Στη σκιά της λύπης μου σε είδα να γελάς,
Σαν φως που μάχεται τη νύχτα, να μου μιλάς.
Και ο χρόνος στάθηκε, μια ανάσα να κρατήσω,
Μα ο άνεμος σου πήρε ό,τι πρόλαβα να χτίσω.
Φωνές με κυνηγούν στα όνειρά μου,
Σαν ψίθυροι που σβήνουν τα φτερά μου.
Σε δρόμους άδειους, με σιωπές να με καλούν,
Περίμενα μια λέξη, μα οι ώρες δεν μιλούν.
Κι αν γκρεμίστηκαν όλα, κι αν χάθηκες ξανά,
Στης μοναξιάς το κύμα βρίσκω πια στεριά.
Γιατί εκεί που σβήνουν όλα τα φώτα,
Γεννιέται η ελπίδα που δε γνωρίζει πρώτα.
Στα χέρια σου καίγομαι, μα δεν φεύγω,
Είναι το φως σου φωτιά κι εγώ το τελευταίο ξύλο.
Κλείνω τα μάτια, να σε κλέψω απ' τη σκιά,
Μα η αλήθεια ματώνει σαν κοφτερή μαχαιριά.
Σε ψάχνω στα όνειρα, μα οι δρόμοι κλειστοί,
Σ' έναν κόσμο που γκρεμίζεται, είσαι η μόνη πηγή.
Κι αν η καρδιά μου σπάσει, σαν γυαλί που ραγίζει,
Στις στάχτες του πόνου μου, το πάθος ανθίζει.
Στη σιωπή σου, βυθίζομαι, χάνομαι ξανά,
Είσαι ο χρόνος που σταμάτησε, μια ψεύτικη χαρά.
Μα το φιλί σου, σαν μαχαίρι βαθύ,
Με σκοτώνει κι όμως ζητώ άλλη μια πνοή.
Σ’ έναν κόσμο που ουρλιάζει και μένει βουβός,
Είσαι η φυλακή μου, μα και ο δρόμος ο ανοιχτός.
Μόνος πια περπατώ, στους ίσκιους της ζωής,
Κι ο έρωτάς σου γίνεται φωνή της σιωπής.
Σε περίμενα εκεί,
όπου η πόλη αιμορραγεί σιωπή,
όπου οι λέξεις γίνονται μαχαίρια
και η αγκαλιά σου το τελευταίο καταφύγιο.
Το σώμα σου – μια φυλακή που θέλω να σπάσω.
Κάθε φιλί σου – ένα κομμάτι μου που πεθαίνει,
μα δεν μπορώ να σταματήσω.
Θέλω να διαλυθώ μέσα σου.
Η αγάπη σου με σκίζει.
Μου παίρνει την ανάσα και τη ζωή.
Δεν έχει φως εδώ, μόνο εσύ,
κι εγώ γονατίζω, ικετεύω,
κατάρα ή ευλογία, δεν έχει σημασία.
Θα μπορούσα να σε μισήσω.
Αλλά τι να κάνω;
Είσαι η τελευταία μου προσευχή
κι εγώ ένα σώμα έρημο,
έτοιμο να καεί για μια στιγμή μαζί σου.
Μην φύγεις.
Ή φύγε και πάρε μαζί σου ό,τι έχω.
Άσε με εδώ, να ουρλιάζω
στο κενό που μου χάρισες.
Η ανάσα σου μια θάλασσα που πνίγει,
κι εγώ κολυμπώ, ξανά και ξανά,
γιατί το να πεθάνω στο κύμα σου
είναι καλύτερο απ’ το να ζήσω στην ακτή.
Στα χέρια σου οι πληγές μου ανοίγουν,
κάθε φιλί σου – ένα μαχαίρι.
Μα αν είναι να με σκοτώσεις,
κάν’ το αργά, να νιώθω τον πόνο σου για πάντα.
Είσαι η σιωπή που με καταπίνει,
η φωνή μου δεν αντέχει να σε φτάσει.
Στις άδειες ώρες του κόσμου,
ο έρωτάς σου είναι η τιμωρία μου.
Το σώμα μου φτιάχτηκε να καεί στο δικό σου,
φλόγες που φωνάζουν τη δική σου απουσία.
Είσαι το σπίτι μου,
κι εγώ ένας άστεγος που ψάχνει τη στάχτη του.
Μιλήσαμε με τα μάτια,
γιατί οι λέξεις πέθαναν.
Κάθε ανάσα σου μια υπόσχεση
που ποτέ δεν ήρθε να μείνει.
Είσαι η αλήθεια που δεν αντέχω να δω.
Στην αγκαλιά σου, όλα είναι ψέμα,
αλλά είναι το μόνο ψέμα που δεν μπορώ να αφήσω.
Το πάθος μας ένας πόλεμος
χωρίς νικητές.
Αίμα στα χείλη, φωτιά στο βλέμμα,
κι εμείς, δύο στρατιώτες που αρνήθηκαν την ειρήνη.
Πώς μπορεί να είναι τόσο όμορφο να πεθαίνεις
για έναν άνθρωπο που ποτέ δεν θα σε ζήσει;
Στην απουσία σου βρίσκω τη δύναμή μου,
και στη μοναξιά μου, την πιο γλυκιά συντροφιά.
Ο κόσμος μου είναι ένας άδειος δρόμος
γεμάτος ίσκιους που φωνάζουν τ' όνομά σου.
Τα φώτα της πόλης μιλούν για σένα,
και το αίμα μου, στάλα-στάλα,
γράφει ιστορίες που δεν θα διαβάσεις.
Ένα τραγούδι που τελειώνει πριν αρχίσει.
Ένα φιλί που αιμορραγεί.
Εγώ, εσύ,
δυο χαμένες επαναστάσεις
μέσα σε ένα βρώμικο δωμάτιο.
Σε κάθε φιλί σου, βρίσκω τον εαυτό μου,
και χάνω τον Θεό.
Η αγάπη σου είναι ο ουρανός που πέφτει,
η άβυσσος που σκεπάζει τα πάντα.
Μα δεν έχω άλλη επιλογή.
Θα σε ακολουθήσω εκεί που ο κόσμος σταματά,
όπου η ζωή γίνεται σκόνη
και η σιωπή σου
το τελευταίο μου τραγούδι.
Πώς μπορεί να υπάρχει τόσος θόρυβος στη σιωπή σου;
Μια στιγμή μαζί σου είναι μια αιωνιότητα που αιμορραγεί.
Είσαι το τίποτα που με κρατά ζωντανό,
η φωτιά που με καταστρέφει,
και το νερό που αρνείται να με σβήσει.
Σου μιλάω σε μια γλώσσα που δεν θα μάθεις ποτέ.
Γράφω τα όνειρά μας σε τοίχους που κανείς δεν βλέπει.
Αλλά ακόμα περιμένω.
Γιατί το να περιμένω εσένα
είναι η μόνη μου θρησκεία.
Είσαι το μαχαίρι που με έμαθε να αγαπώ τον πόνο.
Είσαι ο καθρέφτης που μου έδειξε
πώς να διαλύομαι όμορφα.
Δεν είμαι ολόκληρη χωρίς τις πληγές σου.
Δεν είμαι άνθρωπος χωρίς τον πόθο σου.
Μα ίσως, σε ένα άλλο σύμπαν,
να ήμουν κάτι περισσότερο
από μια ανάμνηση που καίγεται.
Οι λέξεις σου είναι προσευχές που ξεχάστηκαν,
κλειδιά για πόρτες που δεν άνοιξαν ποτέ.
Το σώμα σου είναι μια θάλασσα από αλμύρα και αίμα,
κι εγώ πνίγομαι, χαμογελώντας.
Είσαι η αρχή και το τέλος,
η καταστροφή μου και η μόνη μου σωτηρία.
Αν είναι να φύγεις,
πάρε μαζί σου τον πόνο μου.
Ή μήπως είσαι ο πόνος μου;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.