Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

Η επιλογή της σιωπής

Ο Μαρσέλ Μαρσώ ήταν ένας αισιόδοξος άνθρωπος. «Το μαχητικό πνεύμα του ανθρώπου είναι ατελεύτητο», έλεγε. «Ο θάνατος είναι παράλογος, αλλά η ανθρωπιά δεν μπορεί παρά να είναι αιώνια».

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ. «Γεννήθηκα στο Στρασβούργο, αλλά πρωτοείδα μια ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν στη Λίλλη, όπου είχαμε μετακομίσει για ένα διάστημα. Ούτε γέλασα ούτε έκλαψα. Πρέπει να ήταν ο Χρυσοθήρας. Ύστερα γυρίσαμε στο Στρασβούργο. Ο πατέρας μου εξέτρεφε περιστέρια στις σκεπές, και οι νύχτες μου ήταν γεμάτες με κελαηδίσματα. Ήταν κρεοπώλης, είχαμε απλή και λαϊκή καταγωγή, αλλά υπήρχε μια ισχυρή θέληση για εκπαίδευση. Με πήγαινε στο μποξ και την όπερα, είχε ωραία φωνή, στο σόι του είχε αρκετούς μουσικούς. Το σόι της μητέρας μου, πάλι, είχε περισσότερους φιλοσόφους».

Η ΕΜΠΝΕΥΣΗ. «Το 1942-43, ο πόλεμος έγινε πραγματικά τραγικός. Μπήκα νωρίς στην Αντίσταση, είκοσι ετών. Ο πατέρας μου εκτοπίστηκε τον Φεβρουάριο του 1944.
Ένας ξάδελφός μου με έκρυψε σ΄ ένα οικοτροφείο στη Σεβρ. Ήμασταν ενενήντα παιδιά, χριστιανοί και εβραίοι, και στο σπίτι υπήρχε μια επιγραφή που έλεγε “Κοινωνική υπηρεσία του στρατάρχη Πεταίν”. Επρόκειτο για σοσιαλιστές που έσωζαν παιδιά και κρύβονταν πίσω από αυτή την ταυτότητα. Στο σπίτι εκείνο δίδαξα δραματική τέχνη. Αργότερα συνάντησα τον μίμο Ντεκρού. Με ρώτησε πώς με λένε. Του είπα “Μαρσώ”. Του εξήγησα ότι είχα πάρει το όνομά μου από ένα στίχο του Ουγκώ, κι ότι ήθελα να διώξω τους Γερμανούς από τη Γαλλία. Του έπαιξα την παντομίμα του δολοφόνου, που την είχα εμπνευστεί από το Έγκλημα και Τιμωρία. Μου είπε τότε ότι είμαι γεννημένος μίμος».

ΤΟ ΚΟΙΝΟ. «Μετά την Άνοιξη της Πράγας, έπαιξα στην πόλη αυτή το Κλουβί, μια ιδέα του Αλεχάντρο Χοντορόφσκι. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που είναι κλεισμένος σ΄ ένα κλουβί, κι όταν δραπετεύει βρίσκεται σ΄ ένα μεγαλύτερο κλουβί. Το κοινό ήταν ενθουσιασμένο. Όταν πήγα στην Αργεντινή, μετά τη δικτατορία, έπαιξα το “Ο Μπιπ θυμάται”. Κάθε βράδυ, οι θεατές σηκώνονταν όρθιοι και τραγουδούσαν».

Ο ΣΑΡΛΩ. «Συνάντησα τον Τσάρλι Τσάπλιν μία και μοναδική φορά το 1967 στο Ορλύ, ενώ περίμενα το αεροπλάνο για τη Ρώμη. Με κοίταξε. Τον πλησίασα, και του είπα: “Είστε ένας θεός για μένα”. Του έσφιξα το χέρι. Είχε δάκρυα στα μάτια. Κανείς δεν αναγνώριζε πια τον Τσάπλιν το 1967. Ο Ροζέ Βαντίμ, που ήταν παρών, μου είπε ότι την ίδια αντίδραση είχε στα 77 του ο Μιχαήλ Άγγελος, όταν κάποιος ονόματι Ραφαήλ έσκυψε και φίλησε το παπούτσι του. Είναι ένας φόρος τιμής, είναι και η αναγγελία του θανάτου».

Η ΣΙΩΠΗ. «Οι άνθρωποι που επέστρεφαν από τα στρατόπεδα δεν μπορούσαν να μιλήσουν γι΄ αυτά, δεν ήξεραν πώς να διηγηθούν αυτά που είχαν ζήσει. Ονομάζομαι Μανζέλ, έχω εβραϊκές ρίζες. Ίσως αυτό, υποσυνείδητα, να μέτρησε στην επιλογή της σιωπής».

(Απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε ο Μαρσέλ Μαρσώ στη Μοντ την 1η Δεκεμβρίου του 1997.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.