Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

Η αγάπη πάντα θα επιστρέφει

Ο Κάφκα κάποτε συνάντησε ένα μικρό κορίτσι στο πάρκο όπου έκανε τον καθημερινό του περίπατο. Το κορίτσι έκλαιγε. Είχε χάσει την κούκλα της και ήταν απαρηγόρητη.

Ο Κάφκα προσφέρθηκε να τη βοηθήσει να τη βρει και συνεννοήθηκε μαζί της να τη συναντήσει την επόμενη μέρα στο ίδιο σημείο.Επειδή δεν μπόρεσε να βρει την κούκλα της, έγραψε ένα γράμμα που υποτίθεται πως είχε γράψει η κούκλα και της το διάβασε όταν συναντήθηκαν την επόμενη μέρα.

«Σε παρακαλώ μη θρηνείς για μένα. Έχω πάει ένα μεγάλο ταξίδι για να δω τον κόσμο. Θα σου γράφω τις περιπέτειες μου.»

Αυτό ήταν μόνο η αρχή και πολλά γράμματα ακολούθησαν. Κάθε φορά που ο Κάφκα συναντούσε το μικρό κορίτσι, της διάβαζε ένα καινούριο γράμμα με τις υπέροχες περιπέτειες της αγαπημένης της κούκλας. Το οποίο φυσικά έγραφε ο ίδιος με μεγάλη προσοχή.

Όταν κάποτε αποφάσισαν να πάψουν να συναντιούνται, ο Κάφκα έφερε στο κορίτσι μια καινούρια κούκλα. Προφανώς και ήταν πολύ διαφορετική από την αρχική. Ένα γράμμα που τη συνόδευε έγραφε… «Τα ταξίδια μου με άλλαξαν».

Πολλά χρόνια αργότερα, το μεγάλο πλέον κορίτσι ανακάλυψε σε ένα κρυφό σημείο της κούκλας με την οποία ο Κάφκα αντικατέστησε τη δικιά της, ένα κρυμμένο σημείωμα.

Περιληπτικά έλεγε…

«Οτιδήποτε αγαπάς, τελικά κάποια μέρα θα το χάσεις. Αλλά στο τέλος η αγάπη θα επιστρέψει με μια διαφορετική μορφή.»

Ο Κάφκα και η κούκλα

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Όσο το δάκρυ αηδονιού

Πάνω από το Κενό

Η αγάπη μας ένα σχοινί,

τεντωμένο πάνω από το κενό.

Κρατιόμαστε σφιχτά,

ξέροντας πως κάθε στιγμή

μπορεί να πέσουμε.

Τα φιλιά μας δαγκώματα,

οι αγκαλιές μας μάχες.

Αν δεν είμαστε φτιαγμένοι για να σωθούμε,

ίσως είμαστε φτιαγμένοι για να καούμε μαζί.


Κάτω από τα Φώτα

Περπατάμε στο χείλος του γκρεμού,

οι σκιές μας μακριές, σαν χέρια που ψάχνουν

να κρατηθούν από κάτι σταθερό.

Αλλά τίποτα δεν είναι σταθερό,

ούτε εμείς, ούτε ο κόσμος γύρω μας.

Στους δρόμους που περάσαμε,

τα βήματά μας άφησαν σημάδια,

πληγές στη γη που ποτέ δεν θα κλείσουν.

Τα φώτα της πόλης αναβοσβήνουν,

ένας παλμός που μας υπενθυμίζει

πόσο λίγο χρόνο έχουμε.

Κάθε φορά που σε κοιτώ,

είναι σαν να σε χάνω ξανά,

όπως χάνεται η νύχτα στο ξημέρωμα.

Ό,τι είμαστε χτίστηκε

πάνω σε σπασμένα θεμέλια.


Η Σιωπή της Πτώσης

Στη σιωπή που ακολουθεί την καταιγίδα,

ακούω τον ήχο της καρδιάς σου.

Χτυπάει πιο αργά τώρα,

όχι από φόβο, αλλά από αποδοχή.

Ξέρουμε και οι δύο ότι η πτώση είναι αναπόφευκτη,

ότι το σχοινί δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα.

Ίσως, κατά βάθος, ποτέ δεν ήθελε.

Τι σημασία έχει η αγάπη αν δεν πονέσει;

Αν δεν μας αφήσει πληγές που να θυμόμαστε;

Κάθε μας φιλί ήταν σαν τελευταίο,

κάθε λέξη που ανταλλάξαμε

ήταν σαν να γραφόταν στην άμμο,

έτοιμη να σβηστεί με το πρώτο κύμα.


Αντίο στη Γη

Και τότε, έρχεται η στιγμή.

Το σχοινί σπάει,

και εμείς πέφτουμε.

Δεν ουρλιάζουμε, δεν κλαίμε,

γιατί ήμασταν πάντα προετοιμασμένοι για αυτό.

Το κενό κάτω από τα πόδια μας

μας αγκαλιάζει,

και εμείς επιτέλους νιώθουμε ελεύθεροι.

Στην πτώση, βλέπω ξανά όλες τις στιγμές μας,

τις στιγμές που ζήσαμε σαν να μην υπήρχε αύριο.

Ίσως δεν υπήρξε ποτέ.

Η αγάπη μας δεν προοριζόταν να κρατήσει,

αλλά να καταστραφεί με τρόπο ένδοξο,

σαν αστέρι που καίγεται στον ουρανό

πριν σβήσει για πάντα.

Δεν φοβάμαι πια.

Γιατί, αν μη τι άλλο,

αγαπηθήκαμε μέχρι τέλους.