Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Η φωνή του χρόνου (μέρος δεύτερο)

Η γέννηση

Στο δημόσιο νοσοκομείο που βρίσκεται στην πιο εύπορη γειτονιά του Ρίο ντε Τζανέιρο, περιθάλπονταν καθημερινά περίπου χίλιοι ασθενείς. Όλοι τους φτωχοί ή πάμφτωχοι.
Ένας γιατρός που έκανε εφημερία διηγήθηκε την εξής ιστορία στον Χουάν Μπεντουάν :
Την περασμένη εβδομάδα αναγκάστηκα να διαλέξω ανάμεσα σε δύο νεογέννητα κοριτσάκια. Εδώ έχουμε μονάχα ένα μηχάνημα αναπνευστικής υποβοήθησης. Έφτασαν στο τμήμα μου την ίδια στιγμή, ετοιμοθάνατες. Χρειάστηκε να αποφασίσω ποια από τις δύο θα ζούσε.
Δεν είναι δική μου δουλειά να αποφασίσω, σκέφτηκα στην αρχή, ας αποφασίσει ο Θεός.
Όμως ο Θεός σιωπούσε, ούτε μια λέξη.
Όποια απόφαση κι αν έπαιρνα, θα διέπραττα έγκλημα.
Κι αν δεν έκανα τίποτα, θα διέπραττα δύο εγκλήματα.
Δεν είχα άλλα περιθώρια να καθυστερήσω : οι μικρούλες είχαν φτάσει στα πρόθυρα του θανάτου, είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν αυτόν τον κόσμο.
Έκλεισα τα μάτια. Η μια καταδικάστηκε να πεθάνει, η άλλη καταδικάστηκε να ζήσει.

Εργατικό δυναμικό

Ο Μοχάμεντ Ασράφ δεν πηγαίνει σχολείο.
Από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου, κόβει και τρυπάει κομμάτια δέρμα, και τα ράβει φτιάχνοντας μπάλες ποδοσφαίρου που φεύγουν από το πακιστανικό χωριό του Ουμαρκότ και κυλάνε στα γήπεδα ολόκληρου του κόσμου.
Ο Μοχάμεντ είναι 11 χρόνων και κάνει αυτή τη δουλειά από τότε που ήταν 5.
Αν ήξερε να διαβάζει κι ήξερε και αγγλικά, θα μπορούσε να καταλάβει τι γράφει η ετικέτα που κολλάει πάνω σε καθένα από τα έργα των χεριών του : « Αυτή η μπάλα δεν παρήχθη με παιδική εργασία ».

Κόντρα στο ρεύμα

Οι ιδέες της εβδομαδιαίας εφημερίδας « Marcha » είχαν μια κάποια συγγένεια με το κόκκινο χρώμα, αλλά τα οικονομικά της βρίσκονταν για τα καλά στο κόκκινο. Στην εφημερίδα, σπάνια έβλεπε κανείς χαρούμενο τον Ούγκο Αλφάρο, ο οποίος, εκτός από τα δημοσιογραφικά του καθήκοντα, ήταν επιφορτισμένος και με τα διαχειριστικά ζητήματα και την πραγματικά ανθυγιεινή δουλειά της πληρωμής των λογαριασμών :
Αυτό είναι ! Έχουμε λεφτά για να πληρώσουμε το επόμενο φύλλο !
Βρέθηκαν διαφημίσεις ! Σε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία του ανεξάρτητου Τύπου, παρόμοιο γεγονός θεωρείται απόδειξη ότι υπάρχει Θεός, και γιορτάζεται δεόντως.
Αντίθετα, ο Κάρλος Κουιζάνο, ο διευθυντής της εφημερίδας, χλόμιαζε : επρόκειτο για το χειρότερο δυνατό γεγονός που μπορούσε ένα φανταστεί. Αφού υπήρχε διαφήμιση, θα έπρεπε να της αφιερώσει μία ή και περισσότερες σελίδες. Γι’ αυτόν, ακόμα και η μικρότερη γωνιά της κάθε σελίδας αποτελούσε έναν χώρο ιερό, με τεράστια σημασία ! Προοριζόταν για την αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων, για να πέσουν οι μάσκες, για να γκρεμιστεί η σφηκοφωλιά και για να γίνει μια προσπάθεια έτσι ώστε το αύριο να μην είναι συνώνυμο του σήμερα.
Η στρατιωτική δικτατορία που ενέσκηψε στην Ουρουγουάη έθεσε τέλος στην τριαντατετράχρονη ύπαρξη της « Marcha », όπως επίσης και σε κάμποσες άλλες παρόμοιες τρέλες.

Η φυλακή

Το 1984, ο Λουίς Νίνιο, εκπροσωπώντας μια οργάνωση για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, επιθεώρησε τη φυλακή του Λουρινγκάτσο στη Λίμα του Περού.
Βυθίστηκε μέσα σε αυτό το πλήθος της μοναξιάς που είχε στοιβαχθεί ανάμεσα στους τοίχους της και προσπάθησε, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, να ανοίξει δρόμο ανάμεσα στους γυμνούς ή στους κουρελήδες κρατούμενους.
Στη συνέχεια, ζήτησε να μιλήσει με τον διευθυντή της φυλακής. Καθώς αυτός απουσίαζε, έγινε δεκτός από τον αρχίατρο που διηύθυνε το ιατρείο της φυλακής.
Του εξήγησε ότι είχε δει κρατούμενους να χαροπαλεύουν, να φτύνουν αίμα, να ψήνονται στον πυρετό, να έχουν το σώμα τους καλυμμένο από κακοφορμισμένες πληγές, αλλά δεν είχε δει κοντά τους ούτε έναν γιατρό. Ο αρχίατρος του εξήγησε :
Εμείς οι γιατροί παρεμβαίνουμε μονάχα όταν μας καλέσουν οι νοσοκόμοι.
Και πού είναι οι νοσοκόμοι ;
Στον προϋπολογισμό μας δεν έχει προβλεφθεί κονδύλι για την πρόσληψη νοσοκόμων.

Ο κλέψας του κλέψαντος

Στη Λατινική Αμερική, τα δικτατορικά καθεστώτα έκαιγαν τα ανατρεπτικά βιβλία. Στις σημερινές δημοκρατίες, αυτό που καίνε είναι τα λογιστικά βιβλία. Οι στρατιωτικές δικτατορίες εξαφάνιζαν τους ανθρώπους, μετατρέποντάς τους σε αγνοούμενους. Οι οικονομικές δικτατορίες εξαφανίζουν το χρήμα.
Μια μέρα, οι τράπεζες της Αργεντινής αρνήθηκαν να δώσουν στους πελάτες τους τα χρήματα που εκείνοι τους είχαν εμπιστευθεί.
Ο Νορμπέρτο Ρόγκλις είχε καταθέσει όλες του τις οικονομίες στην τράπεζα, για να μην του τις ροκανίσουν οι αρουραίοι και για να μην τις αρπάξουν οι κλέφτες. Όταν τον λήστεψε η τράπεζά του, ο δον Νορμπέρτο ήταν πολύ άρρωστος γιατί το γήρας ουκ έρχεται μόνο. Κι η σύνταξή του δεν έφτανε για να πληρώσει τα φάρμακά του. Δεν είχε άλλη επιλογή : απελπισμένος, μπήκε μέσα σε αυτό το οικονομικό οχυρό και, δίχως να ζητήσει από κανέναν την άδεια, κατόρθωσε να φτάσει μέχρι το γραφείο του γενικού διευθυντή. Στο χέρι του κρατούσε μια χειροβομβίδα :
 Ή μου δίνετε πίσω τα λεφτά μου, ή θα σας τινάξω όλους στον αέρα !
Η χειροβομβίδα ήταν ψεύτικη, πλαστική, τη δουλειά της όμως την έκανε μια χαρά : η τράπεζα του έδωσε πίσω τα χρήματά του.
Στη συνέχεια, τον έβαλαν στη φυλακή. Ο εισαγγελέας ζήτησε ποινή φυλάκισης δεκαέξι ετών. Για τον δον Νορμπέρτο, όχι για την τράπεζα…

Παγκόσμια ενημέρωση

Μερικούς μήνες μετά την κατάρρευση των δίδυμων πύργων, το Ισραήλ βομβάρδισε την Τζενίν.
Από το στρατόπεδο των Παλαιστινίων προσφύγων απόμεινε μονάχα μια γιγάντια τρύπα γεμάτη διαμελισμένα κορμιά που θάφτηκαν κάτω από τα ερείπια.
Ο κρατήρας της Τζενίν ήταν εξίσου βαθύς με εκείνον των δίδυμων πύργων της Νέας Υόρκης.
Ωστόσο, εκτός από τους επιζώντες που έψαχναν στα ερείπια για να βρουν τα σώματα των συγγενών τους, ποιος άλλος τα είδε όλα αυτά ;

Φάμπρικες

Βρισκόμαστε στο 1964 και η Λερναία Ύδρα του διεθνούς κομμουνισμού απειλεί τη Χιλή, ανοίγοντας διάπλατα τα σαγόνια των επτά κεφαλιών της για να κατασπαράξει τη χώρα.
Η κοινή γνώμη βομβαρδίζεται από εικόνες φλεγόμενων εκκλησιών, στρατοπέδων συγκέντρωσης, ρωσικών τανκ, ενός Τείχους του Βερολίνου να ορθώνεται καταμεσής του Σαντιάγκο, και γενειοφόρων ανταρτών που απάγουν παιδάκια.
Κι ήρθε η ώρα των εκλογών.
Ο φόβος θριάμβευσε κι ο Σαλβατόρ Αλιέντε ηττήθηκε. Κατά τη διάρκεια αυτών των οδυνηρών στιγμών, τον ρώτησα τι τον είχε πληγώσει περισσότερο.
Κι ο Αλιέντε μου διηγήθηκε κάτι που είχε συμβεί λίγο πιο πέρα, σε ένα σπίτι στη συνοικία της Προβιντένσια. Μια γυναίκα που σκοτωνόταν στη δουλειά κάνοντας χρέη μαγείρισσας, υπηρέτριας και νταντάς με αντάλλαγμα έναν γλίσχρο μισθό, είχε βάλει όλα της τα ρούχα μέσα σε μια πλαστική σακούλα και την είχε θάψει στον κήπο του αφεντικού της, ελπίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα τα γλυτώσει από τους ληστές που επιβουλεύονταν την ιδιωτική περιουσία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.