Δεν έχουμε το θάρρος ούτε την ικανότητα να δεχτούμε ότι το νόημα της
ατομικής και συλλογικής ζωής μας δεν μπορεί πια να δίνεται από τη
θρησκεία ή από μια ιδεολογία, δεν μπορεί να μας προσφέρεται σαν δώρο,
και ότι πρέπει, κατά συνέπεια, να το δημιουργήσουμε μόνοι μας.
…κρατάμε χιλιάδων χρόνων πίκρα. Γιατί μας έμαθαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι το ιδεατόν του Πλάτωνα, το καλό του Χριστιανισμού, ο καλός αστός και μετά ο καλός προλετάριος, σήμερα ο καλός παραγωγός… Η ανθρωπότητα έχει υποστεί χιλιάδων χρόνων κηρύγματα που την περιορίζουν ολοένα και πιο πολύ.
Αυτό που διαφεύγει από την εξουσία των ανθρώπων είναι πολύ πιο δυνατό απ'αυτό που μπορούν να εξουσιάσουν.
...υπάρχει ένα γεγονός που θα πρέπει μια μέρα να το χωνέψουμε: είμαστε θνητοί. Όχι μόνον εμείς, όχι μόνον οι πολιτισμοί, αλλά η ανθρωπότητα ως τέτοια και όλες οι δημιουργίες της, όλη η μνήμη της, είναι θνητές. Η διάρκεια ζωής ενός ζωικού είδους είναι κατά μέσο όρο δύο εκατομμύρια χρόνια. Ακόμη κι αν, μυστηριωδώς, εμείς ξεπερνούσαμε απείρως το όριο αυτό, τη μέρα όπου ο ήλιος θα φτάσει στην τελική του φάση και θα γίνει ένας ερυθρός γίγαντας, τα όρια του θα βρίσκονται κάπου ανάμεσα στη Γη και τον Άρη. Ο Παρθενώνας, η Παναγία των Παρισίων, οι πίνακες του Rembrandt ή του Picasso, τα βιβλία όπου έχουν καταχωρηθεί το Συμπόσιο ή οι Ελεγείες του Ντουίνο θα γίνουν πρωτόνια που θα παρέχουν ενέργεια σε αυτό το αστέρι.
Απέναντι σ' αυτό το γεγονός, δύο απαντήσεις είναι δυνατές. Η πρώτη βρίσκεται στον Pascal, βρίσκεται στον Kierkegaard: δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό, δεν μπορώ ή δεν θέλω να το δω: κάπου πρέπει να υπάρχει ένα νόημα που είμαι ανίκανος να το διατυπώσω, αλλά πιστεύω σ' αυτό. Το «περιεχόμενο» μπορεί να είναι διαφορετικό - να το παρέχει η Παλαιά Διαθήκη, τα Ευαγγέλια, το Κοράνι, οι Βέδες, δεν έχει και πολλή σημασία.
Η άλλη στάση είναι να αρνείσαι να κλείνεις τα μάτια, και συγχρόνως να καταλαβαίνεις ότι, αν θέλεις να ζεις, δεν μπορείς να ζεις δίχως νόημα, δίχως σημασία.
Αυτό φυσικά είναι δύσκολο. Υπήρξε όμως ως ένα ορισμένο βαθμό.
Στους Έλληνες έως τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., που δεν πίστευαν στην αθανασία, εν πάση περιπτώση σε μια «θετική» αθανασία (η μετά θάνατον ζωή ήταν απείρως χειρότερη από την επί γης ζωή, όπως διδάσκει η σκιά του Αχιλλέα στον Οδυσσέα στην Οδύσσεια). Για τους σύγχρονους το πράγμα είναι πιο περίπλοκο. Διότι παρέμεναν σ' αυτούς, πάντα, περισσότερο ή λιγότερο κρυμμένα, τα υπολείμματα της πίστης σε μια υπερβατικότητα θρησκευτικού τύπου. Αυτό δεν τους εμπόδισε να πάνε μακρύτερα. Αλλά αυτό έγινε και συναρτήσει μιας άλλης μετάθεσης: έθεσαν έναν γήινο παράδεισο στο «τέλος της ιστορίας» (μαρξισμός) ή τον έθεσαν ως ασύμπτωτη κατεύθυνση της ιστορίας (φιλελευθερισμός).
Η πικρή πείρα μας έμαθε σήμερα ότι επρόκειτο για δύο μορφές της ίδιας αυταπάτης, ότι ακριβώς δεν υπάρχει «εμμενές νόημα» στην ιστορία και ότι το μόνο που θα υπάρξει θα είναι το νόημα (ή το μη νόημα) που θα είμαστε ικανοί να δημιουργήσουμε εμείς. Κι αυτό το ήξεραν οι άνθρωποι που πέθαιναν στα οδοφράγματα: αυτό που έχει νόημα είναι το γεγονός ότι αγωνίζομαι, όχι το γεγονός ότι μετά δύο αιώνες θα υπάρχει μια τέλεια κοινωνία. Και η τωρινή κατήφεια εκφράζει αναμφίβολα επίσης εν μέρει το πένθος για το θάνατο αυτής της αυταπάτης ενός παραδεισιακού μέλλοντος.
Στον βαθμό όπου κατανοούσα καλύτερα τους μηχανισμούς της ιδεολογικής και ουτοπικής σκέψης, την κλασική αρχαιότητα την έφερνε κοντύτερα μου ένα ακόμα γνώρισμα της: η απουσία εσχατολογίας και ευθύγραμμων αντιλήψεων για το ιστορικό γίγνεσθαι, οι οποίες ως γνωστόν έχουν ιουδαιοχριστιανική προέλευση και εκκοσμικεύθηκαν τόσο από τον σοσιαλιστικό μαρξισμό όσο και από τον καπιταλιστικό φιλελευθερισμό. Για να αποφευχθεί η υστερία μπροστά στον πλήρη και αμετάκλητο θάνατο, νομιμοποιήθηκε κοσμοθεωρητικά η υστερία της εσχατολογίας.
Καστοριάδης, Αξελός, Κονδύλης
…κρατάμε χιλιάδων χρόνων πίκρα. Γιατί μας έμαθαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι το ιδεατόν του Πλάτωνα, το καλό του Χριστιανισμού, ο καλός αστός και μετά ο καλός προλετάριος, σήμερα ο καλός παραγωγός… Η ανθρωπότητα έχει υποστεί χιλιάδων χρόνων κηρύγματα που την περιορίζουν ολοένα και πιο πολύ.
Αυτό που διαφεύγει από την εξουσία των ανθρώπων είναι πολύ πιο δυνατό απ'αυτό που μπορούν να εξουσιάσουν.
...υπάρχει ένα γεγονός που θα πρέπει μια μέρα να το χωνέψουμε: είμαστε θνητοί. Όχι μόνον εμείς, όχι μόνον οι πολιτισμοί, αλλά η ανθρωπότητα ως τέτοια και όλες οι δημιουργίες της, όλη η μνήμη της, είναι θνητές. Η διάρκεια ζωής ενός ζωικού είδους είναι κατά μέσο όρο δύο εκατομμύρια χρόνια. Ακόμη κι αν, μυστηριωδώς, εμείς ξεπερνούσαμε απείρως το όριο αυτό, τη μέρα όπου ο ήλιος θα φτάσει στην τελική του φάση και θα γίνει ένας ερυθρός γίγαντας, τα όρια του θα βρίσκονται κάπου ανάμεσα στη Γη και τον Άρη. Ο Παρθενώνας, η Παναγία των Παρισίων, οι πίνακες του Rembrandt ή του Picasso, τα βιβλία όπου έχουν καταχωρηθεί το Συμπόσιο ή οι Ελεγείες του Ντουίνο θα γίνουν πρωτόνια που θα παρέχουν ενέργεια σε αυτό το αστέρι.
Απέναντι σ' αυτό το γεγονός, δύο απαντήσεις είναι δυνατές. Η πρώτη βρίσκεται στον Pascal, βρίσκεται στον Kierkegaard: δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό, δεν μπορώ ή δεν θέλω να το δω: κάπου πρέπει να υπάρχει ένα νόημα που είμαι ανίκανος να το διατυπώσω, αλλά πιστεύω σ' αυτό. Το «περιεχόμενο» μπορεί να είναι διαφορετικό - να το παρέχει η Παλαιά Διαθήκη, τα Ευαγγέλια, το Κοράνι, οι Βέδες, δεν έχει και πολλή σημασία.
Η άλλη στάση είναι να αρνείσαι να κλείνεις τα μάτια, και συγχρόνως να καταλαβαίνεις ότι, αν θέλεις να ζεις, δεν μπορείς να ζεις δίχως νόημα, δίχως σημασία.
Αυτό φυσικά είναι δύσκολο. Υπήρξε όμως ως ένα ορισμένο βαθμό.
Στους Έλληνες έως τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., που δεν πίστευαν στην αθανασία, εν πάση περιπτώση σε μια «θετική» αθανασία (η μετά θάνατον ζωή ήταν απείρως χειρότερη από την επί γης ζωή, όπως διδάσκει η σκιά του Αχιλλέα στον Οδυσσέα στην Οδύσσεια). Για τους σύγχρονους το πράγμα είναι πιο περίπλοκο. Διότι παρέμεναν σ' αυτούς, πάντα, περισσότερο ή λιγότερο κρυμμένα, τα υπολείμματα της πίστης σε μια υπερβατικότητα θρησκευτικού τύπου. Αυτό δεν τους εμπόδισε να πάνε μακρύτερα. Αλλά αυτό έγινε και συναρτήσει μιας άλλης μετάθεσης: έθεσαν έναν γήινο παράδεισο στο «τέλος της ιστορίας» (μαρξισμός) ή τον έθεσαν ως ασύμπτωτη κατεύθυνση της ιστορίας (φιλελευθερισμός).
Η πικρή πείρα μας έμαθε σήμερα ότι επρόκειτο για δύο μορφές της ίδιας αυταπάτης, ότι ακριβώς δεν υπάρχει «εμμενές νόημα» στην ιστορία και ότι το μόνο που θα υπάρξει θα είναι το νόημα (ή το μη νόημα) που θα είμαστε ικανοί να δημιουργήσουμε εμείς. Κι αυτό το ήξεραν οι άνθρωποι που πέθαιναν στα οδοφράγματα: αυτό που έχει νόημα είναι το γεγονός ότι αγωνίζομαι, όχι το γεγονός ότι μετά δύο αιώνες θα υπάρχει μια τέλεια κοινωνία. Και η τωρινή κατήφεια εκφράζει αναμφίβολα επίσης εν μέρει το πένθος για το θάνατο αυτής της αυταπάτης ενός παραδεισιακού μέλλοντος.
Στον βαθμό όπου κατανοούσα καλύτερα τους μηχανισμούς της ιδεολογικής και ουτοπικής σκέψης, την κλασική αρχαιότητα την έφερνε κοντύτερα μου ένα ακόμα γνώρισμα της: η απουσία εσχατολογίας και ευθύγραμμων αντιλήψεων για το ιστορικό γίγνεσθαι, οι οποίες ως γνωστόν έχουν ιουδαιοχριστιανική προέλευση και εκκοσμικεύθηκαν τόσο από τον σοσιαλιστικό μαρξισμό όσο και από τον καπιταλιστικό φιλελευθερισμό. Για να αποφευχθεί η υστερία μπροστά στον πλήρη και αμετάκλητο θάνατο, νομιμοποιήθηκε κοσμοθεωρητικά η υστερία της εσχατολογίας.
Καστοριάδης, Αξελός, Κονδύλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.