Από Ράινερ Μαρία Ρίλκε σε Κλάρα Βέστχοφ
Paris VIe, 29, rue Cassette,
17 Οκτωβρίου 1907
...Βροχή, βροχή, χθες ασταμάτητα και τώρα ξαναρχίζει πάλι. Κοιτώντας κανείς ίσια μπροστά, θα μπορούσε να πει: θα χιονίσει. Χθες τη νύχτα ξύπνησα γιατί σε μια γωνιά πάνω από τα βιβλία μου είχε τρυπώσει το φεγγαρόφωτο' μια κηλίδα, που δεν φώτιζε, αλλά σκέπαζε με το αλουμινένιο της λευκό το σημείο που πάνω του απλωνόταν. Και το δωμάτιο ήταν γεμάτο παντού από κρύα νύχτα' ένιωθε κανείς και ξαπλωμένος ότι η κρύα νύχτα ήταν και κάτω από την ντουλάπα, κάτω από τη σιφονιέρα, χωρίς να αφήνει ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στα πράγματα, γύρω από τους μπρούτζινους πολυελαίους, που έμοιαζαν κρύοι πολύ. Αλλά το πρωί ήταν φωτεινό. Ένας πλατύς ανατολικός άνεμος,με αναπεπταμένο μέτωπο, απλώθηκε πάνω από την πόλη, βρίσκοντας την τόσο μεγάλη. Απέναντι, δυτικά, σπρωγμένα, διωγμένα (από τον άνεμο) αρχιπέλαγα από σύννεφα, συμπλέγματα νησιών, σταχτιά σαν τον λαιμό και το στήθος που έχουν τα νεροπούλια σε έναν ωκεανό κρύας αχνογάλαζης απόμακρης μακαριότητας. Και κάτω από όλα αυτά, χαμηλά, η Pllace de la Concorde και τα δέντρα των Champs Elysées, σκιερά, το βαθύ πράσινο που μοιάζει μαύρο, κάτω από τα σύννεφα κατά τη δύση. [...]
Όλα αυτά έχουν την γενναιοδωρία ενός εκ γενετής φυσικού τοπίου απλώνοντας χώρο γύρω τους. Και στις στέγες, εδώ κι εκεί, κυμάτιζαν σημαίες και υψώνονταν ολοένα και πιο ψηλά στον αέρα, τεντώνονταν, χτυπούσαν, σαν να ετοιμάζονταν να πετάξουν. Αυτά έβλεπα σήμερα πηγαίνοντας προς την έκθεση του Rodin. O Benrheim μου έδειξε πρώτα στον κατάλογο έργα του van Gogh. Tο "Νυχτερινό Καφενείο" για το οποίο σου έχω ήδη γράψει' για την τεχνητή του αγρύπνια σε βαθύ κόκκινο, κίτρινο φως λάμπας, βαθύ και πολύ ανοιχτό πράσινο, με τρεις καθρέφτες που ο καθένας περιέχει ένα διαφορετικό κενό - αλλά θα μπορούσε κανείς να πει ακόμα πολλά. Ένα πάρκο ή δρομάκι πάρκου στην Αrles με μαύρες φιγούρες δεξιά και αριστερά, σε παγκάκια, έναν μπλε άντρα που διαβάζει εφημερίδα μπροστά - μπροστά και μια βιολετιά γυναίκα πίσω, και ανάμεσα, με αδρές πινελιές, το πράσινο των δέντρων και των θάμνων. Ένα ανδρικό πορτρέτο σε φόντο σαν πλεγμένο φρέσκο καλάμι (κίτρινο και πρασινοκίτρινο) που όμως, όταν κάνει κανείς ένα βήμα πίσω, έχει μια ομοιόμορφη φωτεινότητα. Ένας ηλικιωμένος άντρας με κοντά κομμένο γκρίζο μουστάκι, λιγοστά μαλλιά, ρουφηγμένα μάγουλα κάτω από ένα πλατύ μέτωπο. Το σύνολο είναι ασπρόμαυρο, ρόδινο, υγρό σκούρο μπλε και άσπρο-γαλάζιο που το καλύπτει - εκτός από τα μεγάλα καστανά μάτια - και τέλος: ένα από τα τοπία, που όλο ανέβαλλε να ζωγραφίσει και όμως ολοένα τα ζωγράφιζε: ένας ήλιος που βασιλεύει, κίτρινος και πορτοκαλοκίτρινος, τυλιγμένος στη λάμψη του, όλο κίτρινα στρογγυλά σπαράγματα, ένα γαλάζιο όλο ένταση, γαλάζιο, γαλάζιο στις πλαγιές καμπυλωτών λόφων' μια λουρίδα μαλακών κυματισμών (ένα ποτάμι;) τους χωρίζει από το λυκόφως, που διάφανο, σε παλιό σκοτεινό χρυσαφί χρώμα, αφήνει, στο πλάγιο μπροστινό τμήμα του πίνακα, να φανεί ένα χωράφι με όρθια στημένα δεμάτια. Κι έπειτα πάλι τα σχέδια του Rodin.
Tώρα πάλι βροχή, βροχή: όπως στην εξοχή, τόσο πλούσια και δυνατή, χωρίς άλλους θορύβους ανάμεσα. Το στρογγυλό ακρότοιχο του μοναστηρίσιου κήπου είναι γεμάτο μούσκλα και μεριές-μεριές έχει ένα ολοφώτεινο πράσινο, που δεν έχω ξαναδεί. Γεια σου και αυτή τη φορά...
Rainer Maria RILKE - Γράμματα για τον CÉZANNE
Paris VIe, 29, rue Cassette,
17 Οκτωβρίου 1907
...Βροχή, βροχή, χθες ασταμάτητα και τώρα ξαναρχίζει πάλι. Κοιτώντας κανείς ίσια μπροστά, θα μπορούσε να πει: θα χιονίσει. Χθες τη νύχτα ξύπνησα γιατί σε μια γωνιά πάνω από τα βιβλία μου είχε τρυπώσει το φεγγαρόφωτο' μια κηλίδα, που δεν φώτιζε, αλλά σκέπαζε με το αλουμινένιο της λευκό το σημείο που πάνω του απλωνόταν. Και το δωμάτιο ήταν γεμάτο παντού από κρύα νύχτα' ένιωθε κανείς και ξαπλωμένος ότι η κρύα νύχτα ήταν και κάτω από την ντουλάπα, κάτω από τη σιφονιέρα, χωρίς να αφήνει ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στα πράγματα, γύρω από τους μπρούτζινους πολυελαίους, που έμοιαζαν κρύοι πολύ. Αλλά το πρωί ήταν φωτεινό. Ένας πλατύς ανατολικός άνεμος,με αναπεπταμένο μέτωπο, απλώθηκε πάνω από την πόλη, βρίσκοντας την τόσο μεγάλη. Απέναντι, δυτικά, σπρωγμένα, διωγμένα (από τον άνεμο) αρχιπέλαγα από σύννεφα, συμπλέγματα νησιών, σταχτιά σαν τον λαιμό και το στήθος που έχουν τα νεροπούλια σε έναν ωκεανό κρύας αχνογάλαζης απόμακρης μακαριότητας. Και κάτω από όλα αυτά, χαμηλά, η Pllace de la Concorde και τα δέντρα των Champs Elysées, σκιερά, το βαθύ πράσινο που μοιάζει μαύρο, κάτω από τα σύννεφα κατά τη δύση. [...]
Όλα αυτά έχουν την γενναιοδωρία ενός εκ γενετής φυσικού τοπίου απλώνοντας χώρο γύρω τους. Και στις στέγες, εδώ κι εκεί, κυμάτιζαν σημαίες και υψώνονταν ολοένα και πιο ψηλά στον αέρα, τεντώνονταν, χτυπούσαν, σαν να ετοιμάζονταν να πετάξουν. Αυτά έβλεπα σήμερα πηγαίνοντας προς την έκθεση του Rodin. O Benrheim μου έδειξε πρώτα στον κατάλογο έργα του van Gogh. Tο "Νυχτερινό Καφενείο" για το οποίο σου έχω ήδη γράψει' για την τεχνητή του αγρύπνια σε βαθύ κόκκινο, κίτρινο φως λάμπας, βαθύ και πολύ ανοιχτό πράσινο, με τρεις καθρέφτες που ο καθένας περιέχει ένα διαφορετικό κενό - αλλά θα μπορούσε κανείς να πει ακόμα πολλά. Ένα πάρκο ή δρομάκι πάρκου στην Αrles με μαύρες φιγούρες δεξιά και αριστερά, σε παγκάκια, έναν μπλε άντρα που διαβάζει εφημερίδα μπροστά - μπροστά και μια βιολετιά γυναίκα πίσω, και ανάμεσα, με αδρές πινελιές, το πράσινο των δέντρων και των θάμνων. Ένα ανδρικό πορτρέτο σε φόντο σαν πλεγμένο φρέσκο καλάμι (κίτρινο και πρασινοκίτρινο) που όμως, όταν κάνει κανείς ένα βήμα πίσω, έχει μια ομοιόμορφη φωτεινότητα. Ένας ηλικιωμένος άντρας με κοντά κομμένο γκρίζο μουστάκι, λιγοστά μαλλιά, ρουφηγμένα μάγουλα κάτω από ένα πλατύ μέτωπο. Το σύνολο είναι ασπρόμαυρο, ρόδινο, υγρό σκούρο μπλε και άσπρο-γαλάζιο που το καλύπτει - εκτός από τα μεγάλα καστανά μάτια - και τέλος: ένα από τα τοπία, που όλο ανέβαλλε να ζωγραφίσει και όμως ολοένα τα ζωγράφιζε: ένας ήλιος που βασιλεύει, κίτρινος και πορτοκαλοκίτρινος, τυλιγμένος στη λάμψη του, όλο κίτρινα στρογγυλά σπαράγματα, ένα γαλάζιο όλο ένταση, γαλάζιο, γαλάζιο στις πλαγιές καμπυλωτών λόφων' μια λουρίδα μαλακών κυματισμών (ένα ποτάμι;) τους χωρίζει από το λυκόφως, που διάφανο, σε παλιό σκοτεινό χρυσαφί χρώμα, αφήνει, στο πλάγιο μπροστινό τμήμα του πίνακα, να φανεί ένα χωράφι με όρθια στημένα δεμάτια. Κι έπειτα πάλι τα σχέδια του Rodin.
Tώρα πάλι βροχή, βροχή: όπως στην εξοχή, τόσο πλούσια και δυνατή, χωρίς άλλους θορύβους ανάμεσα. Το στρογγυλό ακρότοιχο του μοναστηρίσιου κήπου είναι γεμάτο μούσκλα και μεριές-μεριές έχει ένα ολοφώτεινο πράσινο, που δεν έχω ξαναδεί. Γεια σου και αυτή τη φορά...
Rainer Maria RILKE - Γράμματα για τον CÉZANNE
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.