Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

Άτιτλο

Αν δεν ήταν τα χέρια σου να σφίγγουν, αν δεν ήταν τα πόδια σου να τρέχουν, αν δεν ήταν ο λαιμός σου να τεντώνει, το στήθος σου να λαφάζει, τα μάτια σου γλαρά στον ίλιγγο, τα χείλη σου κρατήρας μισάνοιχτος, σμιχτά τα φρύδια, ιδρωμένο το μέτωπο, αν δεν ήταν να 'ρχεται η κοιλιά σου κύματα κύματα κύματα και να ζητάει το ύψος, η ράχη σου να σφαδάζει, το μικρό δάχτυλο του ποδιού σου λιγωμένο, τα νύχια σου να συμμετέχουν, δε θα μπορούσα ποτέ ν' ανέβω σε τέτοιες κορφές, να ταρακουνηθώ απ' τους σπασμούς των άστρων, βεγγαλικά που τυφλώνουν, κεραυνοί που φωτίζουν για μια στιγμή το στερέωμα καθώς αρχίζει η πτώση γέρνοντας να κοιμηθώ πάνω στα σύννεφα που απαλά με κατεβάζουν στο όνειρο της θάλασσας, στα γαλάζια λιβάδια των δελφινιών που με συνοδεύουν στους διάφανους βυθούς, στην ευδαιμονία της πληρότητας.

Μάριος Χάκκας, Θαλασσινά Ιντερμέτζα I 

Μπουκόφσκι III

Πόσα από τα κύτταρα του εγκεφάλου μου δεν έχουν καταστραφεί από

το αλκοόλ

κι εγώ κάθομαι τώρα εδώ και πίνω

όλοι οι σύντροφοί μου στο ποτό πεθαμένοι,

ξύνω την κοιλιά μου και ονειρεύομαι το

άλμπατρος.

πίνω μόνος τώρα.

πίνω με τον εαυτό μου και για τον εαυτό μου.

πίνω για τη ζωή μου και για τον θάνατό μου.

η δίψα μου ακόμα δεν ικανοποιήθηκε.

ανάβω ένα τσιγάρο ακόμη, γυρίζω αργά

το μπουκάλι, το

θαυμάζω.

όμορφη παρέα.

χρόνια έτσι.

τι άλλο θα μπορούσα να είχα κάνει

και να το κάνω τόσο καλά;

έχω πιει περισσότερο από τους πρώτους

εκατό ανθρώπους που θα συναντήσεις

στον δρόμο

ή θα δεις στο τρελάδικο.

ξύνω την κοιλιά μου και ονειρεύομαι το

άλμπατρος.

ανήκω πια στους μεγαλύτερους πότες

των αιώνων.

με έχουν επιλέξει.

σταματάω τώρα, σηκώνω το μπουκάλι, καταπίνω μια

μεγάλη γουλιά.

μου είναι αδύνατον να σκεφτώ ότι

κάποιοι έχουν στ’ αλήθεια σταματήσει και

γίνανε νηφάλιοι

πολίτες.

με στεναχωρεί.

είναι στεγνοί, βαρετοί, ασφαλείς.

ξύνω την κοιλιά μου και ονειρεύομαι το

άλμπατρος.

το δωμάτιο αυτό είναι γεμάτο από μένα κι εγώ είμαι

γεμάτος.

πίνω αυτό εδώ για όλους εσάς

και για μένα.

είναι περασμένα μεσάνυχτα τώρα κι ένας μοναχικός

σκύλος ουρλιάζει μες στη

νύχτα.

κι είμαι τόσο νέος όσο κι η φωτιά που ακόμα

καίει

τώρα.

Απόψε