανειζότανε μια ουσία κάπως πλούσια και ζωντανή. Κάτω από κάθε φακό, σαν μικρά, ορεκτικά κομμάτια κασέρι, ήταν τα λήμματα, σ? ατέλειωτες σειρές, παρατεταγμένα πάνω στα εργαστηριακά τραπέζια.

«Κι αυτός», είπε ο Διευθυντής ανοίγοντας την πόρτα, «είναι ο Θάλαμος Γονιμοποίησης».

Την ώρα που ο Διευθυντής Επωαστηρίων και Πληθυσμιακού Προγραμματισμού μπήκε στον θάλαμο, τριακόσιοι Γονιμοποιοί, σκυμμένοι πάνω στα όργανα τής εργασίας τους, ήταν βυθισμένοι στη δουλειά τους, μέσα σε μια αποπνικτική, σχεδόν, σιγή, τη σιγή τής απόλυτης προσήλωσης, που την διέκοπτε μόνον κάποιος ψίθυρος, ή έστω κι ένα μικρό μηχανικό σύριγμα. Μια ομάδα από νέους φοιτητές που μόλις είχαν φτάσει στο Κέντρο, νεαρά ροδομάγουλα ξεπεταρούδια, ακολουθούσαν τον Διευθυντή κατά πόδας, σχεδόν, σαν αυτόματα. Ο καθένας τους κρατούσε ένα σημειωματάριο όπου σημείωνε, με βιάση, τα όσα έλεγε ο διαπρεπέστατος άνδρας. Ναι, είχαν το προνόμιο να αντλούν τη γνώση από την πηγή. Και τί προνόμιο! Ο Διευθυντής Επωαστηρίων και Πληθυσμιακού Προγραμματισμού τού Κεντρικού Λονδίνου πάντοτε φρόντιζε να οδηγεί προσωπικά τους νέους φοιτητές στην πρώτη επίσκεψη των διαφόρων τμημάτων.

«Έτσι, για να σάς παράσχω μια γενική ιδέα», εξηγούσε.

Βέβαια, κάποια γενική ιδέα θα έπρεπε να αποκτήσουν για να μπορούν να διεκπεραιώνουν υπεύθυνα την εργασία τους. Αλλά μόνον τόση, όση χρειαζότανε και τίποτα παραπάνω — τα χρηστά μέλη τού Συνόλου, για να είναι ευτυχή, δεν πρέπει να ξέρουν πολλά.

Όλοι, άλλωστε, τό ήξεραν πως οι λεπτομέρειες είναι που οδηγούν στην αρετή και την ευτυχία, ενώ οι γενικότητες είναι απλώς αναγκαία πνευματικά κακά. Η Κοινωνία δεν βασίζεται στους φιλόσοφους, αλλά στους φιλολόγους και στους συλλέκτες γραμματοσήμων.

«Από αύριο», συνήθιζε να λέει, χαμογελώντας με μια κάπως απειλητική μεγαθυμία, «θα στρωθείτε σε σοβαρή εργασία και δεν θα έχετε καιρό για γενικότητες. Στο μεταξύ όμως, θα σάς πω ολίγα τινά…».

Οι νέοι σπουδαστές κρατούσαν σημειώσεις σαν τρελοί. Είχαν το προνόμιο να καταγράφουν τα «ολίγα τινά» στο σημειωματάριό τους κατ’ ευθείαν από την πηγή. Και τι προνόμιο!

Ψηλός, λιγνός και ευθυτενής, ο Διευθυντής προχώρησε στον θάλαμο. Είχε μακρύ σαγόνι, μεγάλα προεξέχοντα δόντια που τα σκέπαζαν, όταν δεν μιλούσε, πλούσια, καλογραμμένα χείλια. Να ταν νέος: Να ταν γέρος; Τριάντα; Πενήντα; Πενήντα πέντε; Ήταν δύσκολο να τό πεις και, στο κάτω-κάτω, το θέμα δεν είχε σημασία. Στο έτος αυτό τής Σταθερότητας, το 632 Α.Θ.Μ.*, δεν σου περνούσε καν από το μυαλό το θέμα τής ηλικίας. Ήταν, πια, εντελώς ξεπερασμένο

«θ’ αρχίσω από την αρχή», είπε ο Δέλτα Έψιλον Πι Πι, και οι πιο επιμελείς από τους φοιτητές κατέγραψαν, κι αυτή, ακόμη, την πρόθεση του στο σημειωματάριό τους: «Θ* αρχίσουμε από την αρχή!».

***

* 632 Α.Θ.Μ. = Από θεοποιήσεως Μηχανής. Το έτος Ένα Α.Θ.Μ. τοποθετείται, περίπου, στην ιστορική περίοδο τής διάδοσης ατμοκινήτων αυτοκινήτων στην αμερικανική ήπειρο από έναν προφήτη που άκουγε στο όνομα Χένρυ Φορντ (Σ.τ.Μ.).

Άλντους Χάξλεϋ - Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος