Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Ταξιδεύοντας με τον Τομ Ρόμπινς

«Η ισότητα δεν είναι να βλέπεις διαφορετικά πράγματα όμοια, ισότητα είναι να βλέπεις διαφορετικά πράγματα διαφορετικά.» (Τρυποκάρυδος)

«Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων σ’ αυτόν τον κόσμο: αυτοί που πιστεύουν πως υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων σ’ αυτόν τον κόσμο κι αυτοί που είναι αρκετά έξυπνοι και ξέρουν κάτι περισσότερο.» (Τρυποκάρυδος)

«Πριν 2000 χρόνια μια παρθένα γέννησε ένα παιδί. Και εμείς ακόμα να το ξεπεράσουμε.» (Ο χορός των εφτά πέπλων)

«Δεν είναι ποτέ πολύ αργά για να έχεις ευτυχισμένα παιδικά χρόνια.» (Τρυποκάρυδος)

«Η φυσιολογικότητα είναι η μεγαλύτερη νεύρωση του πολιτισμού» (Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν)

«Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία αξίζει κανείς να ζει, λίγα για τα οποία αξίζει να πεθάνει, και τίποτα για το οποίο να αξίζει να σκοτώσει.» (Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν)

«Η αγάπη εύκολα μας μπερδεύει επειδή βρίσκεται συνεχώς σε ροή ανάμεσα στην ψευδαίσθηση και την ουσία, τις αναμνήσεις και τις ευχές, την ικανοποίηση και την ανάγκη.» (Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν)

«Σπαταλάμε χρόνο για να βρούμε τον τέλειο εραστή, αντί να φτιάξουμε την τέλεια αγάπη» (Τρυποκάρυδος)

«Αμνησία είναι να μην ξέρεις ποιος είσαι και να θέλεις απελπισμένα να το ανακαλύψεις. Ευφορία είναι να μην ξέρεις ποιος είσαι και να μη σε νοιάζει. Έκσταση είναι να ξέρεις πολύ καλά ποιος είσαι, αλλά και πάλι να μη σε νοιάζει.» (Αμάντα, το κορίτσι της γης)

«Η λογική δίνει στον άνθρωπο μόνο ότι χρειάζεται. Η μαγεία του δίνει ότι θέλει.» (Αμάντα, το κορίτσι της γης)

«Οι ποιητές θυμούνται τα όνειρά μας, οι παράνομοι τα πραγματοποιούν.» (Τρυποκάρυδος)

«Μην εμπιστευτείς ποτέ κάποιον που θα προτιμούσε να είναι γραμματικά σωστός, από το να περάσει καλά» (Ο χορός των εφτά πέπλων)

«Ένα πραγματικό κάθαρμα είναι πάντα προτιμότερο από έναν ψεύτικο ήρωα» (Villa Incognito)

Παράδεισος

Στεκόμουν σιωπηλός για ώρα απέναντί της. Την επεξεργαζόμουν προσεκτικά. Κοίταζα τις γραμμές των χειλιών της. Κολλούσα στους λοβούς των αυτιών της που μόλις που φαίνονταν κάτω από τα πυκνά μαλλιά της. Έψαχνα το βλέμμα της εναγωνίως, αλλά όταν μου το χάριζε το απέφευγα φοβούμενος μήπως έτσι διακρίνει τον πόθο μου. Τα χέρια της ήταν ήσυχα κουρνιασμένα μεταξύ τους. Ένιωθα ένα δυνατό κύμα ενέργειας να με διαπερνά. Όποτε άλλαζε στάση τιναζόμουν για να την ακολουθήσω. Μα αυτή έμενε εκεί. Ήθελε να την κοιτάζω. Τώρα είμαι σίγουρος. Της άρεσε να την κοιτάζω. Κι εγώ, υποταγμένος στη θέλησή της, την επεξεργαζόμουν προσεκτικά. Στεκόμουν σιωπηλός για ώρα απέναντί της. Κι αυτό ήταν ο παράδεισος.

Lagrimas de oro

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Κυνισμός - Ιδεολογία

Τον πλέον στοιχειώδη ορισμό της ιδεολογίας ενδεχομένως να τον προσφέρει η αρκετά γνωστή φράση από τοΚεφάλαιο του Μάρξ: ''Sie wissen das nicht, aber sie tun es''-''Δεν το ξέρουν αυτό, μα το κάνουν''*. Η ίδια η έννοια της ιδεολογίας ενέχει ένα είδος βασικής, καταστατικής naïveté*: την παραγνώριση των ίδιων της των προυποθέσεων, των ίδιων των πραγματικών όρων της, μιαν απόσταση, μιαν απόκλιση ανάμεσα στην αποκαλούμενη κοινωνική πραγματικότητα και τη στρεβλή παράσταση που έχουμε γι'αυτήν, την ψευδή συνείδησή μας. Γι'αυτό μια τέτοια ''αφελής συνείδηση'' μπορεί να υποβληθεί στο ιδεολογικοκριτικό διάβημα, το οποίο αποσκοπεί να οδηγήσει την αφελή συνείδηση σε ένα σημείο όπου θα μπορέσει να αναγνωρίσει τους δικούς της πραγματικούς όρους, την κοινωνική πραγματικότητα την οποία διαστρεβλώνει, και, μέσω αυτής ακριβώς της πράξης, να αυτοδιαλυθεί. Στις πλέον εκλεπτυσμένες εκδοχές των κριτικών της ιδεολογίας-σ'αυτήν που ανέπτυξε η Σχολή της Φρανκφούρτης, παραδείγματος χάριν-το ζητούμενο δεν είναι απλώς να ιδωθούν τα πράγματα (η κοινωνική πραγματικότητα δηλαδή) όπως ''πραγματικά είναι'', να πετάξουμε τα διαστρεβλωτικά ματογυάλια της ιδεολογίας. Το βασικό είναι να δούμε πως η ίδια η κοινωνική πραγματικότητα δεν μπορεί να αναπαραχθεί δίχως τον αποκαλούμενο ιδεολογικό φενακισμό. Η μάσκα δεν κρύβει απλώς την πραγματική κατάσταση των πραγμάτων. Η ιδεολογική διαστρέβλωση είναι εγγεγραμμένη στην ίδια την ουσία της.
Ανακαλύπτουμε τότε το παράδοξο ενός όντος το οποίο μπορεί να αναπαραχθεί μόνο εφόσον παραγνωρίζεται και παραβλέπεται: τη στιγμή που το βλέπουμε ''όπως πραγματικά είναι'', το ον αυτό διαλύεται στο μηδέν ή, ακριβέστερα, μετατρέπεται σε μια πραγματικότητα άλλου είδους. Για τον λόγον αυτόν, οφείλουμε να αποφεύγουμε τις απλές μεταφορές του ξεμασκαρέματος ή του παραμερισμού των πέπλων που υποτίθεται ότι κρύβουν τη γυμνή πραγματικότητα. Μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο Λακάν, στο σεμινάριό του L'Ethique de la psychanalyse [H Ηθική της ψυχανάλυσης], αποστασιοποιείται από την απελευθερωτική χειρονομία που συνίσταται στο να πούμε τελικά ότι ''ο αυτοκράτορας είναι γυμνός''. Όπως το θέτει, ο αυτοκράτοας δεν είναι γυμνός παρά μόνο κάτω από τα ρούχα του, οπότε εάν υπάρχει μια ψυχαναλυτική χειρονομία ξεμασκαρέματος βρίσκεται εγγύτερα στο γνωστό αστείο του Αλφόνς Αλλαί, το οποίο αναφέρει: κάποιος δείχνει μια γυναίκα και αναφωνεί έντρομος, ''Κοιτάξτε την, τί ντροπή, κάτω από τα ρούχα της είναι εντελώς γυμνή!'' (Lacan, 1986, σ.231).
Όμως όλα τούτα είναι ήδη αρκετά γνωστά, αφού πρόκειται για την κλασική έννοια της ιδεολογίας ως ''ψευδούς συνείδησης'', ως παραγνώρισης της κοινωνικής πραγματικότητας που συνιστά μέρους της ίδιας της πραγματικότητας. Θα πρέπει ωστόσο να διερωτηθούμε αν η έννοια της ιδεολογίας ως αφελούς συνείδησης βρίσκει ακόμα εφαρμογή στον σημερινό κόσμο, αν διατηρεί τη λειτουργικότητά της. Στο βιβλίο του Kritik den zynischen Vernunft [Κριτική του κυνικού Λόγου], ένα μεγάλο best-seller στη Γερμανία (Sloterdijk, 1983), o Πέτερ Σλότερνταϊκ αναπτύσσει τη θέση ότι ο κυρίαρχος τρόπος λειτουργίας της ιδεολογίας είναι κυνικός, κάτι που καθιστά αδύνατο-ή, ακριβέστερα, μάταιο-το κλασικό ιδεολογικοκριτικό διάβημα. Το κυνικό υποκείμενο έχει σαφώς επίγνωση της απόστασης ανάμεσα στο ιδεολογικό προσωπείο και την κοινωνική πραγματικότητα, εξακολουθεί μολαταύτα να επιμένει στο προσωπείο. Συνεπώς, η φόρμουλα την οποία προτείνει ο Σλότερνταϊκ είναι: ''ξέρουν πολύ καλά τί κάνουν, κι όμως, το κάνουν''. Ο κυνικός Λόγος δεν είναι πλέον αφελής, αλλά ένα παράδοξο πεφωτισμένης ψευδούς συνείδησης: ξέρει κανείς πολύ καλά το ψεύδος, έχει πλήρη επίγνωση του επιμέρους συμφέροντος που κρύβεται πίσω από την ιδεολογική καθολικότητα, και εντούτοις δεν την αποποιείται.
Θα πρέπει να διακρίνουμε αυστηρά την παραπάνω κυνική θέση από αυτό που ο Πέτερ Σλότερνταϊκ αποκαλεί Κυνισμό [Kynismus]*. Ο Κυνισμός αντιπροσωπεύει τη λαική, πληβειακή απόρριψη της επίσημης κουλτούρας μέσω της ειρωνίας και του σαρκασμού: η κλασική Κυνική στάση συνίσταται στο να αντιμετωπίζουμε τις δακρυβρεχτες φράσεις της κυρίαρχης επίσημης ιδεολογίας-την επίσημη, σοβαρή τονικότητά της-με την καθημερινή κοινοτοπία και να τις γελοιοποιούμε, εκθέτοντας έτσι τα εγωιστικά συμφέροντα, τη βία, τις βάρβαρες αξιώσεις για εξουσία που βρίσκονται πίσω από την υψηλή noblesse* της ιδεολογίας. Η διαδικασία αυτή, ως εκ τούτου, είναι μάλλον πραγματολογική παρά επιχειρηματολογική: ανατρέπει την επίσημη πρόταση φέρνοντάς την αντιμέτωπη με την κατάσταση εκφοράς της. Προχωρά ad hominem (παραδείγματος χάριν, όταν ένας πολιτικός κηρύττει το καθήκον της πατριωτικής θυσίας, ο Κυνισμός εκθέτει το προσωπικό κέρδος που αποκομίζει από τη θυσία των άλλων).
Ο κυνισμός αποτελεί την απάντηση της κυρίαρχης κουλτούρας σ'αυτή την Κυνική ανατροπή: αναγνωρίζει και λαμβάνει υπόψη του το επιμέρους συμφέρον πίσω από την ιδεολογική καθολικότητα, την απόσταση ανάμεσα στην ιδεολογική μάσκα και την πραγματικότητα, εξακολουθεί όμως να βρίσει λόγους για να κρατήσειτη μάσκα. Ο κυνισμός αυτός δεν είναι μια άμεσα ανήθικη θέση, είναι μάλλον η ηθικότητα στην υπηρεσία της ανηθικότητας-το μοντέλο της κυνικής σοφιας είναι να συλλαμβάνει την εντιμότητα, την ακεραιότητα, ως την υψηλότερη μορφή ατιμίας και την ηθική ως την υψηλότερη μορφή ακολασίας ή την αλήθεια ως την αποτελεσματικότερη μορφή ψεύδους. Πρόκειται ως εκ τούτου για ένα είδος ανεστραμμένης ''άρνησης της άρνησης'' της επίσημης ιδεολογίας: αντιμετώπη με τον παράνομο πλουτισμό ή με την ληστεία, η κυνική αντίδραση συνίσταται στον ισχυρισμό ότι ο νόμιμος πλουτισμός είναι μακράν αποτελεσματικότερος ενώ, επιπλέον, προστατεύεται από το νόμο. Όπως το θέτει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ στην Όπερα της πεντάρας: ''Τί είναι η ληστεία μιας τράπεζας σε σύγκριση με την ίδρυση μιας τράπεζας;''
Είναι συνεπώς προφανώς ότι, αντιμέτωπη με έναν τέτοιο κυνικό Λόγο, η παραδοσιακή κριτική της ιδεολογίας έχει χάσει την αποτελεσματικότητά της. Δεν μπορούμε πλέον να υποβάλουμε το ιδεολογικό κείμενο στη ''συμπτωματολογική ανάγνωση'', αντιπαραθέτοντάς το με τα τυφλά σημεία του, με ό,τι οφείλει να απωθήσει προκειμένου να οργανωθεί, να διατηρήσει τη συνοχή του-ο κυνικός Λόγος λαμβάνει εκ των προτέρων υπόψη του την απόσταση αυτή. Μήπως τότε δεν μας απομένει άλλη διέξοδος εκτός από το να βεβαιώσουμε ότι, με την επικράτηση του κυνικού Λόγου, βρισκόμαστε στον αποκαλούμενο μεταιδεολογικό κόσμο; Ακόμα και ο Αντόρνο κατέληξε σε τούτο το συμπέρασμα, εκκινώντας από την προκείμενη ότι ιδεολογία, αυστηρά εννοούμενη, αποτελεί μόνον ένα σύστημα το οποίο έχει αξιώσεις αληθείας-δηλαδή το οποίο δεν είναι απλώς ψέμα αλλα ένα ψέμα που βιώνεται ως αλήθεια, ένα ψέμα που αξιώνει να το πάρον στα σοβαρά. Η ολοκληρωτική ιδεολογία δεν έχει πλέον τέτοιες απαιτήσεις. Δεν αποβλέπει, ακόμα και για τους δημιουργούς της, στο να την πάρουμε στα σοβαρά-έχει απλώς το καθεστώς ενός μέσου χειραγώγησης, καθαρά εξωτερικού και εργαλειακού. Την κυριαρχία της δεν την διασφαλίζει η αξία αληθείας της αλλά η απλή εξωιδεολογική βία και η υπόσχεση οφέλους.
Εδώ, ακριβώς στο σημείο αυτό, θα πρέπει να εισαχθεί η διάκριση μεταξύ συμπτώματος και φαντασίωσης, προκειμένου να δειχθεί πόσο εσπευσμένο είναι το συμπέρασμα ότι ζούμε σε μια μεταιδεολογική κοινωνία: ο κυνικός Λόγος με όλη την ειρωνική αποστασιοποίησή του, αφήνει ανέγγιχτο το θεμελιώδες επίπεδο της ιδεολογικής φαντασίωσης, το επίπεδο όπου η ιδεολογία δομεί την ίδια την κοινωνική πραγματικότητα.

*Ότι ''εξισώνοντας στην ανταλλαγή το ένα με το άλλο τα διαφορετικά προιόντα τους σαν αξίες, εξισώνουν μεταξύ τους τις διάφορες εργασίας τους σαν ανθρώπινη εργασία", ελλ. μτφρ. σ.87. (Σ.τ.μ).
* αφέλειας
*Στο βιβλίο του Kritik den zynischen Vernunft, ο Σλότερνταϊκ διακρίνει τον κυνισμό [Zynismus] το οποίο χαρακτηρίζει ως ''πεφωτισμένη ψευδή συνείδηση'' από τον Κυνισμό [Kynismus] το οποίο προτείνει, παραπέμποντας στον αρχαιοελληνικό κυνισμό (Σ.τ.μ).
*ευγένεια.

από το Υψηλό Αντικείμενο της Ιδεολογίας, Σλαβόι Ζίζεκ

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Ο κόμπος στο χτένι

Θεωρητικά είναι αδύνατο να αναπτύξει ένας πολιτισμός τα (εθνο)Μαθηματικά του, αν δεν αναπτύξει πρώτα έναν κάποιο τρόπο γραφής. Για να μετρήσει και να υπολογίσει, για να διαχειριστεί και να αποφασίσει, ο άνθρωπος χρησιμοποιεί κάποια συγκεκριμένα εργαλεία, επινοημένα από την ανάγκη του και την επιθυμία του να καταγράψει τους "θησαυρούς" που είχε συσσωρεύσει.. Μια τέτοια ανάγκη, μάλλον, δεν υπήρχε κατά το χρονικό διάστημα εκείνο που ο μόνος τρόπος επιβίωσης ήταν η συνεχής μετακίνηση του είδους μας προς αναζήτηση της τροφής του. Τι να ήθελε να γράψει πριν, ενώ ακόμη περιπλανιόταν, τι να μετρήσει και τι είδους λογαριασμούς να ήθελε να κρατήσει, ποιος ξέρει; Εικασίες κάνουμε... Παρόλα αυτά το βέβαιο είναι πως η "γραφή" και η μέτρηση δεν εμφανίστηκαν σε μια νύχτα μέσα, αλλά ξεπήδησαν -σχεδόν ταυτόχρονα- μετά από πολλά χρόνια προσπάθειας του ανθρώπου να εγκατασταθεί κάπου μόνιμα και να πάψει να περιπλανιέται αναζητώντας την τροφή του.. Κάπου εκεί στη Γόνιμη Ημισέληνο εμφανίζεται, περίπου 11.000 χρόνια πριν, η πρώτη αγροκαλλιέργεια και ξεκινά η μόνιμη εγκατάσταση ανάμεσα στον Τίγρη και στον Ευφράτη, όπου αναπτύσσονται μεγάλες πόλεις κι εμφανίζονται οι πρώτες ταξικές κοινωνίες. Το πλεόνασμα της τροφής που παράγεται, απαιτεί να δημιουργηθούν νέα επαγγέλματα, όπως οι γραμματείς, οι λογιστές, οι αποθηκάριοι..Και η διαχείριση του πλεονάσματος απαιτεί την επινόηση νέων εργαλείων και νέων μεθόδων...Εδώ γίνεται πλέον επιτακτική η ανάγκη της μέτρησης και της καταγραφής των αποθηκευμένων πλεονασμάτων..
Το θέμα αυτό αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου θέματα, για ομιλία σε μαθητές, και καταλήγει να εξηγεί το εξηκονταδικό σύστημα των Σουμερίων, που το υιοθέτησαν και το βελτίωσαν οι Βαβυλώνιοι, καθώς και εκείνο των Αιγυπτίων που αναπτύχθηκε περίπου την ίδια περίοδο, κατά μήκος του Νείλου.
"Εν αρχή ην..ένα ποτάμι", είναι ο τίτλος της ομιλίας και φαίνεται πως αρέσει στα παιδιά που την ακούν, επειδή δίνει έμφαση στα είδη των αριθμητικών συστημάτων, συγκρίνοντάς τα μεταξύ τους και καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως, τελικά, είμαστε πραγματικά τυχεροί που έχουμε έναν τόσο εύκολα διαχειρίσιμο κώδικα όπως το δεκαδικό, θεσιακό, σύστημα αρίθμησης που επινόησαν οι Ινδοί και αξιοποίησαν οι Άραβες αρκετούς αιώνες πριν το πάρουμε χαμπάρι εμείς, οι δυτικοί.. Αλλά κι αφού το πήραμε είδηση, όταν ο Fibonacci έγραψε το "βιβλίο του άβακα", παρουσιάζοντας το ινδοαραβικό σύστημα και τις αλγοριθμικές του διαδικασίες για τους υπολογισμούς που θα μπορούσε πλέον να κατανοήσει ο καθένας - ή σχεδόν - σε αντίθεση με το κυρίαρχο λατινικό -πανδύσκολο- σύστημα, χρειάστηκαν ακόμη μερικοί αιώνες μέχρι να επιτρέψουν οι κρατούντες να διαχυθεί μια τόσο πολύτιμη γνώση που θα έκανε τον καθένα ικανό να διαχειρίζεται το έχειν του, κυρίως το μη έχειν του, τουτέστιν το χρέος του, και να προλαβαίνει ενδεχομένως μια χρεοκοπία ή να βάζει φραγή στην αναίσχυντη κλοπή..
Έχει να κάνει με την αντιληπτική ικανότητα του είδους μας, ο τρόπος της αντίδρασής μας, για την οποία έχουν γραφτεί πολλά κι έχουν ειπωθεί ακόμη περισσότερα, όπως το καίριο ερώτημα:
"Πώς και πότε αναπτύσσουμε έναν "κώδικα";" Το πότε είναι σχετικά εύκολο να απαντηθεί. Ένας κώδικας αναπτύσσεται όταν το απαιτούν οι ανάγκες ή όταν το ευνοούν οι συνθήκες ή - κι αυτή είναι η καλύτερη περίπτωση - όταν συμβαίνουν και τα δύο.. Σε τέτοιες περιπτώσεις το είδος μας, όπως και άλλα έμβια είδη, αναπτύσσει έναν ιδιαίτερο κώδικα επικοινωνίας, ο οποίος μπορεί να εξυπηρετεί την ανάγκη διαχείρισης των αποθηκευμένων υλικών πλεονασμάτων ή ακόμη και αυτών των .. ψυχικών αποθεμάτων(!), τα οποία είτε παρουσιάζουν έλειμμα είτε πλεόνασμα, απαιτούν τη δική τους, ιδαίτερη, μεταχείριση..
Και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, όταν ευνοούνται από το συναισθηματικό υπόβαθρο ή από άλλους, κατά περίσταση, κατάλληλους καταλύτες, αναπτύσσονται κώδικες, που πιθανόν για έναν τρίτο, μη εμπλεκόμενο, να μη σημαίνουν τίποτε απολύτως ή να έχουν ένα εντελώς διαφορετικό νόημα, από αυτό που εμείς δίνουμε στις λέξεις, στα σύμβολα, στις κινήσεις, στα σχήματα, (όπου ο ένας κάνει τα μισά κι ο άλλος τα άλλα μισά, μέχρι να αποκτήσουν νόημα), ακόμη και στα πράγματα.
Τι μπορεί να είναι αυτό; Ίσως ένα κόσμημα που στολίζει το μπούστο μιας νέας γυναίκας; Ή ένας ενδείκτης του ετοιμοπόλεμου ιθαγενή, που 'χει ήδη χαράξει πορεία προς το μονοπάτι του πολέμου.. Ή, ίσως, να είναι κάτι πιο ..αισιόδοξο, όπως μια ονειροπαγίδα, απ' αυτές που κάποιοι τοποθετούν δίπλα στο κρεβάτι τους, για να παγιδεύουν τα όμορφα όνειρα κι ύστερα να ... παγιδεύονται οι ίδιοι σ' αυτά! Σαν να παγιδεύουν την παγίδα τους, δηλαδή!
Εντάξει, πιθανόν, να έχετε ήδη καταλάβει πως δεν είναι τίποτε από όλα τα προηγούμενα.. κι ίσως ακόμη να έχετε καταλάβει πως είναι ένα quipu, ένα σύστημα σκοινιών και κόμπων από αυτά που χρησιμοποιούσαν οι Ίνκας για να καταγράφουν τις πληροφορίες που ήθελαν να μεταφέρουν στην αχανή τους κυριαρχία.. Ένας πολιτισμός που αναπτύχθηκε και ήκμασε, χωρίς να έχει προηγουμένως αναπτύξει ένα σύστημα γραφής..
Να που τελικά κάποιοι, όπως οι Ίνκας, σε αντίθεση με το γενικό κανόνα, κατάφεραν να αναπτύξουν τον πολιτισμό τους και τα μαθηματικά τους, χωρίς να έχουν επινοήσει κάποιον γραπτό κώδικα επικοινωνίας..
Αλλά, η απουσία γραφής, από την άλλη, ίσως αποτέλεσε τον λόγο της βραχύβιας κυριαρχίας τους, σε αντίθεση με τους μακρόβιους πολιτισμούς που είχαν όλοι το δικό τους σύστημα γραφής ..
Οι Ίνκας διατήρησαν έναν πολιτισμό για εκατό μόλις χρόνια!! Τι συνέβη και χάθηκαν; Λύθηκαν οι κόμποι; Ή μήπως ... έφτασαν στο χτένι.. Ποιος ξέρει;
Υπάρχουν κάποιοι που λένε πως όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι, για να λυθεί το πρόβλημα πρέπει να σπάσει το χτένι.. Αλλά σε τέτοια θέματα δίνει ορθή απάντηση αυτός που 'χει .. το γένι!

Ένα μέλος της φυλής Βουχούνα λέει σε έναν ανθρωπολόγο της Δύσης ότι 2+2=5. Ό ανθρωπολόγος τον ρωτά πως το ξέρει αυτό. Εκείνος λέει: "Μετρώντας, φυσικά. Πρώτα δένω δυο κόμπους σε ένα σχοινί. Μετά δένω δυο κόμπους σε ένα άλλο σχοινί. Όταν ενώσω τα δυο σχοινιά, έχω πέντε κόμπους".

mathandliterature.blogspot.gr

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Περιπλανώμενος

Προσπαθώ πραγματικά όσο κρατούν οι συνειρμοί των αναμνήσεών μου να κρατηθώ μόνο στα γεγονότα: οι παραισθήσεις όμως είναι κι αυτές γεγονότα

Μπορεί να καταλήξουμε σε ένα σύστημα καλύτερο από τον καπιταλισμό, ή μπορεί και να οδηγηθούμε σε ένα σύστημα χειρότερο από τον καπιταλισμό. Το μόνο πράγμα που δεν μπορούμε να έχουμε είναι το καπιταλιστικό σύστημα.

Κάποιες φορές, όπως συμβαίνει στις μονές, περιδιάβαζε όλη τη μέρα στο περιβόλι, κοιτάζοντας τα φυτά σαν να ήταν χρυσοπράσια και σμαράγδια. Και τον είδα να τριγυρνά στην κρύπτη του θησαυρού και να κοιτάει ένα κιβώτιο κατάφορτο με σμαράγδια σα να ήταν θάμνος στρύχνου.(…) Μια μέρα τον βρήκα να περπατάει άσκοπα στον κήπο, σα να μην έπρεπε να λογοδοτήσει στο θεό για τα έργα του. Στο τάγμα είχα διδαχτεί έναν τελείως διαφορετικό τρόπο να διαθέτω τον χρόνο μου, και του το είπα. Και αυτός απάντησε ότι η ομορφιά του κόσμου δίνεται όχι μόνο από την ενότητα της πολυμορφίας, αλλ’ απ’ την πολυμορφία της ενότητας.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Λαβύρινθος

«Ένας άνθρωπος», γράφει ο Borges στον επίλογο της συλλογής του με τίτλο Ο Ποιητής, «βάζει σκοπό της ζωής του να ζωγραφίσει τον κόσμο. Χρόνια ολόκληρα γεμίζει μια επιφάνεια με εικόνες από επαρχίες, βασίλεια, βουνά, κόλπους,καράβια, νησιά, ψάρια,σπίτια, εργαλεία, άστρα, άλογα και ανθρώπους. Λίγο πριν πεθάνει ανακαλύπτει ότι αυτός ο υπομονετικός λαβύρινθος των γραμμών σχηματίζει την εικόνα του προσώπου του».

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Οι λεπτές πόλεις

Αν θέλετε να με πιστέψετε, καλώς. Τώρα θα σας πω πώς είναι φτιαγμένη η Οκταβία, η πόλη-αράχνη. Υπάρχει ένα βάραθρο ανάμεσα σε δύο απόκρημνα βουνά: η πόλη βρίσκεται στο κενό, δεμένη στις δύο άκρες με σχοινιά και αλυσίδες και πεζογέφυ­ρες. Περπατάς σε ξύλινους δοκούς, προσεκτικά μην πατήσεις στα διάκενα, ή γραπώνεσαι από την πλέξη του κανναβόσκοι-νου. Από κάτω, δεν υπάρχει τίποτα για εκατοντάδες και εκα­τοντάδες μέτρα: μερικά σύννεφα μόνο που τρέχουν πιο χαμη­λά διακρίνεται ο πάτος του βαράθρου.
Η βάση της πόλης είναι ένα δίχτυ που χρησιμεύει ως πέρα­σμα και ως στήριγμα. Όλα τα υπόλοιπα, αντί να υψώνονται προς τα πάνω, κρέμονται από κάτω: σχοινένιες σκάλες, αιώρες, σπίτια φτιαγμένα σαν σακιά, κρεμαστάρια, μπαλκόνια σαν μι­κρά καράβια, ασκοί νερού, καυστήρες υγραερίου, σούβλες, κα­λάθια κρεμασμένα σε σπάγγους, αναβατήρες, ντους, εφαλτή­ρια και κρίκοι για παιχνίδια, τελεφερίκ, λαμπτήρες, γλάστρες με αναρριχώμενα φυτά.
Κρεμασμένη πάνω από την άβυσσο, η ζωή των κατοίκων της Οκταβίας είναι λιγότερο αβέβαιη από ό,τι στις άλλες πόλεις. Ξέρουν ότι το δίχτυ δεν θα αντέξει περισσότερο από όσο είναι να αντέξει.

Ίταλο Καλβίνο - Οι Αόρατες Πόλεις

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Δόγμα ζωής

"Το δόγμα της ζωής είναι γνωστό από τότε που το πρώτο δίποδο σκότωσε ένα άλλο για να του αρπάξει τη λεία' το απροκάλυπτο "άρπαξε να φας και κλέψε να 'χεις" ήταν όρος επιβίωσης πολύ προτού ο Όμηρος μας προσφέρει την εκλέπτυνση: "αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων" (ιδίως το δεύτερο που σε καλεί σε συνεχή μάχη). Και οι μεγάλοι ψυχογιατροί τα ίδια λένε: ο άνθρωπος βρίσκεται σε διαρκή αναμέτρηση με τους άλλους' κάθε άνθρωπος προετοιμάζεται για επίθεση και άμυνα. Αλλά το μόνο πλέον θήραμα του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος (homo homini lupus)' ένας λύκος με λουρί πολιτισμού που το σπάει με κάθε ευκαιρία: φόνοι, αρπαγές, βιασμοί, ληστείες, πόλεμοι, πυρπολήσεις, λεηλασίες, υποδουλώσεις, αποικιοκρατία, Ιερά Εξέταση, εθνοκαθάρσεις, κρεματόρια, γκούλαγκ, Γκουαντάναμο. Αν αυτή η αλόγιστη επιθετικότητα απαντάει, όπως λένε, στο ένστικτο της απόκτησης, ο Τζένγκις Χαν, ο Τάρας Μπούλμπα και ο Αττίλας είναι σήμερα οι μεγαλοεπιχειρηματίες στις λίστες του Forbes. "

απόσπασμα από το "Εγχειρίδιο Βλακείας" του Διονύση Χαριτόπουλου

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Αυτόχειρες

"Το τόξο είναι ένα όπλο που παρουσιάζει έναν σημαντικό περιορισμό: δεν μπορεί να σου χρησιμέψει για να αυτοκτονήσεις. Αν και θα ήταν ακριβέστερο αν λέγαμε ότι δεν είναι εύκολο με το βέλος να θέσει κανείς τέλος στην ίδια του τη ζωή, δεν είναι και κάτι ακατόρθωτο, όπως το απέδειξαν τρεις ξακουστοί τοξότες που αυτοκτόνησαν στους ηρωικούς χρόνους.
Ο πρώτος απ' αυτούς στόχευε με τόση ακρίβεια, ώστε, όταν αποφάσισε να αφήσει αυτήν την κοιλάδα των δακρύων, το μόνο που είχε να κάνει ήταν να εξαπολύσει ένα βέλος προς το ζενίθ. Η σαϊτα υψώθηκε τόσο κάθετα, ώστε, όταν εξαντλήθηκε η ορμή της κι έφτασε στο σημείο του μέγιστου ύψους της, επέστρεψε λόγω της βαρύτητας ακριβώς από την ίδια τροχιά και καρφώθηκε στο κεφάλι του αυτόχειρα.
Ο δεύτερος τοξότης ήταν ταχύτατος. Εκτόξευσε οριζοντίως το τελευταίο βέλος του, κι ύστερα έτρεξε ξοπίσω του, το έφτασε, το προσπέρασε, μπήκε μπροστά του και το δέχτηκε στην καρδιά του.
Ωστόσο, αυτά τα δύο ωχριούν μπροστά στο κατόρθωμα του τρίτου. Αυτός ήταν τόσο δυνατός και είχε ένα όπλο τόσο ισχυρό, ώστε τεντώνοντας το τόξο του ως το μη παρέκει, για πρώτη και τελευταία φορά, στοχεύσε στον πολύ μακρινό εχθρό του, που ήταν ο ίδιος του ο εαυτός. Το βέλος έκανε το γύρω της Γης και καρφώθηκε θανάσιμα στην πλάτη του."


Κάρλο Φραμπέτι - "Η σιωπή της Καμηλοπάρδαλης" 

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Σταχυολογώντας

«….Περίεργο επάγγελμα η πολιτική, ακόμη κι αυτή εδώ η μηδαμινή πολιτική.
Γιατί ;
Διότι προϋποθέτει δύο ικανότητες που δεν συνδυάζονται μεταξύ τους.
Η πρώτη ικανότητα είναι η κατάκτηση της εξουσίας ( μπορεί να έχει κανείς τις καλύτερες ιδέες, αλλά αυτό δεν χρησιμεύει, εάν δεν έχει κατακτήσει την εξουσία).
Η δεύτερη είναι, μετά την κατάκτηση της εξουσίας, να την αξιοποιήσει κανείς, δηλαδή να κυβερνήσει.
Τίποτα όμως δεν εγγυάται ότι κάποιος που είναι ικανός να κυβερνήσει, είναι επίσης ικανός να ανέβει στην εξουσία. Στο παρελθόν, στις απόλυτες μοναρχίες, η άνοδος στην εξουσία προϋπέθετε να κολακεύει κανείς τον βασιλιά ή να είναι ευνοούμενος της Μαντάμ Πομπαντούρ.
Σήμερα, στις ψευδο – δημοκρατίες μας, η άνοδος στην εξουσία προϋποθέτει να κολακεύει κανείς την κοινή γνώμη ή να έχει τηλεοπτική φωτογένεια.
Χρησιμοποίησα τον όρο «ψευδο – δημοκρατία», διότι ανέκαθεν πίστευα και πιστεύω ότι η λεγόμενη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» δεν είναι αληθινή δημοκρατία.
Οι αντιπρόσωποι της ελάχιστα αντιπροσωπεύουν τους εκλογείς.
Κατά κύριο λόγο, αντιπροσωπεύουν τον εαυτό τους, ιδιαίτερα συμφέροντα, λόμπυ, κλπ.” 


Κορνήλιος Καστοριάδης, απόσπασμα από "Η άνοδος της ασημαντότητας"

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Άμμος

"Αυτό το σπίτι είναι πια μισοπεθαμένο...Τα μισά σπλάχνα του είχαν ξεσκιστεί και είχαν φαγωθεί από τα πλοκάμια της άμμου , που ρέει αδιάκοπα...Της άμμου που , εκτός από τον μέσο όρο του 1/8 του χιλιοστού , δεν έχει καν δικό της σχήμα... Κι όμως , κανένα πράγμα δεν μπορεί να αντισταθεί σ' αυτή την άμορφη , καταστροφική δύναμη... Ή , ακριβώς το ότι δεν έχει μορφή , είναι ίσως η ύψιστη έκφραση δύναμης ..."

"Θέλω να πω , τελικά, ότι ο κόσμος είναι κάτι σαν άμμος... Την άμμο , αν τη σκεφτούμε στη στατική της κατάσταση , δεν μπορούμε να συλλάβουμε την ουσία της... Δεν είναι ότι η άμμος ρέει , στην πραγματικότητα , μάλλον η ίδια η ροή είναι η άμμος..."

από το βιβλίο του Κόμπο Άμπε Η γυναίκα της άμμου 

Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

Οκτάβιο Πας και Κορνήλιος Καστοριάδης

Ο.Π.: Θεμέλιο της δημοκρατίας είναι η πολλαπλότητα των απόψεων, η οποία εξαρτάται από την πολλαπλότητα των αξιών. Όμως σήμερα, όλοι οι θεσμοί της σύγχρονης κοινωνίας και, κυρίως, οι μηχανισμοί της -όπως η αγορά και η διαφήμιση- καταστρέφουν την πολλαπλότητα υποτάσσοντας κάθε αξία στις τιμές της αγοράς. Με την έννοια αυτή, η αγορά μεταμορφώνει την πολλαπλότητα των αξιών σε μια μοναδική αξία, η οποία βασίζεται στη χρησιμότητα και όχι σε κάποια έννοια ηθικής.
Σήμερα, ασφαλώς, ζούμε σε περίοδο εκφυλισμού της δυτικής κοινωνίας” εκφυλισμού, που συμπίπτει με την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα είναι η συνύπαρξη των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας με τον βαθύτατο μηδενισμό και την κατάρρευση των αξιών. Όλα έχουν υποταγεί στους νόμους της οικονομίας και της κατανάλωσης. Οι πολίτες έχουν μετατραπεί σε καταναλωτές.
Κ.Κ.: Την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα θα την χαρακτήριζα «εξαπλωνόμενη έρημο». Για να απαντήσουμε στο ερώτημα «ποιος εξαπλώνει αυτή την έρημο;» πρέπει να απορρίψουμε όλες τις έως τώρα γνωστές θεωρίες της Ιστορίας. Δεν υπάρχουν πια «συνωμοσίες του μεγάλου κεφαλαίου», δεν υπάρχουν πια «κακοί». Κι όμως, τα πάντα συντρέχουν προς την ίδια κατεύθυνση» προς την κατεύθυνση της διαφθοράς, που έχει πλέον γίνει συστηματική” της αυτόνομης εξέλιξης της τεχνο-επιστήμης, που κανείς δεν ελέγχει» και βεβαίως, της αγοράς.
Σήμερα, δεν μας απασχολεί πλέον, εάν τα προϊόντα που παράγουμε είναι χρήσιμα. Το μόνο που μας απασχολεί είναι, εάν θα πωληθούν και ίσως ούτε καν αυτό, διότι ξέρουμε ότι έτσι κι αλλιώς θα πωληθούν μέσω της διαφήμισης.
Ο.Π.: Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα δεν είναι η τεχνολογία. Πιστεύω πως εκείνο που πρέπει να μας απασχολήσει είναι η γενικευμένη παθητικότητα των ανθρώπων, η οποία νομίζω ότι συνδέεται με την παταγώδη αποτυχία του επαναστατικού κινήματος στον 20ό αιώνα.
Μετά την αποτυχία του κομμουνισμού βρεθήκαμε μπροστά σε μιαν «ιστορική παύση», σε ένα κενό. Δεν έχουμε ιστορικό πρόταγμα, ενώ παράλληλα ανεχόμαστε την παρούσα κατάσταση” κατάσταση που καταστρέφει τις αξίες και μεταμορφώνει τη σύγχρονη κοινωνία σε κοινωνία κατανάλωσης.
Κ.Κ.: Σίγουρα υπάρχει απογοήτευση. Σίγουρα υπάρχει τρομερή διάψευση των ελπίδων ενός μεγάλου μέρους της ανθρωπότητας. Οι, διανοούμενοι και οι εργάτες διαψεύστηκαν, είτε από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα (τα οποία οδήγησαν στην εξόντωση και σε πρωτοφανή καταπίεση), είτε από τη σοσιαλδημοκρατία των δυτικών κοινωνιών (η οποία κατέληξε να είναι απλή διαχειρίστρια του συστήματος συμβιβαζόμενη κάθε φορά με την υπάρχουσα τάξη). Επί πλέον, τις τελευταίες δεκαετίες, διαπιστώνουμε την καταπληκτική προσαρμογή του κόσμου στο καπιταλιστικό καθεστώς, στην καινούργια εκδοχή του, την κοινωνία της κατανάλωσης, όπως κι εσείς είπατε προηγουμένως.
Το κύριο χαρακτηριστικό της σύγχρονης παραγωγής είναι ακριβώς αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «ενσωματωμένη φθορά»» δηλαδή προϊόντα κατασκευασμένα με τέτοιο τρόπο, ώστε να φθείρονται πολύ γρήγορα. Ένας φίλος μου, που εργαζόταν σε αυτοκινητοβιομηχανία, έλεγε ότι μια Ρολς Ρους στοιχίζει τελικά λιγότερο από ένα μικρό Φίατ. Και είχε δίκιο. Είχε δίκιο, διότι ένα αυτοκίνητο σαν τη Ρολς Ρους αντέχει στον χρόνο και δεν χρειάζεται κάθε τόσο δαπανηρές επισκευές, ενώ το Φίατ μετά από τέσσερα ή πέντε χρόνια αχρηστεύεται.
Ο.Π.: Αναρωτιέμαι μήπως η παθητικότητα του κόσμου έχει κάποια σχέση με τη βελτίωση των υλικών συνθηκών ζωής και, γενικώς, με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Αν είναι έτσι, τότε, ο καπιταλισμός κέρδισε το παιχνίδι, διότι κατάφερε να προσφέρει προϊόντα χαμηλού κόστους – άρα προσιτά σχεδόν σε όλους- με σχετικά καλή ποιότητα.
Κ.Κ.: Οι μαρξιστές είχαν ευρέως διαδώσει την ιδέα ότι ο καπιταλισμός οπωσδήποτε θα οδηγούσε τους ανθρώπους στην εξαθλίωση. Όμως αυτή η ιδέα, μέρα με την ημέρα, αποδείχθηκε ψευδής. Ωστόσο, το γεγονός ότι αποφύγαμε την εξαθλίωση οφείλεται κυρίως στους αγώνες της εργατικής τάξης και των συνδικάτων, στις απεργίες και λοιπές άλλες πιέσεις προς τους εργοδότες. Πρέπει πάντως να πούμε ότι, από ένα σημείο και έπειτα, το καπιταλιστικό σύστημα είχε την ευφυΐα να προσαρμοστεί στις κατακτήσεις των εργαζομένων.
Όμως σήμερα στις βιομηχανικές χώρες -ιδίως στην Ευρώπη και λιγότερο στις Ηνωμένες Πολιτείες- παρατηρούμε μια νέου τύπου κρίση. Τα χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός και η τεράστια ανεργία, η οποία σ” έναν ορισμένο βαθμό έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση. Οι παλιές βιομηχανικές χώρες, για να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό, ωθούν την οικονομία τους στην απόλυτη αυτοματοποίηση που, φυσικά, συνεπάγεται λιγότερες θέσεις εργασίας.
Ο.Π.: Η οικονομία των ολοκληρωτικών καθεστώτων ήταν οικονομία στέρησης. Ο καπιταλισμός είναι οικονομία αφθονίας για την πλειοψηφία, την πλειοψηφία στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες” εάν μιλήσουμε για τη δική μου χώρα, το Μεξικό, εκεί η πλειοψηφία αποτελείται από φτωχούς ανθρώπους.
Όμως για μένα υπάρχει ένα διπλό ερώτημα και θα ήθελα να το θέσω. Γιατί η αφθονία έχει αρνητικές επιπτώσεις, όσον αφορά τον πνευματικό τομέα, στις δυτικές κοινωνίες; Γιατί η αφθονία έχει ολέθρια αποτελέσματα, όσον αφορά τον υλικό τομέα, στις λεγόμενες υποανάπτυκτες χώρες; Κατά τη γνώμη μου, αυτό το διπλό ερώτημα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της σύγχρονης ιστορίας. Πώς δηλαδή η αφθονία -παρέχοντας ανέσεις και ευκολίες- ευνούχισε τα άτομα και τα μεταμόρφωσε σε ικανοποιημένες μάζες χωρίς θέληση, χωρίς κατεύθυνση…
Κ.Κ.: Η αφθονία μεταμόρφωσε τους ανθρώπους σε άτομα «ιδιωτικοποιημένα», σε ιδιώτες. Ωστόσο, δεν νομίζω ότι πρέπει να επιρρίπτουμε τις ευθύνες στην αφθονία αυτήν καθαυτήν. Πιστεύω πως φταίει η ιδέα σύμφωνα με την οποία η οικονομία καθορίζει τα πάντα.
Ο Μαρξ έθεσε την οικονομία στο κέντρο των πάντων, θεωρώντας ότι ο καπιταλισμός δεν μπορούσε να προσφέρει στους ανθρώπους αυτό που προσδοκούσαν τις προσδοκίες τους θα τις ικανοποιούσε μόνον ο κομμουνισμός… Οι σύγχρονες κοινωνίες, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, διέπονται από μιαν αντίληψη παρόμοια με εκείνην που είχε ο Μαρξ” δηλαδή θεωρούν ότι το σημαντικό είναι η οικονομία και κατ” επέκτασιν η κατανάλωση.
Όμως, στην πραγματικότητα, η κρίση των σύγχρονων κοινωνιών είναι κρίση των σημασιών -κρίση των αξιών, αν το προτιμάτε έτσι-, εκείνων ακριβώς που διασφαλίζουν τη συνοχή τους. Βεβαίως, την κρίση των σύγχρονων κοινωνιών την έχει επιτείνει, όπως πολύ σωστά είπατε προηγουμένους, η έκπτωση της επαναστατικής ιδεολογίας και η απαξίωση της ιδεολογίας της προόδου.
Τον 19ο αιώνα, για τους μεγάλους φιλελεύθερους και τους προοδευτικούς, πρόοδος δεν σήμαινε απλώς και μόνον συσσώρευση του πλούτου. Ο John Stuart Mill πίστευε ότι η πρόοδος θα οδηγούσε τους ανθρώπους στην ελευθερία, στη δημοκρατία, στην ευτυχία και σε μια μεγαλύτερη ηθικότητα. Σήμερα κανείς δεν τολμά να υποστηρίξει ότι η πρόοδος θα μας κάνει καλύτερους ή πιο ευτυχείς. Όλος ο κόσμος ξέρει καλά ότι η πρόοδος το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι, ενδεχομένως, μια καλύτερη -ως προς την ποιότητα της εικόνας- τηλεόραση…
Ο.Π.: Από τη συζήτηση μας, μέχρι στιγμής, εκείνο που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι η σύγχρονη κοινωνία έχει αναγάγει όλες τις αξίες σε μια μοναδική αξία: την οικονομική. Για να δώσουμε, λοιπόν, νέα πνοή στην κοινωνία πρέπει να ασκήσουμε κριτική προς αυτήν την κατεύθυνση. Πιστεύω ότι το «αντίδοτο» δεν μπορεί να είναι οικονομικού, αλλά, κυρίως, ηθικού και πνευματικού χαρακτήρα.
Έχετε διατυπώσει πολύ σημαντικές σκέψεις πάνω σ” αυτό το ζήτημα. Έχετε μιλήσει για «αυτόνομες» και «ετερόνομες κοινωνίες». Έχετε γράψει πως «αυτόνομη κοινωνία είναι εκείνη, η οποία συνειδητοποιεί ότι η ίδια δημιουργεί τους θεσμούς της, δηλαδή ότι αυτοθεσμίζεται». Έχετε τονίσει ότι μια «αυτόνομη κοινωνία γνωρίζει καλά ότι οι νόμοι της είναι δικοί της και ότι δεν προέρχονται από κανέναν θεό, από καμία ιδέα»… 
Κάθε κοινωνία, ακόμη κι αν είναι αυτόνομη, πρέπει να θεμελιώνεται σε ορισμένες έννοιες. Κατά τη γνώμη μου, για να θεμελιώσουμε εκ νέου τη δυτική κοινωνία -ίσως και την κοινωνία σε παγκόσμιο επίπεδο πρέπει να ανακαλύψουμε πάλι την έννοια του προσώπου.
Στο παρελθόν η έννοια του προσώπου χαρακτηριζόταν από τη δυαδικότητα ψυχής-σώματος” σε όλες τις κοινωνίες υπάρχει αυτή η δυαδικότητα. Στον σύγχρονο κόσμο όμως, με την ανάπτυξη των επιστημών, θεωρούμε όλο και περισσότερο ότι η ψυχή -δηλαδή αυτό που, συνήθως αποκαλούμε πνεύμα (mind)- είναι απλώς μια διάσταση του σώματος…
Ωστόσο σήμερα ακόμη και η νευροβιολογία, η πιο υλιστική επιστήμη, δέχεται ότι το νευρικό σύστημα κάθε ανθρώπου είναι μοναδικό. Έτσι, λοιπόν, κι εγώ θεωρώ πως μια νέα πολιτική σκέψη πρέπει να αναγνωρίζει ότι κάθε πρόσωπο είναι μοναδικό και αναντικατάστατο.
Κ.Κ.: Εσείς μιλάτε για πρόσωπα. Εγώ μιλώ για αυτόνομα άτομα, που αποτελούν μιαν αυτόνομη κοινωνία. Και επιμένω πάντα, όπως ξέρετε από άλλες συζητήσεις που έχουμε κάνει, ότι αυτά τα δύο -αυτόνομη κοινωνία και αυτόνομα άτομα- είναι αξεχώριστα.
Όμως θα μου επιτρέψετε να σημειώσω κάτι σε σχέση με την έννοια πρόσωπο. Η έννοια αυτή έχει χριστιανικές, κυρίως, αλλά και περσοναλιστικές αναφορές. Φυσικά, γνωρίζω ότι εσείς δεν τη χρησιμοποιείτε με τέτοιο νόημα.
Αυτό που μπορούμε να προσάψουμε στη σύγχρονη κοινωνία είναι ότι σκοτώνει την προσωπικότητα, εξοντώνει τα άτομα, διαλύει την πραγματική ατομικότητα τους. Πώς θα ξεφύγουμε από αυτή την κατάσταση; Πώς θα γίνει η μετάβαση; Όταν θέτουμε αυτό το ερώτημα, βρισκόμαστε μπροστά στην άβυσσο. Τι απαιτείται, για να γίνει μια τέτοια μετάβαση; Απαιτείται μια νέα ιστορική δημιουργία με νέες σημασίες και νέες αξίες.
Ο.Π.: Πράγματι, η έννοια πρόσωπο έχει χριστιανικές αναφορές. Όμως η έννοια δημιουργία, την οποία χρησιμοποιείτε πολύ στο έργο σας, έχει ακόμη πιο έντονη θεολογική χροιά. Η δημιουργία μας φέρνει αντιμέτωπους με την ιδέα ενός Θεού Δημιουργού, ο οποίος φτιάχνει τον κόσμο εκ του μηδενός.
Όμως, η ιστορική δημιουργία πρέπει να θεμελιώνεται και να βασίζεται σε ήδη υπάρχοντα δεδομένα. Δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι το εντελώς νέο, κάτι εξ υπαρχής. Σε όλες τις εποχές, οι ιστορικές δημιουργίες ήταν συνδυασμός ή μετασχηματισμός υπαρχόντων στοιχείων.
Κ.Κ.: Συμφωνώ πλήρως μαζί σας ότι υπάρχει κάποιο θεολογικό παρελθόν πίσω από την έννοια της δημιουργίας. Αλλά πάντως, δεν μου φαίνεται υποχρεωτικό να επωμιστώ αυτό το θεολογικό παρελθόν. Εξ άλλου, κι εσείς, δεν είστε υποχρεωμένος να επωμιστείτε το χριστιανικό παρελθόν της έννοιας πρόσωπο.
Ο.Π.: Θα ήθελα να αναφερθείτε ειδικότερα στη δημιουργία, γιατί με ενδιαφέρει να κατανοήσω περισσότερο τη σκέψη σας σ» αυτό το βασικό ζήτημα.
Κ.Κ.: Μάλιστα. Για να διευκολύνω τη συζήτηση μας και για να είμαι απολύτως σαφής, θα δώσω δύο παραδείγματα.
Το ένα παράδειγμα είναι η αρχαιοελληνική πόλις. Το άλλο παράδειγμα είναι η νεοτερκότητα. Νομίζω πως πρέπει να δεχτείτε, ότι πίσω από αυτές τις δύο μεγάλες δημιουργίες δεν υπάρχει ούτε παραμονεύει κανένας Θεός. Θα δεχτείτε, επίσης, ότι και στο ένα και στο άλλο παράδειγμα, βρισκόμαστε πράγματι μπροστά σε μεγάλες δημιουργίες και όχι σε συνδυασμό ή μετασχηματισμό στοιχείων που προϋπήρχαν.
Η δημιουργία δεν είναι απλώς ένας συνδυασμός παλαιοτέρων στοιχείων, ακόμη και όταν πράγματι περιλαμβάνει τέτοια στοιχεία. Η δημιουργία είναι η ανάδυση και η επιβολή μιας νέας μορφής. Θα δώσω πάλι ένα παράδειγμα.
Όταν γράφετε ένα ποίημα -είστε ποιητής και γνωρίζετε τι θέλω να πω-, χρησιμοποιείτε λέξεις, δηλαδή χρησιμοποιείτε στοιχεία που ήδη υπάρχουν. Όμως δεν κάνετε απλώς έναν συνδυασμό λέξεων. Μέσα από την αλληλουχία και το πνεύμα που διαπνέει το ποίημα σας, εμφανίζεται μια νέα μορφή. Κι αυτή είναι ακριβώς η δημιουργική σας πλευρά ως ποιητού.
Ο.Π.: Αντιλαμβάνομαι ότι δίνετε στη δημιουργία μια διάσταση φιλοσοφική. Όμως, αναρωτιέμαι εάν η δημιουργία έχει ενδεχομένως σχέση με την ελπίδα…
Κ.Κ.: Μια από τις πιο σημαντικές δημιουργίες που γνωρίζω είναι η δημιουργία των αρχαίων Ελλήνων. Όπως ξέρουμε, οι αρχαίοι Έλληνες δεν ήλπιζαν σε τίποτα. Και για τον λόγο αυτό, κατά τη γνώμη μου, ό,τι δημιούργησαν απέπνεε τόση ελευθερία. Σας θυμίζω μια φράση από ένα περίφημο χορικό του Οιδίποδα: «το καλύτερο είναι να μην γεννηθεί κανείς ποτέ ή, εάν γεννηθεί, τότε, να πεθάνει όσο πιο γρήγορα γίνεται».
ΟΠ.: Είναι αλήθεια ότι οι αρχαίοι έλληνες δεν ήλπιζαν σε τίποτα. Ίσως γι” αυτό μπόρεσαν να «γεννήσουν» την τραγωδία.
K.K.: Έχετε δίκιο, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι” αυτό.
Ο.Π.: Θα ήθελα συνοψίζοντας να εκφράσω μια γνώμη, στην οποία έχω καταλήξει εδώ και αρκετό καιρό. Νομίζω, λοιπόν, ότι μια νέα κοινωνία – δηλαδή ένα νέο κοινωνικό πρόταγμα- δεν μπορεί να θεμελιωθεί σε μια δημιουργία, σε μια νέα μορφή- χρειάζεται να αναζητήσει τις ρίζες της και στο παρελθόν.
Ορισμένα στοιχεία του παρελθόντος μπορούμε να τα επεξεργαστούμε και να τα επανεισαγάγουμε. Εξ άλλου, αυτή είναι η πρόταση μου σχετικά με την έννοια πρόσωπο. Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Στο πρόσωπο υπάρχει σαφώς η διάσταση του άλλον και, συνεπώς, της αδελφότητας. Όμως για μένα, αδελφότητα δεν σημαίνει ότι είμαστε «παιδιά του Θεού», αλλά ότι είμαστε «παιδιά της φύσης», «παιδιά του σύμπαντος», «αδέλφια των αστερίων και του ήλιου».
Τέλος, θα προσθέσω ότι ένα νέο κοινωνικό πρόταγμα πρέπει να λάβει υπ” όψιν ένα πρόβλημα καθαρώς ποσοτικό: είμαστε αντιμέτωποι με μεγάλα μεγέθη, με εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους, με κοινωνίες μαζών, με έναν ολόκληρο πλανήτη…
Κ.Κ.: Καθώς τελειώνει ο χρόνος της συζήτησης μας θα συνοψίσω κι εγώ με τη σειρά μου. Έχω την πεποίθηση ότι η δημιουργία μιας πραγματικά νέα., κοινωνίας -που θα αναδυθεί μέσα από ένα δημοκρατικό κοινωνικό- ιστορικό κίνημα- προϋποθέτει απαραιτήτως μιαν μεγάλη ρήξη.
Ρήξη, λόγου χάριν, με την ιδέα ότι ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο και τους ανθρώπους. Ο Θεός δεν έφτιαξε τον κόσμο και, οπωσδήποτε, δεν τον χάρισε στους ανθρώπους .
Ρήξη, επίσης, με την ιδέα ότι η γνώση θα βοηθήσει τους ανθρώπους να γίνουν κάτοχοι και κυρίαρχοι της φύσης. Η ιδέα αυτή που ξεκινά από τον Καρτέσιο -παρά τον σεβασμό που τρέφω γι’ αυτόν- είναι τελείως παράλογη. Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να κυριαρχήσουμε στη φύση. Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να αντιστρέψουμε την τροχιά του Γαλαξία.
Ποιος θα ήταν ο στόχος μιας πραγματικά νέας, μιας αυτόνομης κοινωνίας; Η ελευθερία και η δικαιοσύνη για όλους· όχι όμως και η ευτυχία, δεδομένου ότι η ευτυχία είναι προσωπική και όχι πολιτική υπόθεση. Μια αυτόνομη κοινωνία θα έπρεπε να θέσει ως στόχο της να βοηθήσει τους ανθρώπους να εξελίξουν τις ικανότητες τους, να μάθουν να σέβονται τους άλλους και τη φύση και, τελικά, να γίνουν όσο το δυνατόν πιο αυτόνομοι και πιο δημιουργικοί.

Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Περί Ευρώπης

«Timeo hominem unius libri»

«Να φοβάσαι τον άνθρωπο του ενός βιβλίου»

«Πρώτον μεν ήρξω του λόγου ψευδώς, ξένε,
ζητών τύραννον ένθάδ'· ου γαρ άρχεται
ενός προς ανδρός αλλ' έλευθέρα πόλις.
δήμος δ' ανάσσει διαδοχαίσιν εν μέρει
ενιαυσίαισιν, ουχί τω πλούτω διδούς
το πλείστον αλλα χώ πένης έχων ίσον».

«Πρώτα-πρώτα, ξένε, άρχισες το λόγο σου μ᾽ ένα λάθος,
όταν ζητάς δυνάστη εδώ·
η πόλη αυτή δεν εξουσιάζεται από έναν άνδρα,
είναι ελεύθερη. Εδώ κυβερνούν οι πολλοί
που εναλλάσσονται στα αξιώματα χρόνο το χρόνο·
δεν δίνουν πιο πολλά στον πλούτο, και ο φτωχός έχει τα ίδια.

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Αναζητώντας το χαμένο χρόνο

Είχα ζήσει όπως ένας ζωγράφος που ανεβαίνει ένα μονοπάτι πάνω από μια λίμνη, τής οποίας τη θέα τού κρύβει ένα παραπέτασμα βράχων και δέντρων. Από ένα άνοιγμα την αντικρίζει, την έχει όλη μπροστά του, παίρνει τα πινέλα του. Αλλά ήδη έρχεται η νύχτα και δεν μπορεί πια να ζωγραφίσει και δεν θα ξημερώσει ποτέ πια…

απόσπασμα "Αναζητώντας το χαμένο χρόνο"

Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

Τζορτζ Κάρλιν

Το παράδοξο της εποχής μας στο διάβα της ιστορίας είναι ότι έχουμε ψηλότερα κτήρια, αλλά με χαμηλότερες προδιαγραφές, πλατύτερους δρόμους αλλά στενότερες αντιλήψεις.
Ξοδεύουμε περισσότερα αλλά έχουμε λιγότερα. Αγοράζουμε περισσότερα αλλά απολαμβάνουμε λιγότερα
Έχουμε μεγαλύτερα σπίτια, αλλά μικρότερες οικογένειες, περισσότερες ανέσεις αλλά λιγότερο χρόνο.
Έχουμε περισσότερα πτυχία, αλλά λιγότερο νόημα, περισσότερη γνώση αλλά λιγότερη κρίση, περισσότερους
ειδικούς και ακόμη περισσότερα προβλήματα.
Περισσότερα φάρμακα και λιγότερη ευφορία.
Πίνουμε πολύ, καπνίζουμε πολύ, ξοδεύουμε πολύ απερίσκεπτα, γελούμε πολύ λίγο, οδηγούμε πολύ γρήγορα,
θυμώνουμε πολύ γρήγορα, ξενυχτούμε πολύ, ξυπνούμε πολύ κουρασμένοι, διαβάζουμε πολύ λίγο,
παρακολουθούμε πολύ τηλεόραση και προσευχόμαστε πολύ σπάνια.

Έχουμε πολλαπλασιάσει τα υπάρχοντά μας, αλλά έχουμε μειώσει τις αξίες μας.
Μιλούμε πολύ, αγαπούμε πολύ σπάνια και μισούμε πολύ συχνά.

Μάθαμε πώς να εξασφαλίζουμε τα προς το ζην, αλλά όχι τη ζωή.
Προσθέσαμε χρόνια στη ζωή μας αλλά όχι ζωή στα χρόνια μας.
Φτάσαμε στο Φεγγάρι, αλλά δυσκολευόμαστε να διασχίσουμε τον δρόμο που πάει για τον γείτονά μας.
Κατακτήσαμε το έξω διάστημα, αλλά όχι τον εσωτερικό μας κόσμο.
Κάναμε μεγαλύτερα πράγματα αλλά όχι καλύτερα πράγματα.

Καθαρίζουμε τον αέρα αλλά μολύνουμε την ψυχή. Διασπάσαμε το άτομο, αλλά όχι την προκατάληψη.
Γράφουμε περισσότερα αλλά μαθαίνουμε λιγότερα. Σχεδιάζουμε περισσότερα αλλά πραγματοποιούμε λιγότερα.
Μάθαμε να βιαζόμαστε αλλά όχι να περιμένουμε.
Φτιάξαμε περισσότερους Η/Υ να κρατούν περισσότερες πληροφορίες, να παράγουν περισσότερα αντίγραφα από ποτέ αλλά εμείς επικοινωνούμε όλο και λιγότερο.

Αυτές είναι οι μέρες του γρήγορου φαγητού και της αργής χώνεψης, μεγάλοι άντρες αλλά μικροί χαρακτήρες,
υπερβολικά κέρδη αλλά ρηχές σχέσεις.
Αυτές είναι οι μέρες των δύο εισοδημάτων αλλά των περισσότερων διαζυγίων, των πιο εντυπωσιακών σπιτιών
αλλά των διαλυμένων σπιτικών.
Αυτές είναι οι μέρες των γρήγορων ταξιδιών, των πανών μιας χρήσης, της πεταμένης ηθικής,
των υπέρβαρων σωμάτων και των χαπιών που κάνουν τα πάντα, από ευθυμία, ηρεμία μέχρι θάνατο.
Ζούμε σε ένα καιρό που η βιτρίνα της ζωής μας φαίνεται ότι είναι πλούσια και γεμάτη,
αλλά η αποθήκη της είναι άδεια.

Είναι ο καιρός που η τεχνολογία μπορεί να φέρει αυτό το γράμμα σε σένα και ο καιρός που μπορείς να διαλέξεις ή
να μοιραστείς αυτή την ενόραση ή απλώς να πατήσεις σβήσιμο.

Να θυμάσαι, πέρνα χρόνο με αυτούς που αγαπάς, γιατί δε θα ναι κοντά σου πάντα.

Να θυμάσαι να λες μια ευγενική κουβέντα σε κάποιον που αποβλέπει σε σένα με θαυμασμό,
γιατί αυτό το μικρό άτομο σύντομα θα μεγαλώσει και θα φύγει από το πλευρό σου.

Να θυμάσαι, να δίνεις μια ζεστή αγκαλιά σε αυτόν που βρίσκεται δίπλα σου γιατί αυτό είναι ο μόνος θησαυρός που μπορείς να δώσεις με την καρδιά σου και δεν κοστίζει τίποτα.
Να θυμάσαι να λες «σε αγαπώ» στο σύντροφό σου και στους αγαπημένους σου αλλά κυρίως να το εννοείς.
Ένα φιλί και μια αγκαλιά μπορεί να επουλώσει τραύματα όταν ξεκινά από βαθιά μέσα σου.

Να θυμάσαι να κρατάς τα χέρια και να χαίρεσαι τη στιγμή γιατί μια μέρα αυτό το άτομο κάποια μέρα
δε θα ναι πια εκεί.

Δώσε χρόνο για αγάπη, δώσε χρόνο για συνομιλία!
Και δώσε χρόνο για να μοιραστείς πολύτιμες σκέψεις του μυαλού σου.

Και πάντα να θυμάσαι:

Η ζωή δε μετριέται με το πόσες ανάσες παίρνουμε αλλά με τις στιγμές που μας κόβουν την ανάσα.

Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Σκάκι

Έλα να παίξουμε.
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου.
(Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη)
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
(Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
Έχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα)
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω;
(Τραβάνε μπρος,τυφλοί, χωρίς καν όνειρα)
Όλα, και τ’ άλογά μου θα σ’ τα δώσω
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω
Που ξέρει σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μια άκρη ως την άλλη
Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.

Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.

Μανόλης Αναγνωστάκης

Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

Μάης '68

14 Μαΐου 1968. Οι φοιτητές της Σχολής Καλών Τεχνών του Παρισιού καταλαμβάνουν την σχολή τους. Η Γενική Συνέλευση αποφασίζει να μετονομάσει την σχολή σε «Λαϊκό Ατελιέ». Οι προτεραιότητες είναι η αναδιάταξη του εκπαιδευτικού συστήματος, η εγκαθίδρυση επαφών και δεσμών με τους απεργούς εργάτες και η χρησιμοποίηση της τέχνης ως εργαλείου για την επανάσταση. Άμεση απαίτηση: η μαζική παραγωγή αφισών και προπαγανδιστικού υλικού..

Γύρω από την Σχολή Καλών Τεχνών αναρτάται το ακόλουθο κείμενο:

«Η δουλειά μέσα στο Λαϊκό Ατελιέ έχει ως σκοπό να υποστηρίξει το μεγάλο κίνημα των απεργών εργατών που έχουν καταλάβει τα εργοστάσιά τους ενάντια στην αντιλαϊκή κυβέρνηση Ντε Γκώλ. Δίνοντας όλες του τις δυνάμεις και τις ικανότητες στην υπηρεσία του αγώνα των εργατών, ο καθένας μέσα στο ατελιέ δουλεύει γι΄ αυτό, γιατί με την εκπαιδευτική αυτή πρακτική ανοίγεται στις λαϊκές μάζες».



Η πρώτη αφίσα ήταν μια λιθογραφία που είχε ως έμβλημα τα τρία U:

U sines – U niversités – U nion. Δηλαδή: Εργοστάσια- Πανεπιστήμια- Ένωση.

Η λιθογραφία όμως ήταν πολύ χρονοβόρα κι έτσι ένας καλλιτέχνης ο Guy de Rougemont, πρότεινε στην συνέλευση την λύση των πολλαπλών που τότε δεν έχαιρε και μεγάλης εκτίμησης όσο η λιθογραφία και τα άλλα χαρακτικά.
Ωστόσο, καθώς το αίτημα ήταν η ταχύτητα και η ποσότητα ακολουθήθηκε αυτή η λύση. Οι φοιτητές ανασκουμπώνονται και αναπαράγουν χιλιάδες αφίσες κάθε μέρα. Συνολικά δημιουργήθηκαν 600 περίπου διαφορετικές αφίσες .Είναι απλές, συνήθως μονοχρωματικές και με συνθήματα άμεσης πρόσληψης . Σήμερα υπάρχουν αρκετοί συλλέκτες που διαθέτουν τις πρωτότυπες αφίσες.



Ποιοι αποφάσιζαν τα συνθήματα στις αφίσες;
Οι φοιτητές μετά από καθημερινά πολιτικά συμβούλια αναμεταξύ τους ή σε συνεργασία με τους εργάτες απεργούς.
Πάνω από 300 καλλιτέχνες, εκτός από τους φοιτητές ήρθαν και συνέδραμαν αυτήν την τιτάνια προσπάθεια ενώ ήρθε και βοήθεια από το εξωτερικό. Συγκεκριμένα Τσέχοι καλλιτέχνες από την Πράγα ήρθαν να βοηθήσουν . Φυσικά οι αφίσες ήταν ανυπόγραφες ενώ σήμερα γνωρίζουμε-πλέον – μερικούς από τους δημιουργούς .Ήταν μεταξύ άλλων οι: Gérard Fromanger, Guy de Rougemont, Julio le Parc. Το πιο ωραίο στοιχείο τους ήταν ο αυθορμητισμός, η ιδιόχειρη γραφή, η φαντασία, η φρεσκάδα αλλά κι η αποφασιστικότητα που τις διακρίνουν. Είχαν άλλωστε προηγηθεί οι καταστασιακοί που έβαλαν την σφραγίδα τους σε πολλά από τα συνθήματα.
Επιστροφή στα συνηθισμένα..
Η παντοκρατορία της αφίσας καθ’ όλη την διάρκεια του Μάη του ΄68.



Οι αφίσες που παράγονταν με εργοστασιακούς ρυθμούς τον Μάη του ’68 τόσο στην Καλών Τεχνών, όσο και στην Σχολή των Διακοσμητικών Τεχνών του Παρισιού, είχαν στην κυριολεξία επενδύσει όλους τους δρόμους του κέντρου και τοποθετούνταν παντού: στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων, στις εισόδους των πανεπιστημιακών σχολών, στην Σορβόννη, στο θέατρο Odéon, στα εργοστάσια (Renault, Citroën) κ. λ. π.. Μια νέα, πολιτική σκηνογραφία, με αριστερά, αναρχικά, σουρεαλιστικά και καταστασιακά συνθήματα και slogans πλημμύριζε την πόλη.
Έτσι η πολιτική αφίσα, αντικατέστησε στην κυριολεξία την διαφημιστική αφίσα στο Παρίσι, κάνοντας πράξη το όνειρο πολλών σιτσουασιονιστών για κατάργηση της κοινωνίας του καταναλωτισμού σύμφωνα με το όραμα του Guy Debord.
Εκτός όμως από τα slogans, υπήρχε και αναπαράσταση πολλών επαναστατών και θεωρητικών της επανάστασης : Marx, Lénin, Trotski και Mao.



Πλήρης διάδραση ανάμεσα στους διαδηλωτές και τους καλλιτέχνες που αναπαράγουν τις αφίσες.
Οι αφίσες του Μάη του ’68 αναπαράγουν τις ιδέες των διαδηλωτών και τις διεκδικήσεις των σωματείων ή των συλλόγων αλλά αντανακλούν και το φαντασιωτικό των καλλιτεχνών.
Υπάρχει ένας διάλογος ανάμεσα στα γεγονότα και τις αφίσες καθώς το «Λαϊκό Ατελιέ» στην Καλών Τεχνών συνεδριάζει κάθε βράδυ και η Γενική Συνέλευση αποφασίζει για τις αφίσες της επόμενης μέρας. Επίσης υπάρχει ένα είδος ανταπόκρισης ή απάντησης στα λεγόμενα του De Gaulle μέσω των αφισών.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα graffitis στους τοίχους που επανασχολιάζουν τα συνθήματα των αφισών, προεκτείνουν τα νοήματα, καταθέτουν προσωπικές μαρτυρίες. Κάνουν θα λέγαμε αυτό που κάνουν οι σχολιαστές των σημερινών posts στα blogs. Μόνο που αυτό γίνεται σε άπλετη και δημόσια θέα. Τι ωραία!!

Ο Μάης του ’68 δεν είναι ανεπανάληπτος.. Μπορεί κάλλιστα να επαναληφθεί!!







Η πρώτη αφίσα γράφει Μας δηλητηριάζουν! κι από κάτω έχει χωρισμένο τον άνθρωπο σε τμήματα που επαναλαμβάνουν τις λέξεις πρόβατο, ράδιο, τηλεόραση..Η δεύτερη γράφει: Είμαστε όλοι ανεπιθύμητοι, συμπαραστεκόμενοι στον απεικονιζόμενο ηγέτη Daniel Kohn Bendit για τον οποίο είχε δηλωθεί από την κυβέρνηση πως είναι ανεπιθύμητος..Η τρίτη αφίσα γράφει: Προσοχή, το ραδιόφωνο ψεύδεται και η τέταρτη κλίνει το ρήμα συμμετέχω ως εξής: Συμμετέχω, συμμετέχεις, συμμετέχει, συμμετέχουμε, συμμετέχετε, επωφελούνται.



Οι εξεγερμένοι είναι σαφείς στα συνθήματά τους: Δείχνουν ένα μπουκάλι που γράφει: Τύπος, απαγορεύεται η κατάποση..δηλώνουν ΟΧΙ με το αίμα τους, δείχνουν έναν μπάτσο με το ναζιστικό σύμβολο και καλούν για δράση τους πολίτες. Η εξουσία είμαστε εμείς δηλώνουν σηκώνοντας την γροθιά ενωμένοι..



Δείχνουν την αλληλεγγύη τους στους μετανάστες και βρίζουν τον De Gaulle, τον οποίον δείχνουν να χαϊδεύει την Γαλλία λέγοντάς της Εσύ να ψηφίζεις πάντοτε κι εγώ θα κάνω τα υπόλοιπα, κρατώντας από πίσω του ένα γκλομπ..



Διάσημη είναι η φωτογραφία του Cartier που παρατηρεί το γνωστό σύνθημα «jouissez sans entraves».



Επιλογή συνθημάτων:



Απαγορεύεται το απαγορεύεται.

Η Φαντασία στην Εξουσία

Να “στε ρεαλιστές, ζητήστε το αδύνατο.

Η ανία είναι αντεπαναστατική.

Δεν θα αξιώσουμε τίποτα, δεν θα ζητήσουμε τίποτα. Θα πάρουμε, θα καταλάβουμε

Το αφεντικό έχει ανάγκη εσένα, δεν τον έχεις εσύ ανάγκη.
Αγοράζουν την ευτυχία σου… Κλέψ” την.

Ήρθα. Είδα. Πίστεψα.

Η ποίηση βρίσκεται στους δρόμους.

Κάτω από το πλακόστρωτο βρίσκεται η παραλία!

Ούτε Θεός ούτε αφέντης!

Ακόμα κι αν υπήρχε Θεός θάπρεπε να τον καταργήσουμε!


Κάτω ο απολογισμός, ζήτω το εφήμερο!

Βίαιος δεν είναι αυτός που επαναστατεί, αλλά αυτός που καταπιέζει.

Πριν μάθετε να γράφετε, μάθετε να σκέφτεστε. (Jean Paul Sartre)..



Αυτοδιαχείριση κάθε μέρα.





Καταπληκτικό το σύνθημα πέρα πέρα δεξιά..Λέει: Όχι άλλο ασανσέρ, πάρε την εξουσία



Ή θα υποφέρεις ή θα αντισταθείς και θα νικήσεις..



Φοιτητές που κοιμούνται στα Πανεπιστήμια. Αυτοκίνητα-Οδοφράγματα..



Η τέχνη πέθανε, απελευθερώστε την καθημερινή σας ζωή.



Το να επιθυμείτε την πραγματικότητα είναι καλό, το να πραγματοποιείτε τις επιθυμίες σας ακόμη καλύτερο..



Μάης του 68..Η αρχή ενός παρατεταμένου αγώνα.. Έτσι λέει το παραπάνω σύνθημα. Δεν ξέρω ακριβώς, αλλά αυτό που ξέρω σίγουρα είναι πως τόσο ο Μάης του 68 όσο και τα συνθήματα και οι αφίσες του συνεχίζουν να εμπνέουν . Δείτε μερικές αφίσες από σημερινούς πολιτικούς αγώνες. Η αφίσα Σκάσε είσαι μικρός μεταφέρθηκε στην προεκλογική κατα του Σαρκοζί, ο αρουραίος έγινε έμβλημα του Banksy, οι αγώνες του 2008 συνδέθηκαν με το 68, ακόμη και το κίνημα Occypy Wall Street δανείστηκε στον ακτιβισμό του εικόνες από τις αφίσες του Μάη..


the artnoise.blogspot

Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Τέσσερις λέξεις

1. Φαντασία
Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Τι είναι αυτό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα; Επαναλαμβάνουν, εδώ και αιώνες, ότι είναι ο ορθός λόγος. Αρκεί όμως να προσέξουμε τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας αλλά και τη δική μας, για να αντιληφθούμε ότι αυτό δεν αληθεύει. Οι ατομικές και οι συλλογικές συμπεριφορές πολύ συχνά είναι παράλογες. Τα ζώα είναι πιο (“λογικά” από εμάς’ δεν σκοντάφτουν, δεν τρώνε δηλητηριώδη μανιτάρια, κάνουν αυτό που πρέπει, για να συντηρηθούν και να αναπαραχθούν. Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Είναι το πάθος και οι επιθυμίες; Ναι, πράγματι. (Τα ζώα από ό,τι μπορούμε να ξέρουμε δεν έχουν πάθη ούτε πραγματικές επιθυμίες τα ζώα έχουν ένστικτα.) Τι όμως συνιστά την ιδιαιτερότητα του πάθους και των επιθυμιών; Είναι ακριβώς το γεγονός ότι το πάθος και οι επιθυμίες -ο έρωτας, η δόξα, το κάλλος, η εξουσία, ο πλούτος- δεν είναι «φυσικά» αλλά φαντασιακά αντικείμενα.
Η φαντασία, λοιπόν, είναι το ίδιον του ανθρώπου. Η φαντασία μάς διαφοροποιεί από τα ζώα.Η φαντασία, ακόμη και εάν κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά, δεν αναχαιτίζεται. Υπάρχει πάντα μια εσωτερική ροή από εικόνες, ιδέες, αναμνήσεις, επιθυμίες, αισθήματα. Μια ροή που δεν μπορούμε να σταματήσουμε. Δεν μπορούμε καν να την ελέγξουμε, τουλάχιστον όχι πάντα. Κάποιες φορές το κατορθώνουμε, λίγο ως πολύ, προκειμένου να σκεφτούμε λογικά και συστηματικά. Αλλά ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, αναπάντεχες αναμνήσεις και επιθυμίες διακόπτουν τον στοχασμό μας. Η φαντασία μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην παραφροσύνη, στη διαστροφή, στην τερατωδία αλλά, επίσης, στην αυταπάρνηση και σε κάθε μεγαλειώδη δημιουργία. Χάρη στη φαντασία το ένστικτο έπαψε να είναι ο μοναδικός ρυθμιστής της συμπεριφοράς μας. Χάρη στη φαντασία μπορούμε να δημιουργούμε. Χάρη σ’ αυτήν δημιουργήσαμε την τέχνη, την επιστήμη, τη φιλοσοφία. Η φαντασία δεν γνωρίζει όρια και κανόνες, ούτε ηθικούς και λογικούς νόμους. Πάντως, εάν είχαμε αφεθεί χωρίς περιορισμούς στη φαντασία, ασφαλώς δεν θα είχαμε επιβιώσει ως είδος. 0 άνθρωπος επιβίωσε ως είδος, επειδή δημιούργησε κοινότητες, κοινωνίες, θεσμούς, κανόνες που οριοθετούν και περιορίζουν τη φαντασία, αλλά και που συχνά επίσης την καταπνίγουν.
2. Φαντασιακό
Το ανθρώπινο ον υπάρχει μόνον ως κοινωνικό ον. Αυτό σημαίνει ότι ζει σε μια κοινωνία με θεσμούς, με νόμους, με ήθη, με έθιμα, κ.λπ. Ερώτημα: Από πού έρχονται αυτοί οι θεσμοί, οι νόμοι, τα έθιμα; Είναι αδύνατον να πούμε, όπως συχνά πίστευαν οι λαοί, ότι υπάρχει ένας δημιουργός, ένας νομοθέτης όλων αυτών. Σε μιαν ήδη θεσμισμένη κοινωνία, τα άτομα μπορούν να προτείνουν νόμους, κάποιους ιδιαίτερους νόμους. Τούτο όμως είναι δυνατόν να γίνει, επειδή υπάρχει ήδη ένα σύστημα νόμων, επειδή αυτά τα άτομα έχουν ζήσει ήδη σε μια κοινωνία με νόμους. Ένας συγγραφέας μπορεί να επινοήσει μια νέα λογοτεχνική μορφή και ένας περιθωριακός μια λέξη της αργκό. Αυτά είναι δυνατόν να γίνουν, επειδή υπάρχει ήδη η γλώσσα και η αργκό. Όμως ποιος θα μπορούσε μόνος του να δημιουργήσει εκ προοιμίου τη γλώσσα και να την επιβάλει στους υπόλοιπους; Και με ποια γλώσσα θα επικοινωνούσε;
Όλα αυτά -οι νόμοι, οι θεσμοί, τα ήθη, τα έθιμα, η γλώσσα- είναι συλλογικές δημιουργίες. Προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την καταγωγή της κοινωνίας βάσει ενός συμβολαίου (το “κοινωνικό συμβόλαιο” ). Όμως ένα συμβόλαιο προϋποθέτει άτομα κοινωνικά, τα οποία γνωρίζουν τι είναι ένα τέτοιο συμβόλαιο. Προσπάθησαν επίσης να ερμηνεύσουν την καταγωγή της κοινωνίας με τους φυσικούς και τους βιολογικούς νόμους. Όμως κανένας φυσικός ή βιολογικός νόμος δεν μπορεί να ερμηνεύσει την καταγωγή των θεσμών, που είναι ένα καινούργιο φαινόμενο μέσα στο δημιουργημένο σύμπαν. Κανένας φυσικός και βιολογικός νόμος δεν απαντά στα ερωτήματα: Γιατί οι Εβραίοι δημιούργησαν τον μονοθεϊσμό; Γιατί οι ‘Ελληνες δημιούργησαν τις δημοκρατικές πόλεις; Γιατί η Δύση δημιούργησε τον καπιταλισμό; Για να συλλάβουμε την ύπαρξη της ανθρώπινης κοινωνίας, καθώς επίσης τις αλλαγές της μέσα στον χρόνο αλλά και τις διαφορές της μέσα στον χώρο, πρέπει να δεχτούμε ότι αυτές οι ίδιες οι ανθρώπινες κοινότητας διαθέτουν μιαν χωρίς προηγούμενο δημιουργική ικανότητα. Αυτή τη δημιουργική ικανότητα μπορούμε να την ονομάσουμε: κοινωνικό φαντασιακό.
Το κοινωνικό φαντασιακό είναι η πηγή των θεσμών που ρυθμίζουν και οργανώνουν τη ζωή των ανθρώπων. Αυτό επίσης δημιουργεί κάτι πολύ σημαντικό: τις φαντασιακές κοινωνικές σημασίες.Oι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες καθορίζουν τις αξίες της κοινωνίας δηλαδή καθορίζουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι αληθές και τι ψευδές, τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες δίνουν νόημα στη ζωή των ατόμων και, τελικά, δίνουν νόημα ακόμη και στον θάνατο τους. Το κοινωνικό φαντασιακό δεν είναι σταθερό και αμετάβλητο. Αλλάζει. Και οι αλλαγές του δηλώνουν την ύπαρξη αλλαγών στην κοινωνία, το γεγονός δηλαδή ότι υπάρχει ιστορία της ανθρωπότητας. Το κοινωνικό φαντασιακό, άπαξ και δημιούργησε τους θεσμούς, μπορεί είτε να παραμείνει κατά κάποιον τρόπο σε λήθαργο (έτσι συμβαίνει στις πρωτόγονες, τις αρχαϊκές, τις παραδοσιακές κοινωνίες), είτε να προκαλέσει αλλαγές, λιγότερο ή περισσότερο γρήγορες (έτσι συμβαίνει στην εποχή μας, η οποία γνωρίζει έναν γρήγορο ρυθμό από ιστορικές μεταβολές, ανήκουστο στην μέχρι τώρα ιστορία της ανθρωπότητας).
3.Δημιουργία
Οι φιλόσοφοι έχουν αναρωτηθεί: Γιατί να υπάρχει κενό θα μπορούσε να μην υπάρχει τίποτα. Το ερώτημα αυτό, σε κάθε περίπτωση, δεν έχει απάντηση. Ίσως μάλιστα να μην έχει καν νόημα. Υπάρχει όμως ένα άλλο ερώτημα που μας βασανίζει και δεν μπορεί παρά να μας βασανίζει: Πώς γίνεται και υπάρχει μια τέτοια πολυμορφία πραγμάτων; Και φυσικά δεν εννοώ μόνον την ποσοτική πολυμορφία. Πώς γίνεται και υπάρχει αυτή η απέραντη ποικιλία μορφών, από τη μη έμβια φύση, μέχρι τις πολυάριθμες ακαθόριστες μορφές ζωής, ακόμη και μέχρι τις μορφές που ακατάπαυστα η ανθρώπινη ιστορία παράγει και δημιουργεί; Έχει υποστηριχθεί ότι η δημιουργία είναι θεία πράξη. Δεν είναι θεία πράξη. Η δημιουργία είναι αυτό ακριβώς που χαρακτηρίζει το ον. Κάθε ον. Το παν υπόκειται συνεχώς σε αλλαγή και αναδημιουργία. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε πως ό,τι παρουσιάζεται μπροστά μας είναι μια ατέρμων επανάληψη της ίδιας μορφής, διότι αμέσως ανακύπτει το ερώτημα: Μήπως, κάθε τι είναι καταδικασμένο να επαναλαμβάνει τις μορφές που έχουν ήδη υπάρξει από καταβολής χρόνου; Είναι όμως σαφές ότι υπάρχει ένας αληθινός χρόνος’ ο χρόνος της μεταβολής. Και αληθινή μεταβολή είναι η ανάδυση νέων μορφών. Τα φαινόμενα, τα οποία παρατηρούμε μπροστά μας, προσπαθούμε να τα ερμηνεύσουμε μέσα από τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος. Αυτές οι ερμηνείες είναι ασφαλώς πολύτιμες αλλά είναι πάντα μερικές. Γιατί; Διότι έχουν σημασία μόνον στις περιπτώσεις όπου τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται (οι ίδιες αιτίες δίνουν τα ίδια αποτελέσματα), αλλά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τις περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάδυση νέων μορφών.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της ζωής. Η βιολογία μας λέει ότι σε μιαν ορισμένη στιγμή, μέσα στον «πρωταρχικό χυλό» που υπήρχε στη γη, ενας μεγάλος αριθμός μορίων συνενώθηκε τυχαία και, στη συνέχεια, κάτω από ευνοϊκές συνθήκες -θερμοκρασίας, ακτινοβολίας, πίεσης- αναδύθηκαν μορφές ζωής. Αυτή όμως η απάντηση δεν στέκει. Γιατί; Διότι μια μορφή ζωής είναι κάτι άλλο από μιαν απλή συνένωση μορίων. Επί πλέον, πρόκειται για μια σύνθεση μορίων τελείως ιδιαίτερη ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων που θα μπορούσαν να συντεθούν. Είναι μια συνένωση που κατορθώνει να οργανώνεται, να συντηρείται, να αναπαράγεται. Το ίδιο ισχύει, με τρόπο πολύ πιο πυκνό και έντονο, στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η Ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα συνδυασμού ίδιων στοιχείων. Η Ιστορία είναι δημιουργία νέων στοιχείων. Είναι δημιουργία της μουσικής, της ζωγραφικής, της τέχνης, της φιλοσοφίας, της δημοκρατίας. Και φυσικά δεν μπορούμε να εξηγήσουμε με τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος τη μουσική του Μπαχ ή του Μπετόβεν. Αυτή η μουσική είναι μεγάλη, διότι είναι πρωτότυπη. Και λέγοντας πρωτότυπη, σημαίνει ότι ακριβώς δεν μπορούμε να την εξηγήσουμε.
4. Αυτονομία
Υπάρχει ανθρώπινη ελευθερία και σε τι συνίσταται; Ελευθερία δεν σημαίνει να κάνουμε ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι, ούτε, όπως νόμιζαν ορισμένοι φιλόσοφοι, να δρούμε χωρίς κίνητρα. Ελευθερία σημαίνει κατ’ αρχάς να έχουμε διαύγεια απέναντι, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε και σ’ αυτό που κάνουμε. Μπορούμε όμως να είμαστε ελεύθεροι,, όταν ζούμε σε μια κοινωνία και κάτω από τον κοινωνικό νόμο; Θα διατυπώσω την απάντηση ως εξής: Μπορώ να είμαι ελεύθερος, εφόσον συμμετέχω στη διαμόρφωση αυτού του νόμου, εφόσον αποφασίζω ισότιμα μαζί με τους άλλους για τη δημιουργία αυτού του νόμου και, τέλος, εφόσον είμαι σύμφωνος με τον τρόπο που ο νόμος αυτός θεσμίστηκε. Για πολύ μεγάλο διάστημα οι ανθρώπινες κοινωνίες πίστευαν ότι τους νόμους και τους θεσμούς τους δεν τους είχαν δημιουργήσει οι ίδιες. Αλλά τότε ποιος; Οι θεοί, ο Θεός, οι πρόγονοι. Σε τέτοιες συνθήκες αυτοί οι νόμοι και οι θεσμοί προφανώς θεωρούνται ιεροί. Αδύνατον να τους αμφισβητήσει κανείς. Πώς είναι δυνατόν να πω ότι ο νόμος που τον έχει δώσει ο Θεός (αν ο Θεός είναι η πηγή κάθε δικαίου) είναι άδικος;
Σε μιαν τέτοια κοινωνία, που θα την αποκαλέσουμε ετερόνομη -επειδή είναι υπόδουλη στους δικούς της θεσμούς- τα ίδια τα άτομα είναι ετερόνομα. Δεν μπορούν να σκεφτούν μόνα τους, εκτός από τελείως τετριμμένα και δευτερεύοντα θέματα. Δεν μπορούν να ελέγξουν κριτικά τη συμπεριφορά τους. Δεν μπορούν να κρίνουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι δίκαιο και τι άδικο, τι είναι αληθές και τι ψευδές. Αυτή ήταν η μοίρα της κοινωνίας επί χιλιετίες. Κάποια στιγμή όμως έγινε μια ιστορική ρήξη, η οποία άλλαξε την κατάσταση των πραγμάτων. Η ρήξη αυτή παρατηρείται για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελλάδα (στις πόλεις που δημιούργησαν τη δημοκρατία και τη φιλοσοφία) και μετά, αφού μεσολάβησαν είκοσι αιώνες έκλειψης, ξαναξεκίνησε για δεύτερη φορά στη Δυτική Ευρώπη (με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό, το μεγάλο δημοκρατικό κίνημα χειραφέτησης, το εργατικό κίνημα κ.λπ.). Αυτά τα κινήματα -με το πρόταγμα της αυτονομίας- δημιούργησαν τις κάποιες ελευθερίες που διαθέτει η κοινωνία, στην οποία ζούμε. Όμως το πρόταγμα της αυτονομίας, το οποίο έφθασε στο κορύφωμα του ανάμεσα στο 1750 και το 1950, επί του παρόντος μοιάζει να είναι εξουδετερωμένο. Σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία, στην οποία η απάθεια, ο κυνισμός και η ανευθυνότητα ολοένα επεκτείνονται. Το κίνημα της αυτονομίας πρέπει να ξαναξεκινήσει και να προσπαθήσει να εγκαθιδρύσει μιαν αληθινή δημοκρατία. Μια δημοκρατία όπου όλοι θα συμμετέχουν στη ρύθμιση και τον καθορισμό των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Και αυτό είναι το μόνο πολιτικό πρόταγμα, για το οποίο αξίζει τον κόπο να εργαστούμε και να αγωνιστούμε.

Τέσσερις έννοιες-κλειδιά στο έργο του Κορνηλίου Καστοριάδη.

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Εντουάρντο Γκαλεάνο

Η χειρότερη τάση του ανθρώπου είναι: να επιβάλλουμε έναν μοναδικό Θεό, μια μοναδική αλήθεια, έναν μόνο τρόπο ζωής και θανάτου. Η καλύτερη είναι: η ικανότητα δημιουργίας, το δικαίωμα να ονειρευόμαστε και επίσης η ικανότητα να βλέπουμε τον διπλανό μας σαν υπόσχεση και όχι σαν απειλή.

Σ΄έναν τοίχο έγραψαν: Όταν είχαμε όλες τις απαντήσεις, μας άλλαξαν τις ερωτήσεις.

Οι φτωχές χώρες, προκειμένου να διαθέτουν όλο και φτηνότερα και περισσότερο υπάκουα εργατικά χέρια, χρειάζονται ολόκληρα τάγματα από δήμιους, βασανιστές, ιεροεξεταστές, δεσμοφύλακες και χαφιέδες. Για να ταίσουν και να εξοπλίσουν αυτά τα τάγματα, οι φτωχές χώρες χρειάζονται περισσότερα δάνεια. Για να πληρωθούν οι τόκοι των δανείων, οι φτωχές χώρες χρειάζονται ακόμα περισσότερα δάνεια. Για να πληρωθούν οι τόκοι των συσσωρευμένων δανείων, οι φτωχές χώρες πρέπει να αυξήσουν τις εξαγωγές τους. Για να αυξηθούν οι εξαγωγές οι φτωχές χώρες πρέπει να μειώσουν το κόστος παραγωγής. Για να μειωθεί το κόστος παραγωγής οι φτωχές χώρες χρειάζονται όλο και φτηνότερα και περισσότερο υπάκουα εργατικά χέρια. Για να γίνονται κάθε φορά φτηνότερα και περισσότερο υπάκουα τα εργατικά χέρια, οι φτωχές χώρες χρειάζονται τάγματα ολόκληρα από δήμιους, βασανιστές και ιεροεξεταστές…

Tα κράτη δεν ασχολούνται πλέον με τη διοίκηση και αφοσιώνονται στη αστυνόμευση. Οι πρόεδροι μετατρέπονται σε διαχειριστές ξένων εταιριών. Οι υπουργοί Οικονομικών είναι καλοί διερμηνείς. Οι βιομήχανοι μετατρέπονται σε εισαγωγείς. Οι πολλοί εξαρτώνται ολοένα περισσότερο από τα περισσεύματα των λίγων. Οι εργαζόμενοι χάνουν τις δουλειές τους. Οι αγρότες χάνουν τη γη τους. Τα παιδιά χάνουν την παιδική τους ηλικία. Οι νέοι χάνουν την επιθυμία να πιστεύουν. Οι ηλικιωμένοι χάνουν τη σύνταξή τους. «Η ζωή είναι λαχείο», ισχυρίζονται όσοι κερδίζουν.

Το έθνος που υπακούει δεν είναι πια έθνος: είναι η ηχώ ξένων.

Η Εκκλησία λέει: Το ανθρώπινο σώμα είναι αμαρτία. Η επιστήμη λέει: Το ανθρώπινο σώμα είναι μια μηχανή. Η διαφήμιση λέει: Το ανθρώπινο σώμα είναι εμπόριο. Το ίδιο το σώμα λέει: Εγώ το γιορτάζω.

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Περί Ευτυχίας

Τι είναι η ευτυχία; Είναι καλή μια ευτυχισμένη ζωή; Είναι η αναζήτηση της ευτυχίας μια ανθρώπινη επιδίωξη αντάξια της προσπάθειας;
Η ανθρώπινη ευτυχία ήταν το θέμα της συζήτησης που διοργανώθηκε στις 12 Μαρτίου 2013 στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης από το θυγατρικό Ίδρυμα Ωνάση ανάμεσα στον καθηγητή Φιλοσοφίας Simon Critchley και τον διακεκριμένο Γάλλο συγγραφέα Pascal Bruckner, στο πλαίσιο του κύκλου συζητήσεων «Αλήθεια και Ψέματα» [«On truth (and lies) about happiness!»]. Ορισμένα από τα ψέματα που λέγονται συχνά σχετικά με την επιδίωξη της ευτυχίας αναλύονται στα βιβλία του Bruckner Η αέναη ευφορία – Δοκίμιο για το καθήκον της ευτυχίας (Αστάρτη, 2001) και Le Paradoxe amoureux (Grasset, 2009).
Η συζήτηση ξεκίνησε με τη θεώρηση της έννοιας της ευτυχίας στο ιστορικό της πλαίσιο και, πιο συγκεκριμένα, σε τέσσερις χρονικές περιόδους: την αρχαία ελληνική, τη χριστιανική, τη νεότερη και τη σύγχρονη. Όπως σχολίασε ο Pascal Bruckner, κατά την αρχαία ελληνική περίοδο η έννοια της ευτυχίας ταυτίζεται με την ευδαιμονία∙ ωστόσο, το νόημά της είναι διαφορετικό από αυτό που αποδίδουμε σήμερα στον όρο. Για τους αρχαίους Έλληνες, ευδαιμονία σήμαινε να είναι κανείς εναρμονισμένος με το Σύμπαν. Γι’ αυτό και οι Έλληνες είχαν εφεύρει μια έννοια την οποία σήμερα έχουμε ξεχάσει παρ’ όλο που εξακολουθεί να μας συνταράσσει: την έννοια της «ύβρεως», της υπερβολής. Κάθε φορά που οι άνθρωποι προέβαιναν σε υπερβολές, διατάρασσαν την τάξη του Σύμπαντος, οπότε και βρίσκονταν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο και την αταξία. Η έννοια της ευδαιμονίας εμφανίζεται με ποικίλους τρόπους στις διάφορες σχολές της αρχαίας ελληνικής και της ρωμαϊκής σκέψης.
Οι Έλληνες όμως είχαν ανακαλύψει αυτό που και σήμερα ονομάζουμε «ευ ζην». Για τον Αριστοτέλη, το «ευ ζην» προϋποθέτει ότι ο άνθρωπος ακολουθεί το «τέλος», τον σκοπό του στη ζωή. Η χριστιανική θρησκεία, συνέχισε ο Bruckner, δεν δέχεται την αρχαιοελληνική άποψη σύμφωνα με την οποία μπορεί κανείς να ευτυχήσει σε τούτη τη ζωή χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Για τον λόγο αυτόν, ο Γάλλος στοχαστής και επιστήμονας Pascal επικρίνει τη φιλοσοφία των Στωικών, θεωρώντας αλαζονική την πεποίθησή τους ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τον πόνο του βίου χωρίς τη βοήθεια του Υπέρτατου Όντος. «Επονείδιστο δεν είναι να πεθαίνει κανείς από πόνο, αλλά από ευχαρίστηση», λέει ο Pascal. Την άποψη αυτή υιοθέτησε στη σύγχρονη εποχή και ο πάπας Ιωάννης Παύλος B΄. Κυρίως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και, δευτερευόντως, η Προτεσταντική έχουν μακρά παράδοση στην αγάπη του πόνου, σημείωσε δηκτικά ο Bruckner.
Στην αρχαία Ελλάδα, επεσήμανε με τη σειρά του ο Simon Critchley, η ευτυχία σχετίζεται με την έννοια του «μέτρου». Πράγματι, η επικούρεια φιλοσοφία πρέσβευε το μέτρο, την προσοχή, τη λιτή δίαιτα, τη μη ακραία σεξουαλικότητα, τη φιλία με λίγα άτομα∙ θεωρούσε ότι η φιλοσοφία είναι η καλλιέργεια της υγείας της ψυχής, και αυτό σήμαινε την ύπαρξη μέτρου στη ζωή. Με τον χριστιανισμό η ιδέα του μέτρου αλλάζει άρδην.
«Σωστά», συμφώνησε ο Bruckner, «γιατί οι χριστιανοί επινόησαν το προπατορικό αμάρτημα, σύμφωνα με το οποίο όλοι γεννιόμαστε αμαρτωλοί. Αυτό σημαίνει ότι η ευτυχία δεν μπορεί να υπάρξει στο παρόν∙ υπήρξε κάποτε στον Απολεσθέντα Παράδεισο, πριν από το Προπατορικό Αμάρτημα, και θα υπάρξει και αργότερα, στη μετά θάνατον ζωή, μετά την ανάσταση των σωμάτων». Η χριστιανική θρησκεία υποστηρίζει ότι δεν βρισκόμαστε στη Γη για να είμαστε ευτυχείς –είναι μάταιο κάτι τέτοιο– αλλά για να σώσουμε την ψυχή μας∙ γι’ αυτό και πρέπει να ακολουθούμε τις διδαχές της Εκκλησίας, να εκτελούμε τα θρησκευτικά καθήκοντά μας και να αποφεύγουμε τα θανάσιμα αμαρτήματα. «Οι παραδόσεις αυτές είναι πολύ ζωντανές», παρατήρησε ο Bruckner, «κι εγώ, προσωπικά, μεγάλωσα με αυτά τα βιώματα, ενώ υπάρχουν και ακραίες προτεσταντικές ομάδες που διδάσκουν ότι πρέπει να φοβόμαστε την Κόλαση κ.ο.κ.».
«Στη συνέχεια γίνεται μια μεταστροφή», σημείωσε ο συντονιστής της συζήτησης. «Αναδύεται μια τρίτη θεώρηση της ευτυχίας, μια νεότερη αντίληψη, με εκπρόσωπό της τον Βολταίρο: “Ο επίγειος Παράδεισος είναι εκεί που βρίσκομαι”. “Η Γη δεν είναι η Κοιλάδα των Δακρύων, αλλά ένας τόπος πιθανής χαράς”».
Ο χριστιανισμός προετοίμασε την αλλαγή της έννοιας της ευτυχίας, παρατήρησε ο Pascal Bruckner. Έχοντας την υπόσχεση της μετά θάνατον ευτυχίας οι άνθρωποι δεν προσδοκούσαν την ευτυχία στο σήμερα. Στην αλλαγή αυτή συνέβαλε καταρχάς η πρόοδος της ιατρικής. Παλαιότερα, στους αρρώστους προσέτρεχε ο ιερέας και απέδιδε την ασθένεια στη βούληση του Θεού. Με την ανακάλυψη της πενικιλίνης και του λαβδάνου, που απαλύνει τον πόνο, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι μπορούν να έχουν μια καλύτερη ζωή. Αίφνης, ακόμη και οι πιο πιστοί χριστιανοί διαπιστώνουν ότι αυτή η γη δεν είναι καταδικασμένη να είναι Κοιλάδα των Δακρύων, αλλά ένας «ευτυχισμένος κήπος». Και τότε, έρχεται ο Βολταίρος με τον Διαφωτισμό για να αλλάξει τα πάντα, ισχυριζόμενος πως «ο επίγειος Παράδεισος είναι εκεί που βρίσκομαι». Η ιδέα αυτή θεωρήθηκε σκανδαλώδης. Με τον Διαφωτισμό γίνεται αποδεκτό ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε χωρίς να νιώθουμε ενοχές: δεν είναι κακό να απολαμβάνουμε το ωραίο φαγητό, τις σαρκικές ηδονές, να αγαπάμε τα ταξίδια και να ζούμε με πολυτέλεια. Ο 18ος είναι ο αιώνας κατά τον οποίο ανακαλύφθηκαν η πολυτέλεια και η άνεση. Αναγνωρίζεται, λοιπόν, πως η ευτυχία είναι εδώ και τώρα, και η δυστυχία απορρίπτεται. Σταδιακά, κατά τον 20ό αιώνα, με την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι η δυστυχία δεν αποτελεί μονόδρομο για την ανθρωπότητα: νέοι ορίζοντες ανοίγονται.
Ο Simon Critchley έθεσε ακολούθως το εξής ερώτημα στον Γάλλο διανοητή: «Πώς φθάνουμε στον 20ό αι. από την ιδέα του “δικαιώματος στην ευτυχία” στη φιλοσοφία της σύγχρονης εποχής, η οποία βλέπει την ευτυχία ως “καθήκον”, όπως πολύ εύστοχα γράφετε στο βιβλίο σας – “Η ευτυχία είναι ένα καθήκον που μας καθιστά δυστυχείς”. Είμαστε αναγκασμένοι να είμαστε ευτυχείς, αλλά βιώνουμε πλήξη και μιζέρια. Πώς φθάσαμε σε αυτό το σημείο;»
«Θα πρέπει πρώτα να κάνουμε ένα μικρό άλμα στον 19ο αιώνα», απάντησε ο Pascal Bruckner. «Στo πλαίσιο της σύγκρουσης των εργοδοτών με την εργατική τάξη, η πιο διαδεδομένη άποψη ήταν πως η ευτυχία προοριζόταν αποκλειστικά για την ελίτ και πως εάν οι εργάτες ήταν ευτυχείς θα άρχιζαν να γλεντούν και θα σταματούσαν να δουλεύουν. Αυτή η άποψη κυριάρχησε ώς τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τουλάχιστον στη Γαλλία. Δύο σημαντικά γεγονότα συνέβησαν στη δεκαετία του ’60: πρώτον, ο καπιταλισμός αλλάζει δραστικά κατεύθυνση και η οικονομία δεν βασίζεται πλέον στην παραγωγή αλλά στην κατανάλωση. Είναι δηλαδή προς το συμφέρον της οικονομικής μηχανής να σε έχει να δουλεύεις 40-45 ώρες την εβδομάδα, αλλά και να καταναλώνεις προϊόντα∙ διαφορετικά, τα εργοστάσια θα πρέπει να σταματήσουν την παραγωγή τους. Για πρώτη φορά στην ιστορία, ο καπιταλισμός παύει να μιλά τη γλώσσα του ασκητισμού και αρχίζει να μιλά για ευτυχία».
«Η δεύτερη αλλαγή», συνέχισε ο Bruckner, «είναι η επανάσταση του ατομικισμού, η οποία συνέβη μόνο στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Μάλιστα, πιστεύω ότι αυτό που βλέπουμε σήμερα να συμβαίνει στον αραβικό κόσμο είναι μια αργή στροφή προς τη χειραφέτηση του ατόμου από τις συλλογικότητες. Η τάση αυτή βασίζεται στην άποψη πως κάθε άνθρωπος είναι κυρίαρχος της ζωής του και μπορεί να αποστασιοποιηθεί από κάθε είδους συλλογικότητα, όπως είναι η Εκκλησία, η οικογένεια, η φυλή. Εάν έως σήμερα πίστευες ότι για τη δυστυχία σου φταίνε η Εκκλησία, η μπουρζουαζία, το καπιταλιστικό σύστημα, οι γονείς σου, τώρα είσαι μόνος σου απέναντι στην ευτυχία σου, και αν δεν την επιτύχεις φταις εσύ: πρέπει να προβληματιστείς και να αλλάξεις τον εαυτό σου».
«Με αυτήν τη θεώρηση της ζωής», συνέχισε, «συνδέονται οι διάφορες θεραπείες που προορίζονται να μας κάνουν ευτυχείς: οι πλαστικές επεμβάσεις, η ιατρική, οι φροϋδικές θεραπείες. Η θρησκεία ως θεραπεία μπαίνει στο παιχνίδι, με κυρίαρχους τους προτεστάντες έναντι των καθολικών, χωρίς να παραβλέπουμε τον βουδισμό, τον ινδουισμό και τον μυστικισμό, που υποτίθεται ότι θέλουν να μας βοηθήσουν να επιτύχουμε την ολοκλήρωσή μας».
«Όμως δεν αισθανόμαστε πλήρεις», παρατήρησε ο Simon Critchley. «Κατά τη δεκαετία του ’60 γινόμαστε αφεντικά, αλλά και σκλάβοι του εαυτού μας, και μάλιστα απολαμβάνουμε αυτήν τη μαζοχιστική σχέση με τον εαυτό μας».
«Ένα από τα παράδοξα της ελεύθερης κοινωνίας μας», απάντησε ο Γάλλος συγγραφέας, «είναι ότι έχουμε μεταφέρει την έννοια της ενοχής μέσα από νέα αντικείμενα. Στην αναζήτηση της ευτυχίας βιώνουμε λιγότερες ενοχές αλλά περισσότερο άγχος. Με τη σεξουαλική επανάσταση, τα ταμπού εξαφανίζονται. Όμως αυτό που χθες ήταν απαγορευμένο τώρα γίνεται υποχρεωτικό. Η απαγόρευση της απόλαυσης έχει αντικατασταθεί από το άγχος της απόδοσης. Τώρα βασανιζόμαστε από μια έννοια η οποία θα έπρεπε να μας δίνει απόλαυση. Έχουμε θέσει έναν νέο στόχο: το να είμαστε διαρκώς ευτυχείς!»
Στη συνέχεια, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τις ανατολικές θρησκείες και ιδιαίτερα τη βουδιστική, στις οποίες, κατά τις περασμένες δεκαετίες, στράφηκαν πολλοί Δυτικοί, και μάλιστα «επώνυμοι», αναζητώντας μια πνευματικότητα πέραν των δυτικών θρησκειών. Ο Bruckner θεωρεί ότι οι διάφοροι Ινδοί γκουρού εκμεταλλεύτηκαν ιδιοφυώς τη διαπιστωμένη αυτή ανάγκη ως μια ευκαιρία για να αποκομίσουν οικονομικό όφελος. «Ο πραγματικός βουδισμός», ανέφερε, «ουδεμία σχέση έχει με τις διδασκαλίες του Δαλάι Λάμα ή με τη light εκδοχή του που θα συναντήσουμε στην Καλιφόρνια! Είναι μια σύνθετη, μεταφυσική θρησκεία, με αυστηρή ιεραρχία και κλειστό κοινωνικό σύστημα. Ο βουδισμός στη Δύση αποτελεί συνέπεια του υλισμού, γι’ αυτό και βλέπει κανείς τόσο πολλούς τραπεζίτες, χρηματιστές, ιατρούς και μεγαλοστελέχη να τον ασπάζονται, σαν ένα είδος πνευματικού συμπληρώματος. Το πρωί προσπαθείς να κατατροπώσεις τους ανταγωνιστές σου, απολύεις και εκφοβίζεις τους υπαλλήλους σου, και το βράδυ επιστρέφεις στο σπίτι σου για να κάνεις διαλογισμό και να συμφιλιωθείς με τον εαυτό σου. Προφανώς, καθώς έχουμε αποκοπεί από το θρησκευτικό μας παρελθόν, έχουμε ανάγκη τον βουδισμό, ο οποίος μας παρέχει ένα είδος light πνευματικότητας που μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις ανησυχίες μας».
Στο βιβλίο του, ο Pascal Bruckner χρησιμοποιεί ως παράδειγμα τη Μαντάμ Βερντυρέν από το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Proust, η οποία βουτά το κρουασάν της στον καφέ της καθώς διαβάζει στην εφημερίδα για το ναυάγιο του Λουζιτάνια το 1915. Είναι πραγματικά συντετριμμένη και συμπονά τους ναυαγούς για τη δυστυχία τους. Το παράδειγμα αυτό, σύμφωνα με τον Simon Critchley, μας δείχνει ότι ποτέ δεν είμαστε τόσο ευτυχείς όσο όταν βρισκόμαστε απέναντι στη δυστυχία των άλλων. Αποκαλύπτει επίσης την αποστασιοποίηση της ηρωίδας, η οποία ενσαρκώνει την έννοια που ο Bruckner ονομάζει «η σωτήρια αποστασιοποίηση της ελευθερίας» («the saving detachment of freedom»). Στο σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του ο Bruckner καταλήγει λέγοντας ότι ίσως το μυστικό της ζωής είναι το να μη δίνει κανείς δεκάρα για την ευτυχία.
Σύμφωνα με τους δύο συνομιλητές, κάτι αντίστοιχο με την ηρωίδα του Proust εντοπίζουμε σήμερα στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων. Την ώρα που τρώμε το βραδινό μας φαγητό βλέπουμε εικόνες ανθρώπων που υποφέρουν σε όλον τον κόσμο. Μία από τις λειτουργίες των ειδήσεων δεν είναι να μας στενοχωρούν αλλά, αντιθέτως, να μας ανακουφίζουν, συγκρίνοντας τις δικές μας σκοτούρες με τα τεράστια προβλήματα, τους πολέμους, την πείνα κ.λπ. των άλλων. Ξέρουμε πως, όταν νιώθουμε δυστυχείς και βρεθούμε ανάμεσα σε χαρούμενους και γελαστούς ανθρώπους, πονάμε ακόμη περισσότερο. Επιπλέον, στην καρδιά της τραγωδίας συχνά συναντάμε έντονες στιγμές ευτυχίας. Στο σημείο αυτό έγκειται ίσως η διαφορά ανάμεσα στην ευτυχία και τη χαρά.
«Κατά τη γνώμη μου, η χαρά είναι ανώτερη της ευτυχίας γιατί αποτελεί την αποδοχή της ζωής όπως ακριβώς είναι: με τις καλές και τις κακές της στιγμές», είπε ο Pascal Bruckner. «Ένα από τα βασικά προβλήματα της ευτυχίας είναι ότι αποκλείει δύο βασικές έννοιες που ούτως ή άλλως συναντάμε στη ζωή μας: την ασθένεια και τον θάνατο. Εμείς στη Δύση αρνούμαστε τον θάνατο και πληρώνουμε βαρύ τίμημα γι’ αυτό. Δεν ξέρουμε πώς να χειριστούμε το ζήτημα του θανάτου. Οι παλιές κοινωνίες είχαν ειδικά τελετουργικά, τα οποία εμείς έχουμε εξαλείψει. Αποτέλεσμα αυτής της απώθησης είναι οι ταινίες φρίκης με τα ζόμπι και τα βαμπίρ, που έχουν γίνει μόδα και στη Γαλλία. Δεν ξέρουμε πώς να αντιμετωπίσουμε τους νεκρούς. Αντιστοίχως απωθούμε και την ασθένεια».
«Ο θάνατος και η ασθένεια», συνέχισε ο Bruckner, «αποτελούν τη σύγχρονη “πορνογραφία”, αφού ο ερωτισμός έχει κατακτήσει τη δημόσια σφαίρα. Η μόνη αισχρή λέξη στο σύγχρονο λεξιλόγιό μας είναι “ανίατος”. Ο πόνος δεν θεωρείται πια φυσικός συνοδοιπόρος της ζωής, είναι σκάνδαλο, και αυτό αποτελεί τη βασική διαφορά ανάμεσα στη σύγχρονη δυτική κοινωνία και τις παραδοσιακές κοινωνίες, όπου η ευτυχία αποτελεί την εξαίρεση. Το κακό είναι», κατέληξε ο Pascal Bruckner, «πως νομίζουμε ότι μπορούμε να ελέγξουμε την ευτυχία».

περιοδικό αΩ

Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Ο Γκόγια γνώριζε

«Το σημαντικό σ' έναν πίνακα δεν είναι αυτά που απεικονίζονται σε πρώτο πλάνο, αλλά αυτά που φαντάζεται κανείς να εκτυλίσσονται στο βάθος. Πρέπει να έχεις χρόνο για να καταλάβεις έναν πίνακα, όπως συμβαίνει άλλωστε με τη ζωή». Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε

Ο Γάλλος στρατιώτης κείτεται νεκρός στο κάτω αριστερό μέρος του πίνακα, μόνος, μέσα σε μια λίμνη αίματος. «Του έκοψαν τον λαιμό και τους τένοντες, γι' αυτό μοιάζει με μαριονέτα», σχολιάζει ο Πέρεθ-Ρεβέρτε. «Είναι πραγματικά νεκρός. Ο Γκόγια γνώριζε». Καβάλα στ' άλογο, ο Μαμελούκος κραδαίνει το μαχαίρι του, αλλά είναι τρομοκρατημένος, ξέρει ότι το πλήθος θα τον λυντσάρει, βλέπει άλλωστε έναν άνδρα μπροστά του να έχει ρίξει έναν άλλον Μαμελούκο από τ' άλογο και να τον μαχαιρώνει με μανία. «Κοιτάξτε την τρέλα στα μάτια του: σκοτώνει, εκπληρώνει την πιο αρχαία πράξη της ανθρωπότητας».

Ο Ισπανός συγγραφέας ξέρει για τι πράγμα μιλάει: υπήρξε πολεμικός ανταποκριτής επί είκοσι χρόνια, προτού εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία και αφοσιωθεί στο γράψιμο. Ήταν παρών στη Σρεμπρένιτσα, είδε με τα μάτια του «να σκοτώνουν τα παιδιά όπως στη βιβλική εποχή, να στήνουν στον τοίχο όποιον είχε τρίχες στα γεννητικά του όργανα». H φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου είναι ο πόλεμος, λέει στον δημοσιογράφο της «Ελ Παΐς» με τον οποίο επισκέφθηκε το Μουσείο Πράδο για να σχολιάσουν πίνακες που απεικονίζουν μάχες. Αφύσικα είναι τα υπόλοιπα: η ευτυχία, η ζωή, το να μην υποφέρεις. Ζούμε όλοι τα δεκαπέντε λεπτά που προηγούνται της εκτέλεσής μας. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να διαλέξουμε πώς θα τα ζήσουμε. Αν γνωρίζουμε αυτό που μας περιμένει και αποφασίσουμε να διατρέξουμε αυτά τα μέτρα ελεύθερα, προτού μας βρουν οι σφαίρες, τότε αυτά τα λίγα μέτρα αποκτούν ένα υπέροχο περιεχόμενο. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο.

Το τελευταίο βιβλίο του Πέρεθ-Ρεβέρτε, που κυκλοφόρησε πριν από έναν μήνα στην Ισπανία, λέγεται «Ο ζωγράφος των μαχών». Πρωταγωνιστής είναι ένας φωτογράφος που έχει καλύψει όλους τους πολέμους, έχει γίνει διάσημος κι αποφάσισε να κλειστεί σ' έναν πύργο για να φιλοτεχνήσει τη μάχη των μαχών. Μια μέρα δέχεται την επίσκεψη ενός πρώην στρατιώτη από την Κροατία, που του λέει ότι ήλθε να τον σκοτώσει. Μαζί του θα μιλήσει για ώρες ο ζωγράφος για την τέχνη του, σ' αυτόν θα εκμυστηρευτεί τις αναμνήσεις του και τα μυστικά του. «Οι άνθρωποι που έχουν γνωρίσει τον πόλεμο έχουν κάτι που οι άλλοι δεν το έχουν», λέει ο Ισπανός συγγραφέας. «Ο Γκόγια γνώριζε. Είδε τον πόλεμο. Το αίμα στους πίνακές του είναι πραγματικό αίμα. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τις "Καταστροφές του Πολέμου" του, καμιά φωτογραφία, καμιά τηλεοπτική εικόνα δεν είναι τόσο αποτελεσματική. Ορισμένοι σοκάρονται με αυτά που γίνονται στο Ιράκ, όμως ο Γκόγια τα έχει ζωγραφίσει όλα εδώ και δύο αιώνες. Ο Γκόγια γνώριζε».

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Κορνήλιος Καστοριάδης

Το ιερό είναι ένα θεσμισμένο ομοίωμα του απύθμενου. Δεν έχω ανάγκη από ομοιώματα και η μετριοφροσύνη μου με οδηγεί στη σκέψη πως αυτό που μπορώ εγώ από την άποψη αυτή, το μπορούν όλοι. Πίσω από τις ερωτήσεις σας υπάρχει η ιδέα πως μόνο ένας μύθος θα μπορούσε να θεμελιώσει τη συνοχή της κοινωνίας με τους θεσμούς της. Ξέρετε πως αυτό ήταν ήδη ιδέα του Πλάτωνος: Το θείον ψεύδος. Αλλά το θέμα είναι απλό. Από τη στιγμή που γίνεται λόγος για θείον ψεύδος, το ψεύδος μένει ψεύδος και ο χαρακτηρισμός θείον δεν αλλάζει τίποτα.

Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Τελευταία λέξη

Δεν υπάρχει τελευταία λέξη. Ούτε πρώτη. Όλες οι λέξεις έχουν την ιστορία τους. Υπάρχουν ωστόσο λέξεις κατά κάποιον τρόπο διιστορικές, οι οποίες ανήκουν ταυτόχρονα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Υπάρχει μια σκέψη που δεν προτείνει κανένα πρόγραμμα, καμιά οριστική λύση, καμιά παρηγοριά, καμιά σωτηρία. Η σκέψη αυτή είναι εξαιρετικά σπάνια στην ιστορία της σκέψης. Επιτρέπει ωστόσο, όπως διαγράφεται εδώ, έναν κάποιον προσανατολισμό μέσα στο λαβύρινθο του κόσμου. ΤΙ να σκεφτούμε; Και τι να πράξουμε;
Οι δυο αυτές ερωτήσεις αναδύονται από ένα κέντρο, τίθενται καθ' όλο το μήκος ενός δρόμου ο οποίος διαφοροποιείται. Να αντέξουμε στο μηδέν; Το τίποτα δεν είναι ποτέ ολομόναχο, γιατί στην περίπτωση αυτήν θα μας ήταν αδύνατο να μιλήσουμε γι' αυτό, να μιλήσουμε στοχαστικά και να ενεργήσουμε ουσιαστικά. Να αντέξουμε αυτό που δεν αντέχεται; Αν δεν θέλουμε ρητώς το θάνατο που εκδηλώνεται μέσα μας, εκτός μας, αλλά ποτέ χωρίς εμάς, θα μας δινόταν ίσως να τοποθετηθούμε στοχαστικά και δραστήρια στο αινιγματικό κέντρο της ολόκληρης σχέσης άνθρωπος-κόσμος. Θα είχαμε τότε να αντιμετωπίσουμε φιλικά και θαρραλέα τα απαρέγκλιτα αποσπάσματα όλων όσα «είναι» και το όλον αυτό διασπασμένο αυτό καθ' εαυτό, πέρα από το είναι και την αλήθεια, σ' ένα χρόνο που δεν θα ήταν αιώνιος ή επαναληπτικός, γραμμικός ή προοδευτικός. Αυτός ο χρόνος, όπου η χρονική επιστροφή θα εκδηλωνόταν ως διαφορετική, θα ήταν ο χρόνος της περιπλάνησης που καθορίζει την ιστορία των ανθρώπων, η οποία έχει γίνει πλανητική. Τα διακυβεύματα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής μας και το ίδιο το διακύβευμα αφορούν κεντρικά το παιχνίδι της σχέσης άνθρωπος-κόσμος.
Παραμένουν ανοικτές, και η ερώτηση που ανοίγεται σ' εμάς ενώ ανοιγόμαστε σ' αυτήν είναι και παραμένει κεντρική σε σχέση με το κέντρο που διαφεύγει. Αυτό το κέντρο δεν είναι άλλο από το ενιαίο κέντρο όλων των αντιθέσεων και των διαφορών, όλων των συμπλοκών και των αγώνων που έχουν τελικά να παίξουν ένα ρόλο. Όλο και περισσότερο, το ανοικτό σύνολο αυτού που είναι καινεται, καθώς και ο κόσμος που δεν είναι ένας ορίζοντας των οριζόντων ή ο ύπατος ορίζοντας, θεωρούνται και βιώνονται με αδιαφορία. Η εγγενής αδιαφορία, παρ' όλες τις κουβέντες και τους διαλογισμούς, είναι προορισμένη να απλωθεί. Παραμένει ωστόσο δυνατή μια ανώτερη αδιαφορία, χωρίς να είναι συνώνυμη ουδετερότητας, χλιαρότητας. Ακόμη και η φιλική και, ει δυνατόν, ποιητική σχέση με τον εαυτό μας, τους άλλους, τα πράγματα, δεν μπορεί παρά να γειτνιάζει επικίνδυνα με την κοινή και ταυτόχρονα με την ανώτερη αδιαφορία, στην προσπάθειά της να υπερβεί παραγωγικά αυτό που αποκρυσταλλώνεται σαν αγάπη ή συντροφικότητα και αυτό που μας βασανίζει σαν μίσος. Αλλά η αδιαφορία που δέχεται και που δίνει εξακολουθεί να παραμένει σκοπός.Αυτό που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους της εποχής μας, αν υποθέσουμε ότι αποτελεί ακόμη εποχή, δηλαδή το μετέωρο κάποιου πράγματος σαν έννοια, είναι ότι σέρνονται μισοευχαριστημένοι, μισοδυσαρεστημένοι, ούτε ευχάριστημένοι, ούτε δυσαρεστημένοι, πάνω σε μια γη που βαδίζει προς την ερήμωση.
Ο γενικευμένος ναρκισσισμός τρέφει όλες τις εικόνες και το οικουμενικοποιημένο θέαμα αντιπροσωπεύει τη ζωή και τη φαντασία. Η βαθιά και γ6νιμη οδύνη καλύπτεται και η ίδια από αυτό που είναι δοσμένο: ένα μίγμα μέτριας απελπισίας και νευρικής έξαρσης. Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτα να περιμένουμε; Πριν μπορέσει, εκεί που κάθε φορά δημιουργείται, να ακουστεί η ερώτηση, αν πρέπει κάποτε να ακουστεί, όντα και πράγματα δεν θα πάψουν να ακολουθούν την πορεία τους σύμφωνα με τη λογική που τα συντηρεί και τα κινεί, διαρκώς κάπως ασταθή, διαρκώς πολύ ταραγμένα. Ακόμη κι αν ακουγόταν -από ποιον; και πώς;- ο σκεπτόμενος λόγος που λέει την ερώτηση, δεν θα είχε άμεση αποτελεσματικότητα και θα οδηγούσε σε όλες τις δυνατές και αδύνατες παρεξηγήσεις.
Χωρίς να εξιδανικεύουμε και χωρίς να καταδικάζουμε το παρελθόν που περιέχει αποθέματα μέλλοντος, χωρίς να μαυρίζουμε υπερβολικά το παρόν που δεν είναι μαύρο αλλά θαμπό και γκρίζο, κι ενώ ανοιγόμαστε στο μέλλον που έρχεται προς συνάντησή μας, αλλά το οποίο δεν θα είναι τόσο χαρούμενο ούτε τόσο κατα να διερευνήσουμε το μυστικό του χρόνου προσπαθώντας να ανταποκριθούμε σ' αυτό. Ο χρόνος δεν χωρίζεται σε τρεις διαστάσεις. Εκδηλώνεται ανά πάσα στιγμή ως παγχρονικότητα όπου παρελθόν, παρόν, μέλλον παίζουν ακατάπαυστα μαζί, ενωμένα και διαφοροποιημένα. Στην απόσυρσή του ανοίγεται σ' εμάς, για να προσπαθήσουμε, αν μας δινόταν η δυνατότητα, να μη βουλιάξουμε στην υπάρχουσα και λειτουργούσα τάξη-αταξία, παρ' όλες και με όλες τις δυσλειτουργίες της.
Το παιχνίδι του χρόνου, παιχνίδι του κόσμου, παιχνίδι της περιπλάνησης δεν έχει τίποτα το παιγνιώδες, το χαριτωμένο. Τα ενδοκοσμικά παιχνίδια παραμένουν διαφορετικά από το παιχνίδι του κόσμου. Αυτό το παιχνίδι παραμένει αβυσσαλέο, μας ζωντανεύει και μας θανατώνει. Χωρίς καθορισμένη αρχή, χωρίς προβλεπόμενο τέλος, γεννιέται και χάνεται. Εμείς, οι θνητοί, αποτελούμε μέρος του, γιατί δεν υπάρχει κόσμος χωρίς τον άνθρωπο και δεν μπορεί να υπάρξει κόσμος μόνο ή κυρίως ανθρώπινος. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε να καλούμε αυτό που δεν είμαστε αλλά στο οποίο ανήκουμε. Και αυτό αντέχει πολλά ονόματα που του δόθηκαν, περιπαίζοντάς τα όλα. Διατρέχοντας όλο το δρόμο που ανοίγεται σ' εμάς, παροτρύνοντάς μας να τον ακολουθήσουμε και να τον χαράξουμε, δεν ξεκινάμε από μια αρχική λέξη και δεν καταλήγουμε σε μια ύπατη λέξη. Στη διάρκεια της πορείας μας διασταυρωνόμαστε με άλλους δρόμους και άλλα μονοπάτια. Ωστόσο, ακόμη κι αν υπάρχει ένας δρόμος που επιβάλλεται, προσανατολισμένος από και προς το ενιαίο παιχνίδι, αυτή η πορεία δεν έχει κάποιο σκοπό. Ταυτόχρονα και προσανατολισμένη, η πορεία μάς πηγαίνει όσο πιο μακριά γίνεται. Διαρκώς κάτω από τον αστερισμό του άσκεφτου, οδηγεί ενίοτε σε μια κορυφή απ' όπου γίνονται ορατοί άλλοι δρόμοι. Η κορυφή, όπου φτάνει κανείς στο τέλος, οδηγεί τον οδοιπόρο ήδη από το ξεκίνημα, συχνά εν αγνοία του. Αυτή η κορυφή φέρει ένα όνομα που είναι και δεν είναι η ύπατη λέξη. Το παιχνίδι του κόσμου μπορεί να λεχθεί σε μια γλώσσα προσφυή, προσεκτική συνάμα στη φιλία και στην πολλαπλότητα των λέξεων και των πραγμάτων. Αυτή η γλώσσα που έχει προέλθει από τη σιωπή, που μιλάει και που σιωπά, που μιλάει σιωπώντας και σιωπά μιλώντας, περιέχει άλλες γλώσσες. Κάθε γλώσσα περιέχει το μη ειπωμένο, και μιλάμε συχνά χωρίς να ξέρουμε ότι έτσι αποσιωπούμε επίσης αυτό για το οποίο γίνεται λόγος. Το πρωτόγνωρο μιας γλώσσας μπορεί να γονιμοποιήσει μια άλλη γλώσσα που εγγράφεται, κι αυτή επίσης, στο γλωσσικό κέντρο της σχέσης άνθρωπος-κόσμος. Η γλώσσα που εγγράφεται στο κέντρο της ολόκληρης σχέσης άνθρωπος-κόσμος δεν λούζεται στο φως, δεν δίνει αποκλειστικά και μόνο φως. Όλη η μεταφυσική είναι μια μεταφυσική του φωτός. Η αντιμεταφυσική επικαλείται ένα άλλο φως, το οποίο δεν απελευθερώνεται από το αυτό. Δεν είναι τόσο παράξενο όσο φαίνεται σε μια προσέγγιση ότι μεταφυσική και αντιμεταφυσική ή συνενωμένες λένε την κυριαρχία του φωτός και τη λένε ανθρωπομορφικά. Οι εξαιρέσεις είναι σπάνιες. Στους προσωκρατικούς συναντάμε τα πρώτα ίχνη της κυριαρχίας του φωτός, με περισσότερο ή λιγότερο ανθρωπομορφισμό.
Ο Ηράκλειτος άραγε εξαιρείται; Με και μετά τον Χέγκελ η τάση για την κυριαρχία αυτή δεν σταματά ξαφνικά. Η μεταφυσική ως μεταφυσική είναι προορισμένη να ζήσει μια μακριά παρακμή. Με τη σκέψη η οποία προσπαθεί να τοποθετηθεί σ' ένα άλλο σχήμα το φως δεν μπορεί πλέον να κρατήσει την κυρίαρχη δύναμή του. Η σκέψη του κόσμου, η γλώσσα της περιπλάνησης, η ερώτηση του παιχνιδιού κάνουν ώστε ο κόσμος και τα πράγματα να μη λούζονται πια στο φως. Όχι για να δούμε το σκότος να καταλαμβάνει τα πάντα, αλλά για να δούμε και να πούμε το διαρκές παιχνίδι του κιαροσκούρο, το παιχνίδι της σκιάς και του 'φωτός, του ξεδιπλώματος και της σύλληψης του φωτεινού με φόντο το αόρατο. Αυτό που είμαστε και αυτό που δεν είμαστε παραμένουν συνδεδεμένα με τον ίδιο δεσμό και προσφέρονται στην κατανόηση, διαρκώς υπό απόσυρση. Το ερώτημα του κόσμου, επειδή δεν περιέχει ούτε πρώτη ούτε τελευταία λέξη, δεν ερωτά έναν υποτιθέμενο αστείρευτο ποταμό ή ένα διαρκές γίγνεσθαι. Ωστόσο δεν παγιώνει και δεν καθορίζει τα όντα και τα πράγματα, την ιερή και απαραβίαστη πραγματικότητα. Ο κόσμος δεν εννοείται πλέον ως το σύνολο των αποκαλύψεών του και των ανθρώπινων παραγωγών. Ωστόσο η ιστορία ως περιπλάνηση έχει έναν κάποιο προσανατολισμό και η γλώσσα που τον λέει χαρακτηρίζεται από την πολυσημία της. Κάθε φλυαρία για μια νέα αρχή από το μηδέν είναι απλο'ίκή και ηλίθια. Δεν ζούμε ούτε το τέλος του χρόνου ούτε την αυγή μιας νέας εποχής.
Μάλλον νικημένοι παρά νικητές, κι ενώ οι νίκες μας οι ίδιες αποδεικνύονται μοιραίες, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η ανθρωπότητα απέχει ακόμη πολύ από το να έχει εξαντλήσει όλες της τις δυνατότητες και ότι αυτή η μοντέρνα και μεταμοντέρνα μανία της διαρκούς «υπέρβασης » δεν είναι πορεία ζωής αλλά μάλλον έργο θανάτου. Όλες μας οι «ατομικές» και οι «συλλογικές» αφέλειες, όλη μας η μετριότητα, παρά και με όλο το θόρυβο που κάνουν, καταβαραθρώνονται μέσα στο κενό, αφήνοντας το μεγάλο αθεώρητο κενό. Σε εποχές μηδενισμού, το·επίπεδο του ίδιου του μηδενισμού χαμηλώνει και παραμένουμε αδιάφοροι στο Τίποτα που δεν είναι μηδενιστικό και πηγαίνει με το ανοικτό Όλον. Κάποιο πράγμα που δεν είναι πράγμα, res, ετοιμάζεται να αλλάξει στη μορφή του κόσμου. Ένας δρόμος μάς εκπέμπει σήματα, αλλά δεν είναι εύκολο να τον πάρουμε βρίσκεται στα όρια του αδιάβατου. Η αναμονή αυτού που δεν θα έρθει ποτέ και το 'οποίο παραμένει χωρίς όνομα μπορεί να φαίνεται δελεαστική. Μια φωνή που έρχεται από τα βάθη μπορεί ωστόσο να μας δείξει ότι η παραγωγική αναμονή προέρχεται από το ίδιο το παιχνίδι του κόσμου και ότι δεν είναι δυνατή παρά μόνο με τη συμμετοχή της ενέργειάς μας. Θέλοντας να κατέχουμε, παραμένουμε ταυτόχρονα αποστερημένοι και κατεχόμενοι, ενώ μια κάποια αποδέσμευση δεν σπάει όλους τους δεσμούς αλλά τους μεταμορφώνει.
Αυτό που κρατάει την εποχή υπό τον έλεγχό του, και αναφερόμαστε στην τεχνική, διαπερνά όντα και πράγματα και τη σχέση μας με αυτά. Η τεχνολογία, η οποία δεν είναι λόγος επί της τεχνικής αλλά αυτό που καθορίζει τον τρόπο τού είναι και πράττειν, σκέπτεσθαι και οικοδομείν, αποτελεί, τρόπον τινά, υποκατάστατο της φιλοσοφίας. Είναι, όπως και η μεταφυσική του καιρού μας, μυθική και πραγματική. Υπεισέρχεται αποφασιστικά στο κέντρο της σχέσης που το ανθρώπινο διατηρεί με τον κόσμο, η οποία δεν είναι σχέση μεταξύ δύο οντοτήτων αλλά ένα και μοναδικό παιχνίδι. Το ένα και το άλλο υπάρχουν χάρη στη σχέση αυτή. Καθώς εκτυλίσσεται το τέλος της φιλοσοφίας, το οποίο θα διαρκέσει για πολύ, η σκέψη φιλοσοφικού τύπου θα συνεχίζει το δρόμο της, ενώ ένα άλλο είδος σκέψης έχει ήδη αναγγελθεί και δοκιμαστεί. Η σκέψη η οποία ανέρχεται εντεύθεν της φιλοσοφίας, τη διατρέχει και πηγαίνει πέρα από αυτή δεν είναι πλέον φιλοσοφική ούτε μεταφυσική. Δεν διαλύεται μέσα στην τεχνολογία. Αντιθέτως, έρχεται αντιμέτωπη με την τεχνική και προσπαθεί να ξετυλιχτεί ως σκέψη. Το αν η παγκόσμια ιστορία γνωρίσει μια μείζονα καταστροφή, αν εδραιωθεί μέσα στη διαρκή κρίση με σταθερές ανανεώσεις ή αν μπορέσει να γίνει κάποια στροφή που θα μας οδηγούσε σε μια άλλη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο -σχέση που δεν θα ήταν πιο «επιτυχημένη»- αυτό δεν έχει αποφασιστεί. Η σκέψη, αλλά όχι μόνη της, μια ανθρώπινη διαθεσιμότητα, αλλά όχι κατά κύριο λόγο ανθρώπινη, η τεχνική, πολύ περισσότερο απ' ό,τι η τεχνολογία, νοούμενη φιλικότερα, θα μπορούσαν άραγε να μας βοηθήσουν στην πορεία μας και να μας προσφέρουν το χωροχρόνο μιας άλλης διαμονής; Κάθε διαμονή του ανθρώπου υπήρετεί ωστόσο ουσιαστικά μη ικανοποιητική σε οποιαδήποτε εποχή, γιατί καμιά διαμονή δεν μπορεί να ταυτιστεί με τον κόσμο. Δεν βαδίζουμε προς ένα στόχο τον οποίο έχουμε θέσει και θελήσει ως τέτοιον. Ούτε χρυσός αιώνας, ούτε χαμένος και ξανακερδισμένος παράδεισος, ούτε μέρος εσχατολογικής ευτυχίας, ούτε πραγματοποιημένη ουτοπία, αυτό το πεδίο μιας άλλης σχέσης με τον κόσμο θα υπερέβαινε την εμπειρία ενός τέλους (στόχος και τέλος) και την απελπισία να μην μπορούμε να αγγίξουμε ποτέ την αρμονία. Αραγε είναι δυνατόν; Ή μήπως είναι ένα ατελείωτο καθήκον το οποίο εμπίπτει στη σφαίρα του ιδεαλισμού; Αυτό που ανοίγεται ως δυνατόν είνα: προορισμένο να σκοντάψει στη μείζονα αδυναμία: ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ο κόσμος. Ο χωρισμός μεταξύ ανθρώπου και κόσμου, η διαφορά από την οποία προέρχονται όλα μας τα δεινά, η αποτυχία, συχνά παραγωγική, κάθε εξατομίκευσης και κάθε κοινωνικοποίησης, δεν παύουν να παίζουν. Το πολύ, ίσως θα μπορούσαμε να φανούμε ικανοί να διερευνήσουμε το αίνιγμα του ενιαίου παιχνιδιού στο οποίο δεν έρχονται αντιμέτωποι μόνο δύο εταίροι. Δεν μπορεί να καταργηθεί η αμηχανία και δεν μπορεί να ξεπεραστεί διαλεκτικά. Εφόσον είμαστε ανθρώπινα όντα, εφόσον είμαστε ανθρώπινα όντα στη σχέση μας με τον κόσμο -διότι μέσα και μέσω αυτής της σχέσης υπάρχουμε εμείς «και» ο κόσμος- παγιδευμένοι σ' ένα παιχνίδι μοναδικό, με πολλαπλή ακτινοβολία, οφείλουμε να βιώσουμε την εμπειρία του ενός και του πολλαπλού που ανήκουν στο παιχνίδι. Μέσα στην πολυσημία των λέξεων και την πολλαπλότητα των πραγμάτων, μόνο μια διαθεσιμότητα έναντι του αποσπασματικού Ενός-Όλου θα ήταν ικανή να μας καταστήσει θετικά διακείμενους προς αυτό που έρχεται προς συνάντησή μας, προετοιμάζοντάς μας να το μεταμορφιδσουμε παραγωγικά. Η σκέψη είναι απαραίτητη στην πορεία που δεν υπακούει σε μια πρώτη ή τελευταία λέξη. Δεν υπάρχει ωστόσο μια πρόοδος δίχως τέλος, μια ατελείωτη πρόοδος της σκέψης. Πλούσια από όλες της τις δυνατότητες, η σκέψη δεν μπορεί να ξεφύγει από το ίδιο της το πεπερασμένο. Κάτω από έναν αστερισμό μάλλον παρά μέσα σ' ένα σύστημα, η σκεπτόμενη σκέψη μπορεί να προσπαθήσει . να διαρθρωθεί με μια εξαιρετική προσοχή και πλήρης ελαφρότητας, πάντοτε μέσα στη μη ολοκλήρωση και στο χείλος της αβύσσου. Είτε επιτύχει, είτε αποτύχει, είτε γνωρίσει και τα δύο ταυτόχρονα, δεν είναι μια υπόσχεση που πρέπει ή' που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Πιο αρχέγονη και πιο μελλοντική από οποιαδήποτε υπόσχεση, παραμένει όλη συγκεντρωμένη και όλη ακτινοβολούσα στο πεδίο που χωρίς αυτή θα ήταν άφατο και ακατοίκητο. Οι νομάδες και οι επιδημητικοί υπακούουν στον ίδιο ρυθμό Ό οποίος, στη διάρκεια της περιπλάνησης, οικοδομεί κατοικίες όπου οι άνθρωποι, που δεν μένουν ποτέ σ' έναν τόπο, διαρκώς διαφεύγοντες, ακολουθούν το γήινο και το αστρικό πεπρωμένο τους, Δεν υπάρχει τελευταία λέξη. Κι αν το παιχνίδι του κόσμου θα έπρεπε να είναι η τελευταία λέξη, δεν θα μπορούσε να ειπωθεί και να παιχτεί παρά μόνο πολλαπλά. Το παιχνίδι του κόσμου τρέφει και καταστρέφει όλες τις τελευταίες λέξεις.

Κώστας Αξελός - Γράμματα σ'ένα νέο στοχαστή